Καί τώρα πῶς θά ζήσουμε δίχως «ἀράμπικα»;

Ὁ Γιῶργος ἀπό χθές τά ἔχει βάψει μαῦρα!

Τό πρωί, πού συναντηθήκαμε στήν καφετέρια γιά τήν καθημερινή μας συνάντηση, τόν βρῆκα συνοφρυωμένο καί ἀνήσυχο. Τό μυαλό μου πῆγε ἀμέσως στό κακό, καθώς ἔχει δύο ἐγγονάκια στό σχολεῖο καί ἀνησυχεῖ μήπως μεταφέρουν κάποια στιγμή τόν ἰό στό σπίτι τους.

«Τί ἔγινε, φίλε; Συνέβη κάτι κακό;» τόν ρώτησα. Κούνησε τό κεφάλι, ἤπιε μιά γουλιά ἀπό τόν πρωινό του «καπουτσίνο» καί εἶπε, μέ ὕφος βαρύ.

«Μά δέν τά ἔμαθες; Ἐπίκειται κρίση στόν καφέ! Ὁ πλανήτης βρίσκεται ἐνώπιον μιᾶς μεγάλης ἔλλειψης τῆς ποικιλίας ἀράμπικα, πού δίνει μιά πιό ἁπαλή γεύση στόν καφέ καί ἀντιστοιχεῖ στό 60% τῆς παγκόσμιας παραγωγῆς!»…

Ὀμολογῶ ὅτι δέν τό εἶχα σκεφθεῖ. Καί τώρα τί θά κάνουμε χωρίς «ἀράμπικα»; Βέβαια, κάθε τόσο, ὅταν ζητῶ καφέ, μέ ρωτᾶ ἡ δεσποινίς πού χειρίζεται τά μηχανήματα παρασκευῆς. «Ἀράμπικα, Ρομπούστα ἤ Μπραζίλιαν;» κι ἐγώ τῆς ἀπαντῶ πάντα στό ἴδιο μοτίβο. «Ξέρεις τί ξύλο ἔχω φάει ἀπό τή μάνα μου γιά νά μάθω τούς καφέδες;» Ἐκείνη γελᾶ, καί ἐπιλέγει ὅποια ποικιλία θέλει… Πράγματι, οὐδέποτε κατάλαβα ὅλη αὐτή τήν ἱστορία μέ τόν καφέ. Ἀλλά, βλέποντας τίς καφετέριες καί τά «κόφι-σόπ» πού ξεφυτρώνουν σάν μανιτάρια, ἔχω ἀντιληφθεῖ ὅτι ὁ καφές ἔγινε πλέον τό ἐθνικό μας ρόφημα. Ἐκεῖ πού πηγαίναμε, φοιτητές, στό καφενεῖο καί παραγγέλναμε παλιότερα ἕναν «βαρύ γλυκό» ἤ «γλυκύ βραστό» ἤ «μέτριο βαρύ» ἤ «πολλά βαρύ καί ὄχι» (ἐγώ νά σᾶς πῶ τήν ἁμαρτία μου δέν σκαμπάζω ἀπό αὐτά καί πίνω τόν καφέ πάντα σκέτο) συνοδευόμενο καί ἀπό ἕνα τάβλι γιά τίς «τιτανομαχίες» μέ στοίχημα «τά καφεδάκια», τώρα ζητᾶμε «ντόλτσε κόν λάτε», «φρέντο ἐσπρέσο μέ καστανή ζάχαρη», «καπουτσίνο κόν ζούκερο» καί ἄλλα τέτοια. Νά μήν σᾶς πῶ ὅτι ἀπαρνηθήκαμε καί τόν ἑλληνικῆς ἐμπνεύσεως καί κατασκευῆς «φραπέ», ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ πέρασε τό στάδιο τῆς «φραπεδιᾶς μέ γάλα», βρέθηκε πλέον σέ δεύτερη καί τρίτη σειρά προτιμήσεως, ὑποσκελισθείς ἀπό τά «μπραζίλιαν», τά «ἀράμπικα» καί τά «βενεράμπιλις μπάρμπα καπουτσινόρουμ», πού λέγαμε καί στό σχολεῖο!

Νά, ὅμως, πού ὁ Γιῶργος μοῦ διάβασε τό τρομακτικό ρεπορτάζ! «Οἱ λάτρεις τοῦ καφέ ἔχουν πολλά γιά τά ὁποῖα πρέπει νά ἀνησυχοῦν, καθώς ἡ παγκόσμια ἔλλειψη καρπῶν ἔχει ὁδηγήσει σέ σοβαρές ἀνατιμήσεις τόσο στά καφέ ὅσο καί στά σοῦπερ μάρκετ. Πλέον, ὁ πρωινός καπουτσίνο ἤ ὁ λάτε σας μπορεῖ νά ἀρχίσει νά ἔχει πιό πικρή γεύση, ἀλλά ὄχι μόνο λόγῳ ἀκρίβειας. Ἀκραῖες καιρικές συνθῆκες κατέστρεψαν παραγωγές καί οἱ προβλέψεις κάνουν λόγο γιά ἀντίξοες καιρικές συνθῆκες καί στίς ἀρχές τοῦ 2022, μέ συνέπεια μπορεῖ νά χρειαστοῦν χρόνια γιά νά ἀνακάμψει ὁ κλάδος». Συγκλονίσθηκα! «Τί λές βρέ φίλε; Θά μείνουμε χωρίς ἀράμπικα;» εἶπα εἰρωνικά. «Μέ τόν πόνο μας παίζεις; Τώρα πού μάθαμε νά πίνουμε τόν σωστό καφέ, πᾶνε νά μᾶς τόν κόψουν;» εἶπε ὁ Γιῶργος, μέ ὕφος πένθιμο. Φώναξα τήν σερβιτόρο. «Σέ παρακαλῶ, ἀπό σήμερα ἑλληνικό, σκέτο καί στό πλάι ἕνα λουκουμάκι!» τῆς λέω. «Λουκουμάκια δέν ἔχουμε!» μοῦ ἀπαντᾶ. «Νά πάρετε. Καί μάλιστα ρομπούστα!» τῆς λέω καί ἀπό χθές, ὅλοι στήν καφετέρια «ψάχνονται»…

Απόψεις

Σάββατον, 20 Νοεμβρίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΠΛΟΦΟΡΙΑ

Ἀμερικανικό μονοπώλιο στό ἀέριο μέ λουκέτο στόν ἀγωγό TAP!

Εφημερίς Εστία
Οἱ ἀρχιτέκτονες τοῦ καπιταλισμοῦ καταργοῦν τόν ἐλεύθερο ἀνταγωνισμό – Σταματᾶ ὁ ἐφοδιασμός μας καί μέ ἀζέρικο ἀέριο (πλήν τοῦ ρωσσικοῦ) ἀπό τόν ἀγωγό πού κατασκευάσθηκε τό 2014 ἐπί Κυβερνήσεως Σαμαρᾶ 10 δισ. κυβικά μέτρα φυσικό ἀέριο ἡ χωρητικότης του, μέ δυνατότητα διπλασιασμοῦ

Στόν ἀστερισμό τοῦ ἀσήμαντου

Μανώλης Κοττάκης
Ἡ Ἑλλάς φλυαρεῖ: Ἐπιφανειακός λόγος, παραπολιτική ρηχότης, πλεονασμός εἰκόνας καί πόζας, ἀπουσία κεντρικοῦ μηνύματος γιά τό μέλλον

Δριμεῖα ἐπίθεσις κατά Γκίλφοϋλ ἀπό τήν πρεσβεία τῆς Κίνας γιά τόν Πειραιᾶ

Εφημερίς Εστία
Οχι μόνο δέν ἔμεινε ἀναπάντητη ἡ προτροπή τῆς πρέσβεως τῶν ΗΠΑ στήν Ἀθήνα πρός Κίνα νά πουλήσει τό λιμάνι τοῦ Πειραιῶς, ἀλλά ἡ ἀνακοίνωσις τῆς κινεζικῆς πρεσβείας παραπέμπει σέ ψυχροπολεμικό κλῖμα καί ἐπιτείνει τίς ἤδη τεταμένες σχέσεις τῶν δύο χωρῶν μέ ἐπίκεντρο τήν Ἑλλάδα.

Δέν εἶναι δεδομένη ἡ δημοκρατία

Δημήτρης Καπράνος
Τώρα πού πέρασαν οἱ μέρες τῆς ἐντάσεως καί τῶν γεγονότων, ἄς μιλήσουμε γιά ἐκεῖνες τίς στιγμές πού εἴχαμε τήν τύχη νά ζήσουμε καί πού δέν ξεχνᾶμε ποτέ.