Φταίει κι ὁ ἴδιος ὁ λαός πού εἶναι μαραζιάρης…

Εἴμαστε λαός τῶν ἄκρων! Λές καί ἔχουμε τσακωθεῖ μέ τήν κοινή λογική, λές καί μᾶς θέλγει ἡ ἀνακατωσούρα καί ἡ γκρίνια.

Τί θά ἔκανε ὁ κόσμος πού διαμένει κοντά σέ ἕναν παράδεισο, τό δάσος τοῦ Τατοΐου μέ τά κτίριά του; Θά τό πρόσεχε, θά τό διατηροῦσε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, θά τό ἀπολάμβανε, τά Σαββατοκύριακα, μέ τήν οἰκογένειά του, θά πίεζε –μέ τόν τρόπο του– τούς κυβερνῶντες νά ἀνακαινίσουν καί νά διατηρήσουν ὅλο τό ἐν λόγῳ συγκρότημα.

Τί θά ἔκαναν οἱ –ἑκάστοτε– κυβερνῶντες, ἀπό τό 1974 καί μετά; Μά, ἀσφαλῶς, θά φρόντιζαν νά μήν περιέλθει τό ὅλον Τατόι στό σημερινό του κατάντημα. Θά φρόντιζαν τό δάσος, θά καθάριζαν καί θά ὀμόρφαιναν τά ἀνάκτορα καί θά ἀξιοποιοῦσαν αὐτόν τόν ὑπέροχο πνεύμονα τῆς ταλαίπωρης, γκρίζας καί στενόχωρης Ἀττικῆς.

Γιατί δέν ἔχουν γίνει ὅλα αὐτά; Μά, ἐπειδή «φταῖνε τά τραγούδια μας, φταίει καί ὁ λυράρης» ἀλλά παράλληλα «φταίει κι ὁ ἴδιος ὁ λαός, πού εἶναι μαραζιάρης»…
Πιάστε τά λαϊκά μας τραγούδια. Τά πιό πολλά εἶναι μινόρε, εἶναι λυπητερά, εἶναι γκρινιάρικα. Πρέπει νά πᾶς στά νησιά γιά νά ἀκούσεις ματζόρε καί νά σέ συνεπάρει ὁ ρυθμός. Μάθαμε στήν μίρλα, μάθαμε στήν κλάψα καί, κυρίως, μάθαμε στήν μιζέρια…

Ἀπό παιδάκι, θυμᾶμαι ἐκεῖνο τό Καφέ-μπαρ στήν γωνία τῆς γειτονιᾶς μας, πού εἶχε φέρει ἕνα «τζούκ-μπόξ», περί τίς ἀρχές τοῦ ’60. Πήγαιναν, λοιπόν, ἐκεῖ οἱ ἄνδρες τῆς περιοχῆς (σπανίως ἔβλεπες ἐκεῖ μέσα γυναῖκα) καί ἀπολάμβαναν τά «κατοσταράκια τους», ἀκούγοντας καί τραγούδια, ρίχνοντας μιά δραχμή στήν σχισμή τοῦ μηχανήματος.

Καί ἀκούγαμε συνέχεια γιά τήν ξενιτιά, γιά τόν καημό μας, γιά τίς φάμπρικες τῆς Γερμανίας, γιά τοῦ Βελγίου τίς στοές, γιά τόν σταθμό τοῦ Μονάχου, καί ἄλλα, πού μᾶς μαύριζαν τήν παιδική καρδιά.

Ὥσπου, μιά μέρα, πού εἴχαμε πεῖ τά κάλαντα καί εἴχαμε μαζέψει χρήματα, πήγαμε, πήραμε ἀπό μιά πορτοκαλάδα καί χαζεύαμε τό «τζούκ-μπόξ».
Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στό Καραπιπερίμ καί τό Ράμπι-ράμπι, εἴδαμε καί κάτι ξένα γράμματα. Καί πατήσαμε τά κουμπιά καί καθίσαμε νά ἀκούσουμε τά «ξένα» πού ἐπιλέξαμε. Τά θυμᾶμαι ἀκόμη! Τό ἕνα ἦταν τό “It’s now or never” μέ τόν Ἔλβις καί τό ἄλλο τό “Oh, Carοl”, μέ τόν Νήλ Σεντάκα. Καί ἄλλαξε μέ μιᾶς ἡ διάθεσή μας!

Μπορεῖ οἱ «μάγκες» πού ἦταν μέσα στό κατάστημα (ἐμεῖς καθόμασταν ἔξω, στά σκαλοπάτια) νά δυσανασχέτησαν, ἀλλά ἐμεῖς εἴχαμε βρεῖ τήν «χαραμάδα αἰσιοδοξίας» πού ψάχναμε!

Μέ τά χρόνια, ὅμως, τήν μάχη ἔχει κερδίσει τό μινόρε, ἡ στεναχώρια, τό δάκρυ καί, παρά τίς φιλότιμες προσπάθειες πολλῶν, ἡ γκρίνια καί ἡ χρόνια τάση πρός ἀντιπαράθεση…

Κι ἄν βρεθεῖ ὁ τόπος σέ κακοτοπιά, ἄν ἔλθουν τά πράγματα λίγο ἀνάποδα, πέφτει μαύρη πλερέζα, ἐπέρχεται ὁ χωρισμός σέ στρατόπεδα καί μπορεῖ τό πρᾶγμα νά φθάσει σέ «πάνω-κάτω πλατεῖα» καί σέ λαϊκισμό χιλίων καρατίων! Κι ὅταν μᾶς δοθεῖ μιά εὐκαιρία πρός συνεννόηση καί ἀλληλοκατανόηση, τήν πετᾶμε «στά καμμένα»! Μέ τίς ὑγεῖές μας!

Απόψεις

Διεθνής ἐξευτελισμός τῆς Ἑλλάδος γιά τό καλώδιο Αἰγαίου – Κύπρου

Εφημερίς Εστία
Μόνον μέ ἄδεια τῆς Τουρκίας ἡ πόντισις! Ὑποχωρήσαμε ὁριστικῶς στά 6 μίλια – Βέτο τῆς Ἀγκύρας καί στά διεθνῆ ὕδατα

Τό Ἰσλάμ «σέβεται» Παναγία – Ἅγιο Γεώργιο, ἐνῶ «ἐμεῖς» τούς βεβηλώνουμε

Μανώλης Κοττάκης
Τό θέμα ἐπιστρέφει διαρκῶς στήν ἐπικαιρότητα τά τελευταῖα εἴκοσι χρόνια μέ ποικίλες ἀφορμές.

Ἅλμα στά κρατικά «φέσια» τόν Ἰανουάριο

Εφημερίς Εστία
Νέα αὔξηση κατέγραψε τό κοντέρ τῶν ληξιπροθέσμων ὀφειλῶν τῆς Γενικῆς Κυβερνήσεως γιά ἕναν ἀκόμη μῆνα.

Ἕνας κοριός ἀποκαλύπτει μιά σημαντική ἀδυναμία

Δημήτρης Καπράνος
Ἀντιγράφω ἀπό τόν ἱστότοπο τῆς Λέσβου «Στό Νησί»: «Ἀπιστευτή περιπέτεια ἔζησε μιά νεαρή κοπέλα κατά τή διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ της μέ πλοῖο τῆς γραμμῆς Πειραιᾶς – Μυτιλήνη, τήν Δευτέρα 10 Μαρτίου, ταξιδεύοντας χωρίς καμπίνα.

Σάββατον, 13 Μαρτίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΣ ΜΑΣ ΕΙΠΟΥΝ!