ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΤΑ ΓΡΑΜΜΕΝΑ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 16 Δεκεμβρίου 1918

Εἰς μίαν ἐξοχικήν συνοικίαν τῶν Ἀθηνῶν, ποῦ εἶναι καί ἀκραῖος τροχιοδρομικός σταθμός, μέ ἀπεβίβασε τό τράμ χθές τό ἀπόγευμα, κατόπιν μακροῦ καί μαρτυρικοῦ ταξειδίου. Ἐν ἀναμονῇ δέ τοῦ προσώπου, τό ὁποῖον ἐπερίμενα νά συναντήσω, ἐκάθησα εἰς τό καφενεδάκι τῆς μικρᾶς πλατείας, ἐνώπιον τῆς ὁποίας ἐξετείνετο ἐλεύθερος ὁ κάμπος, σκεπασμένος ἀπό τήν νέαν χλόην.

Ἐν ᾧ ἐχάζευα τοιουτοτρόπως, πλέων εἰς ὠκεανόν θείας ἀποβλακώσεως, παρετήρησα ἔξαφνα, ὀλίγον μακρύτερά μου, φυτευμένην καταμεσῆς σχεδόν τοῦ κάμπου, μίαν καρέκλαν. Ἐπί τῆς καρέκλας ἕνα γηραλέον κύριον μέ τό μέτωπο πρός τό ἄπειρον. Ὀλίγον παραπέρα ἀπό τήν καρέκλαν καί τόν γηραλέον ἕνα καλοθρεμμένον γάλλον, φουσκόνοντα καί ξεφουσκώνοντα καί κορφολογοῦντα ἡδονικώτατα ἐν τῷ μεταξύ τήν τρυφεράν χλόην. Ὁ Θεός τῶν μελαγχολικῶν Εἰδυλλίων ἐπλανᾶτο ἐπάνω ἀπό τήν ὑποβλητικήν σκηνήν.

Ἔξαφνα ὁ γηραλέος ἐσηκώθη μέ κόπον ἀπό τό κάθισμά του, ἐπροχώρησε μέ καταφανῆ τρυφερότητα πρός τό εὐτυχισμένον πτερωτόν, ἐκίνησε ἀπό πάνω του τό ἐλαφρόν μπαστουνάκι, ποῦ ἐκρατοῦσε, καί ἔτσι, ἄπτερον καί πτερωτόν μαζῆ, ἐπροχώρησεν ὀλίγα βήματα, μέ τελείαν συνεννόησιν μεταξύ των, ἐκοντοστάθηκαν, ἐπροχώρησαν πάλιν καί οὕτω καθεξῆς. Προφανῶς, εἰς τό εἰδύλλιον αὐτό, ὁ γηραλέος ἔπαιζε τόν ρόλον τοῦ βοσκοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε γηράσει ἐν τῷ μεταξύ, ἀπό τήν ἐποχήν τοῦ Θεοκρίτου, ἐπάνω εἰς τόν ἴδιον κάμπον.

– Αὐτό γίνεται καθημερνίς τοῦ Θεοῦ! μοῦ εἶπεν ἕνας ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ, βυζαίνων τόν ναργιλέν του εἰς τό γειτονικόν τραπέζι. Ὁ γέρος κάθε πρωί, μέ τό μπαστουνάκι στό χέρι, βγάζει τόν γάλλο του καί τόν βοσκάει ἐδῶ στό χωράφι. Καθώς βλέπεις, φέρνει μαζῆ του καί τή καρέκλα του νά ξεκουράζεται.

– Κάθεται ἐδῶ κοντά; ἐρώτησα τόν πρόθυμον πληροφορητήν.

– Νά! Σ’ἐκεῖνο ἐκεῖ το σπιτάκι, ποῦ βλέπεις. Αὐτός κι’ ἡ γρῇά του. Δέν ἔχουνε οὔτε παιδιά οὔτε σκυλιά. Αὐτό τό ζωντανό ἔχουνε μονάχα στόν κόσμο καί τό λατρεύουνε σάν παιδί τους. Ἀγάπη, βλέπεις, σοῦ λέει ὁ ἄλλος. Ὅταν εἶνε καλωσύνη, σάν καλή ὥρα σήμερα, ὁ γέρος καί τό γαλλί δέν ἀπολείπουνε ἀπ’ ἐδῶ. Ἔρχονται τό πρωί, φεύγουνε τό μεσημέρι, ξανάρχονται τό ἀπομεσήμερο καί ξαναφεύγουνε τό βράδυ.

– Ἡ γερόντισσα δέν ἔρχεται; ἐρώτησα.

– Πῶς; Ἔρχεται κι’ αὐτή κατά τό βραδάκι. Ὅταν τῆς φανῇ πῶς ἄργησε ὁ γέρος, ἔρχεται νά τόν ξεκουνήσῃ. Τῇς προάλλες τόν ἀποπῆρε μάλιστα: «Τί ὥρα εἶν’ αὐτή; Δέ βλέπεις, τοῦ φωνάζει, ποῦ ἔπεσε τό ἁγιάζι τῆς νύχτας; Θέλεις νά μᾶς κρυώσῃ πάλι τό πουλί, νά πάθῃ εὐκοιλιότητα;» Καί τούς πῆρε βιαστικά καί γυρίσανε σπίτι. Αὐτά ποῦ σοῦ λέω, κύριε, εἶνε ταχτικά πειά. Δέν ρωτᾷς ὅποιον θέλεις; Ἡ κουβέντα τῆς γειτονιᾶς εἶνε. Ἀγάπη, σοῦ λέει ὁ ἄλλος. Γέροι, βλέπεις, κι’ ἔρημοι, τί νά σοῦ κάνουν; Ὅλη τους τήν ἀγάπη σ’ αὐτό τό πουλί τή ρίξανε.

Καί ὁ παριστάμενος καφετζῆς ἐπεβεβαίωσε τά λεχθέντα.

– Σωστά σοῦ τά λέει, ἀφέντη, ὁ μαστρο-Γιώργης. Ἄν ἔχῃς περιέργεια, νά κάτσῃς καί μονάχος σου νά κάνῃς χάζι. Ὅπου νἆνε θ’ ἀρθῇ κ’ ἡ γερόντισσα. Ἔφτασε…

Δέν εἶχα βέβαια τήν ὑπομονήν νά περιμένω τήν συνέχειαν. Ἐσηκώθηκα νά φύγω.

– Γιά τά Χριστούγεννα θά τόν ἑτοιμάζουν βέβαια! εἶπα.

Οἱ δύο ἄνθρωποι μέ διέκοψαν μ’ ἕνα στόμα:

– Τί λές, ἀφεντικό; Νά τόν σφάξουνε; Θεός φυλάξοι! Αὐτοί τόν ἔχουνε σάν παιδί τους. Σφάζει κανένας τό παιδί του; Τί λές;

Ὅταν εἶχα ἀπομακρυνθῇ ὀλίγα βήματα ἄκουσα ἐν τούτοις μεταξύ τῶν δύο ἀνθρώπων ἕνα βιαστικόν διάλογον, ὁ ὁποῖος μέ ἐνέβαλεν, ὁμολογῶ, εἰς σοβαράς ἀνησυχίας καί θλιβεράς προαισθήσεις.

– Τί λές, μαστρο-Γιώργη; Ψητός στό φοῦρνο μέ τῇς πατάτες δέν θά ἤτανε κι’ ἄσχημος! Ἡμέρες ποῦ μᾶς ἔρχονται…

– Ἄσχημος, λέει; Μπουκιά καί συχώριο, παιδί μου! Μόνο κρύβε λόγια, κουμπάρε.

Ἐπροχώρησα μελαγχολικός. Ὁ γηραλέος μέ τό πτηνόν του ἦσαν ἀκόμη εἰς τήν θέσιν τους. Ἀλλά ὁ Θεός τῶν Εἰδυλλίων δέν ἐπλανᾶτο πλέον ἐπάνωθέν τους. Ἡ Τραγῳδία ἔπλεκε τριγύρω τους τό ἀόρατον δίχτυ της. Ὡρισμένως τό γεροντικόν ζεῦγος θά θρηνήσῃ θρῆνον ἀπαρηγόρητον τήν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων. Ἡ Μοῖρα δέν ξεγράφει, ἀτυχῶς, ὅ,τι γράφει. Καί ὁ γηραλέος, σφίγγων τά τρέμοντα χέρια τῆς πιστῆς του συμβίας κατά τήν χαρμόσυνον ἡμέραν, θά ζητῇ τρόπον νά τήν παρηγορήσῃ.

– Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἦτο, τέκνον μου. Τί νά κάμωμεν; Κύριος ἔδωκε, Κύριος ἀφείλετο.

Καί τά δάκρυά των θά ποτίζουν τήν νέαν χλόην, τήν ὁποίαν ἐκορφολογοῦσεν ἕως χθές ἡ τραγική των ἀγάπη, ἡ ὁποία θά ξεροκοκκινίζῃ τήν στιγμήν αὐτήν εἰς τόν φοῦρνον.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Ὁ κύριος Πρωθυπουργός ἐνοχλεῖται ἀπό τίς ὑποδείξεις τοῦ Προέδρου

Εφημερίς Εστία
Αἰχμές πρός τόν ὑπουργό Ἐθνικῆς Ἀμύνης: «Καλό εἶναι νά μένει ἔξω ἀπό τίς πολιτικές συζητήσεις τό ὄνομά του» – Παράπονα Μητσοτάκη γιά τίς δημοσκοπήσεις γιατί «μετροῦν κόμματα πού δέν ὑπάρχουν» – Στό στόχαστρό του καί ὁ Εὐ. Βενιζέλος γιά τήν «μή κυβερνήσιμη χώρα»

Ὁ πλησίον

Μανώλης Κοττάκης
Μέ Αφορμή τόν θάνατο τοῦ Διονύση Σαββόπουλου εἰσηγοῦμαι μιά ἄσκηση πρός ἐπίλυση μέ τήν βοήθεια μιᾶς ἐκπληκτικῆς ἀνθρώπινης αἴσθησης πού δέν ἔχει ἡ ΑΙ: τῆς φαντασίας! Ἄν θέλαμε νά περιγράψουμε τήν μουσική ὅλων τῶν μεγάλων συνθετῶν τῆς ἐποχῆς μας, ποιά ἀνθρώπινη χειρονομία θά ἐπιλέγαμε γιά νά τήν συμβολίσουμε; Ἐναλλακτικά, μέ ποιά εἰκόνα θά τήν ταυτίζαμε; Γιά ὅσο σκέπτεστε τίς ἀπαντήσεις σας, εἰσφέρω ὡς τροφή γιά σκέψη τίς δικές μου. Θά ταύτιζα τόν Μίκη μέ μιά ὑψωμένη γροθιά. Αὐτός ἦταν ὁ Θεοδωράκης, αὐτή καί ἡ Μεταπολίτευση. Ἀνεκπλήρωτοι πόθοι. Τόν Μάνο μέ μιά μεγάλη ἀγκαλιά. Τῆς συμφιλιώσεως, τῆς ἀνοχῆς καί τῆς πολιτικῆς συμπεριλήψεως. Τόν Μαρκόπουλο μέ τίς ρίζες. Ἦταν ὁ σκαπανεύς τους. Τόν Ξαρχάκο μέ τό σῆμα τῆς νίκης ἀπέναντι στό ἄδικο. Καί τόν Νιόνιο μέ ἕναν κύκλο. Τόν κύκλο τοῦ «ὅλοι μαζί». Πῶς ἀγκαλιάζονται καί χορεύουν οἱ παῖκτες τῆς Ἐθνικῆς μπάσκετ μετά ἀπό κάθε νίκη; Αὐτό. Αὐτός ἦταν ὁ Σαββόπουλος. Ἡ ἑλληνική χαρά κλεισμένη σέ κύκλο. Ὅλους ὅμως τούς μεγάλους μας τούς ἑνώνει μιά λεπτή νοητή γραμμή, ἡ ὁποία λείπει σήμερα κατά βάση ἀπό τόν δημόσιο βίο. Ἡ γραμμή τῆς Ἑλληνικότητας. Πολλούς ἐξ αὐτῶν τούς ἑνώνει καί τό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας πού ἐπηρέασε τό ἔργο τους. Ὁ ἀριστερός Θεοδωράκης ἐκτόξευσε τό […]

Ἡ Ντόρα προτείνει τήν ἐπαναφορά τοῦ Συμβουλίου Δημοκρατίας!

Εφημερίς Εστία
Σέ μιάν ἀπροσδόκητη ἐξέλιξη, ἡ κ. Ντόρα Μπακογιάννη πρότεινε νά καθήσουν στό ἴδιο τραπέζι οἱ πρώην Πρωθυπουργοί, Κώστας Καραμανλῆς, Γιῶργος Παπανδρέου, Ἀλέξης Τσίπρας καί Ἀντώνης Σαμαρᾶς, καθώς καί ὁ Εὐάγγελος Βενιζέλος, προκειμένου νά ὑπάρξει ἐθνική συνεννόησις γιά τά ζητήματα πού ἀφοροῦν στήν ἐξωτερική πολιτικῆς τῆς χώρας σέ σχέση μέ τήν Τουρκία. Καί τοῦτο ἐνῶ κατ’ ἐπανάληψιν ὁ Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ἔχει δηλώσει ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει τήν ἀποκλειστική εὐθύνη τῆς διακυβερνήσεως καί τῆς χαράξεως τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς. Ἡ πρότασις αὐτή τῆς κ. Μπακογιάννη συνιστᾶ ἐπαναφορά, ἔστω καί ἄτυπη, τοῦ Συμβουλίου τῆς Δημοκρατίας, τό ὁποῖο προεβλέπετο ἀπό τό Σύνταγμα τοῦ 1975 καί κατηργήθη μέ τήν συνταγματική ἀναθεώρηση τοῦ 1986, κατά τήν ὁποία ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας κατέστη ἀποκλειστικῶς τελετουργικός, μέ τό σύνολον τῶν ἁρμοδιοτήτων νά περιέρχονται στόν Πρωθυπουργό. Στό Συμβούλιο τῆς Δημοκρατίας, τό ὁποῖο συγκαλοῦσε ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, μετεῖχαν, πέραν τοῦ ἐν ἐνεργείᾳ Πρωθυπουργοῦ, οἱ διατελέσαντες Πρωθυπουργοί, καθώς καί οἱ διατελέσαντες Πρόεδροι τῆς Δημοκρατίας. Τό Συμβούλιο αὐτό ἐλάχιστες φορές εἶχε συγκληθεῖ καί προεβλέπετο νά λειτουργεῖ συμβουλευτικῶς γιά πράξεις ρυθμίσεως τοῦ πολιτεύματος, μέ πρώτη προτεραιότητα τήν σύγκλιση τῶν ἀπόψεων ὅλων τῶν συμμετεχόντων. Τό πνεῦμα τῆς προτάσεως τώρα εἶναι πολύ διαφορετικό καί φαίνεται ὅτι στήν βάση της ὑπάρχει ὁ φόβος γιά τήν […]

Ἆσμα ἡρωικό καί πένθιμο γιά τόν Διονύσιο μελωδό

Δημήτρης Καπράνος
Ἦταν ἕνα «μουσικό πρωινό» τοῦ Νίκου Μαστοράκη, νομίζω τό ’65.

Σάββατον 23 Ὀκτωβρίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ H ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΟΤ