Πῶς εἶναι ἕνα τυπικό διήμερο καραντίνας;
Ξύπνημα (νωρίς, ἀφοῦ ἔτσι ἔχεις μάθει), ἕνα μπάνιο «γιά νά ξυπνήσουμε», ἕνας μικρός περίπατος μέχρι τά καΐκια στό Μικρολίμανο γιά νά δῶ τήν ψαριά καί καμμιά φορά νά πάρω κανά ψάρι, κι ὕστερα γράψιμο, διάβασμα, περπάτημα… Οὔτε ξέρω πόσες φορές ἔχω τακτοποιήσει τά πράγματα στό γραφεῖο, τώρα ψάχνω νά βρῶ χρώματα γιά νά βάψουμε τίς κρεβατοκάμαρες, κάθομαι καί στό πιάνο, παίζω καί μέ τίς κιθάρες, μέχρι καί ἕνα παλιό γαλλικό κόρνο πού ἔχω ἀγοράσει πρίν πολλά χρόνια ἔχω ἐνεργοποιήσει, μπάς καί μπορέσω νά τό καταλάβω!
Τό φλάουτο τό παράτησα, δύσκολο πρᾶγμα, τό ἄτιμο…
Τά Σαββατοκύριακα ἔχει ποδόσφαιρο. Ἀκόμη καί στά ἄδεια γήπεδα, μερικές φορές τό θέαμα εἶναι συναρπαστικό. Μεσοβδόμαδα ἔχει καί μπάσκετ, νά γεμίσουν οἱ ὧρες…
Ὥσπου, κάθεσαι τό βράδυ τῆς Παρασκευῆς στήν μπερζέρα, ἀνάβεις κι ἕνα ἀπό ἐκεῖνα τά ποῦρα πού σοῦ ἔχουν ἀπομείνει καί στέκεσαι στήν ΕΡΤ 1 νά δεῖς «Τά καλύτερά μας χρόνια».
Μπορεῖ τά πράγματα νά μήν ἦταν ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τά περιγράφει ἡ σειρά (προφανῶς οἱ σεναριογράφοι δέν ἔζησαν ἐκεῖνα τά χρόνια), ἀλλά ὑπάρχει ἕνα κάποιο «χρῶμα» ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ἀπολαμβάνεις καί τό «Γνήσιον Μεταξᾶ» στό μεγάλο ποτήρι καί ὅταν ἀρχίζουν οἱ διαφημίσεις πηγαίνεις στήν ΕΡΤ2 «νά δεῖς τί ἔχει ἀπό ἐκεῖ». Καί πέφτεις ἐπάνω στόν Σταμάτη Κόκοτα!
Μέ τό μαλλί κορακίσιο (καλλιτεχνικῇ ἀδείᾳ ἐπιτρέπεται) καί μέ τίς μπαρμπέτες σαρακοφαγωμένες. Ἀλλά εἶναι ὁ Κόκοτας! Καί τραγουδάει (μέ τόν δικό του τρόπο) ἐκεῖνα τά ἐκπληκτικά τραγούδια τοῦ Ξαρχάκου, τοῦ Μούτση, τοῦ Σπανοῦ!
Ἀμέσως ἐνεργοποιεῖς τό μηχάνημα, «γράφεις» τήν ἐκπομπή μέ τόν Σταμάτη γιά νά τήν δεῖς ἀργότερα καί ξαναγυρίζεις στά «Καλύτερά μας χρόνια», πού μπορεῖ νά μήν ἦταν τά καλύτερα, ἀλλά ἦταν τά νιάτα μας!
Κι αὐτό ἀρκεῖ γιά νά σέ κάνει νά γυρίσεις πίσω, νά θυμηθεῖς τό παλιό σου σπίτι, τούς γονεῖς, τά ἀδέλφια, τά σχολικά χρόνια, τίς τρέλες τῆς ἐφηβείας, τά πάρτυ, τίς πρῶτες γνωριμίες. Ἔ, νιάτα εἶναι αὐτά…
Κι ἀφοῦ τελειώνει ἡ σειρά κι ἐσύ ξανανάβεις τό ποῦρο πού ἔχει σβήσει, γυρίζεις στόν «Ἀντέννα» καί πέφτεις ἐπάνω στό «1968», τήν ταινία τοῦ Μπουλμέτη γιά τόν θρίαμβο τῆς ΑΕΚ στό μπάσκετ!
Καί θυμᾶσαι, πού ὁλόκληρη ἡ Ἕκτη Τάξη τοῦ Γυμνασίου σου, μέ τά κορίτσια σας, εἴχατε πάει Καλλιμάρμαρο ἐκεῖνο τό βράδυ. Μέ τά φτηνά, μαθητικά εἰσιτήρια στό «πέταλο» πρός τόν Ἀρδηττό, καί δέν βλέπατε παρά μόνο σκιές καί τό ὁλόφωτο τσιμεντένιο γηπεδάκι στό κέντρο!
Εὐτυχῶς κάποιος εἶχε φέρει κυάλια καί μπορέσαμα νά δοῦμε ὁ καθένας ἀπό κανα-δυό φάσεις! Καί μόλις ἔμπαινε ἡ μπάλα στό καλάθι τῆς Σλάβια Πράγας, τό μαθαίναμε ἀπό τό τραζίστορ πού εἴχαμε μαζί μας, μέ τήν φωνή τοῦ
Βασίλη Γεωργίου! Καί πανηγυρίζαμε!
Βρέ, γιά σκέψου, συλλογιέμαι! Στά «μεγάλα» νεανικά τῆς ἐποχῆς, ἤμασταν παρόντες! Στούς «Ρόλινγκ Στόουνς» στήν Λεωφόρο, στόν θρίαμβο τῆς ΑΕΚ στό Καλλιμάρμαρο, στό παγκόσμιο ρεκόρ τοῦ Παπανικολάου! Πῶς τά προλαβαίναμε ὅλα; Καί σχολεῖο καί διάβασμα, καί μετά Πανεπιστήμιο καί ἀθλητισμό καί μουσική!
Ἔβαλα μπρός τό σύστημα κι ἄρχισα νά ἀκούω τόν Κόκοτα. «Στοῦ Ὄθωνα τά χρόνια» κι ὕστερα «Πειραιώτισσα»… Μέ ξύπνησε τό πρωί ἡ ἐγγονή. «Παπποῦ, στήν πολυθρόνα κοιμήθηκες;»