Οἱ ἀδελφοί μας Κύπριοι θεωροῦν ὑπευθύνους τήν Μεγάλη Βρεταννία (87%), τίς ΗΠΑ (84%) καί τήν Ἑλλάδα (77%). 67% θεωρεῖ ὅτι ἡ Ἑλλάς μποροῦσε νά βοηθήσει στήν δευτέρα φάση τῆς εἰσβολῆς – Διαρκές θέμα συζητήσεως τά γεγονότα γιά τό 63% τοῦ πληθυσμοῦ, πού «δέν ξεχνᾶ»
Σέ συντριπτικό ποσοστό, ἄνω τοῦ 80%, ἐρωτηθέντες Κύπριοι σέ ἔρευνα γιά τήν τουρκική εἰσβολή θεωροῦν ὅτι ἡ στάσις τοῦ ξένου παράγοντος εὐνόησε τά τουρκικά σχέδια. Συγκεκριμένα, τό 87% θεωρεῖ ὅτι ἡ στάσις τῆς Μεγάλης Βρεταννίας εὐνόησε τούς τουρκικούς ἐπεκτατικούς σχεδιασμούς, ἐνῶ τό 84% ἔχει τήν ἰδία γνώμη γιά τίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες καί τό 77% γιά τήν Ἑλλάδα. Ἀκολουθοῦν τό ΝΑΤΟ μέ 63% καί τά Ἡνωμένα Ἔθνη μέ 42%. Εἰδικῶς γιά τήν Ἑλλάδα οἱ ἐρωτηθέντες, σέ ποσοστό 67%, θεωροῦν ὅτι ἦταν σέ θέση νά βοηθήσει στρατιωτικῶς τήν Κύπρο στήν ἀντιμετώπιση τῆς δευτέρας φάσεως τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς.
Ὡστόσο, συντριπτικῶς, σέ ποσοστό 76%, οἱ ἐρωτηθέντες τῆς ἐρεύνης πιστεύουν ὅτι ἡ τουρκική εἰσβολή θά μποροῦσε νά εἶχε ἀντιμετωπιστεῖ πιό ἀποτελεσματικά.
Ἐπιπροσθέτως, οἱ συμμετέχοντες στήν ἔρευνα ἐκλήθησαν νά ἐκφράσουν τήν γνώμη τους γιά τούς ὑπαιτίους τοῦ πραξικοπήματος. Οἱ πλεῖστοι κατέδειξαν τήν δικτατορία, σέ ποσοστό 41%, καί τήν ΕΟΚΑ Β΄ καί τόν Γρίβα, σέ ποσοστό 34%. Τό 15% ἀπήντησε «ὁ Μακάριος καί οἱ τότε κυβερνῶντες», ἐνῶ τό 11% «ὁ ξένος παράγων».
Ἀναφορικά μέ τήν συχνότητα τῶν συζητήσεων γιά τό 1974, τό 23% ἀπήντησε «Συχνά» καί 41% «Μερικές φορές».
Σχετικῶς μέ τό ἐρώτημα γιά τήν ὕπαρξη θυμάτων τοῦ 1974 στό οἰκογενειακό περιβάλλον, δηλαδή νεκροί, τραυματίες, κακοποιημένοι, ἀγνούμενοι, πρόσφυγες ἤ ἐκτοπισθέντες, τό 55% ἀπήντησε ὅτι πράγματι εἶχαν κάποια ἀπώλεια.
Στό ἐρώτημα κατά πόσον τό σχολεῖο εἶναι ἡ κύρια πηγή ἐνημερώσεως γιά τό 1974, μόλις τό 10% ἀπήντησε καταφατικῶς. Τό 48% ἀπήντησε ὅτι ἐνημερώνεται κυρίως ἔξω ἀπό τό σχολεῖο καί τό 37% καί τά δύο. Ὡς ἐξωσχολική πηγή ἐνημερώσεως, τό 64% ἀναφέρει τήν οἰκογένεια καί ἄλλα συγγενικά πρόσωπα, τό 30% φίλους καί γνωστούς, ἐνῶ ἕνας στούς τέσσερεις ἐκ τῶν ἐρωτηθέντων ἀναφέρει καί τά μέσα ἐνημερώσεως καθώς καί τά βιβλία. Σημειώνεται ὅτι τό 22% ἐδήλωσε ὅτι ἔχει προσωπικά βιώματα.
Ἀνά ἡλικιακές ὁμάδες, οἱ γεννηθέντες μετά τό 1974, σέ συντριπτικό ποσοστό, ἐδήλωσαν ὅτι ἡ ἐνημέρωσίς τους γιά τά γεγονότα ἐκεῖνα προκύπτει ἀπό τό οἰκογενειακό περιβάλλον: Σέ ποσοστό 68% οἱ ἡλικίες 18-24 ἐτῶν, 81% οἱ 25-34, 67% οἱ 35-44 καί 71% οἱ ἡλικίες 45-54. Στήν τελευταία κατηγορία περιλαμβάνεται καί ἕνα 5% τό ὁποῖο ἀπήντησε ὅτι ἔχει ζήσει τά γεγονότα.
Συμφώνως πρός τά ἀποτελέσματα τῆς ἐρεύνης, ἡ ἀνάμνησις τῶν γεγονότων ἐξακολουθεῖ νά προκαλεῖ ἀρνητικά συναισθήματα: Ὀργή ἤ ἀγανάκτηση στό 28%, ἀπογοήτευση στό 24%, λύπη καί στεναχώρια στό 22%, καθώς καί ἄλλα πού συγκεντρώνουν πολύ μικρότερο ποσοστό.
Οἱ συμμετέχοντες ἐρωτήθησαν καί γιά τόν βαθμό ἱκανοποιήσεως ἀπό τίς περσινές δράσεις γιά τήν 50ή ἐπέτειο τοῦ πραξικοπήματος καί τῆς εἰσβολῆς. Τό 39% τῶν ἐρωτηθέντων ἔκρινε ὅτι τό ΡΙΚ ἀνταπεκρίθη πολύ ἤ ἀρκετά σέ αὐτήν τήν ἀποστολή. Τό ἀντίστοιχο ποσοστό γιά τήν Προεδρία τῆς Δημοκρατίας εἶναι 27%, γιά τήν Ἐκκλησία 23% καί γιά τούς Δήμους 21%. Ἀκολουθοῦν ἡ Βουλή, τά πολιτικά κόμματα καί τό Ὑπουργεῖο Ἀμύνης, πού λαμβάνουν ἀπό 20%.
Ἡ παροῦσα ἔρευνα κατέγραψε τίς στάσεις καί ἀντιλήψεις τῆς κυπριακῆς κοινῆς γνώμης ἔναντι τῆς ἐπετείου τῶν 50 ἐτῶν ἀπό τό πραξικόπημα καί τήν τουρκική εἰσβολή τοῦ 1974. Ἐχωρίσθη σέ τρία κεφάλαια: Τό πρῶτο ἀφοροῦσε στήν κοινωνική πρόσληψη τῶν γεγονότων τοῦ 1974, τό δεύτερο στίς στάσεις ἔναντι τῶν γεγονότων καί τό τρίτο στόν ἀπολογισμό τῆς ἐπετείου.
Διεξήχθη γιά λογαριασμό τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Ἱδρύματος Κύπρου ἀπό τήν ἑταιρεία MRC Cypronetwork, τήν περίοδο ἀπό 29 Σεπτεμβρίου ἕως 17 Ὀκτωβρίου, μέ δεῖγμα 1.422 ἀτόμων, καί τήν παρουσίασε ὁ Γιάννης Μαυρῆς. Οἱ ἔρευνες Πολιτικῆς Κουλτούρας καί Ἐκλογικῆς Συμπεριφορᾶς, πού καθιέρωσε στό ΡΙΚ ἀπό τό 1996, ἀποτελοῦν τήν συστηματικώτερη χρονοσειρά γιά τήν παρακολούθηση τῶν τάσεων τῆς κυπριακῆς κοινῆς γνώμης.
Σημειώνεται ὅτι διεξήχθη σέ παγκύπρια βάση, μέ τηλεφωνικές συνεντεύξεις καί τήν χρήση δομημένου ἐρωτηματολογίου, χωρίς κάλπη, ἐνῶ ἐκάλυψε τόν γενικό πληθυσμό, ἡλικίας 18 ἐτῶν καί ἄνω, μέ δικαίωμα ψήφου. Ἀκολουθήθηκε ἡ μέθοδος τῆς τυχαίας πολυσταδιακῆς στρωματοποιημένης δειγματοληψίας.

