ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2025

Φταίει κι ὁ ἴδιος ὁ λαός πού εἶναι μαραζιάρης…

Εἴμαστε λαός τῶν ἄκρων! Λές καί ἔχουμε τσακωθεῖ μέ τήν κοινή λογική, λές καί μᾶς θέλγει ἡ ἀνακατωσούρα καί ἡ γκρίνια.

Τί θά ἔκανε ὁ κόσμος πού διαμένει κοντά σέ ἕναν παράδεισο, τό δάσος τοῦ Τατοΐου μέ τά κτίριά του; Θά τό πρόσεχε, θά τό διατηροῦσε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, θά τό ἀπολάμβανε, τά Σαββατοκύριακα, μέ τήν οἰκογένειά του, θά πίεζε –μέ τόν τρόπο του– τούς κυβερνῶντες νά ἀνακαινίσουν καί νά διατηρήσουν ὅλο τό ἐν λόγῳ συγκρότημα.

Τί θά ἔκαναν οἱ –ἑκάστοτε– κυβερνῶντες, ἀπό τό 1974 καί μετά; Μά, ἀσφαλῶς, θά φρόντιζαν νά μήν περιέλθει τό ὅλον Τατόι στό σημερινό του κατάντημα. Θά φρόντιζαν τό δάσος, θά καθάριζαν καί θά ὀμόρφαιναν τά ἀνάκτορα καί θά ἀξιοποιοῦσαν αὐτόν τόν ὑπέροχο πνεύμονα τῆς ταλαίπωρης, γκρίζας καί στενόχωρης Ἀττικῆς.

Γιατί δέν ἔχουν γίνει ὅλα αὐτά; Μά, ἐπειδή «φταῖνε τά τραγούδια μας, φταίει καί ὁ λυράρης» ἀλλά παράλληλα «φταίει κι ὁ ἴδιος ὁ λαός, πού εἶναι μαραζιάρης»…
Πιάστε τά λαϊκά μας τραγούδια. Τά πιό πολλά εἶναι μινόρε, εἶναι λυπητερά, εἶναι γκρινιάρικα. Πρέπει νά πᾶς στά νησιά γιά νά ἀκούσεις ματζόρε καί νά σέ συνεπάρει ὁ ρυθμός. Μάθαμε στήν μίρλα, μάθαμε στήν κλάψα καί, κυρίως, μάθαμε στήν μιζέρια…

Ἀπό παιδάκι, θυμᾶμαι ἐκεῖνο τό Καφέ-μπαρ στήν γωνία τῆς γειτονιᾶς μας, πού εἶχε φέρει ἕνα «τζούκ-μπόξ», περί τίς ἀρχές τοῦ ’60. Πήγαιναν, λοιπόν, ἐκεῖ οἱ ἄνδρες τῆς περιοχῆς (σπανίως ἔβλεπες ἐκεῖ μέσα γυναῖκα) καί ἀπολάμβαναν τά «κατοσταράκια τους», ἀκούγοντας καί τραγούδια, ρίχνοντας μιά δραχμή στήν σχισμή τοῦ μηχανήματος.

Καί ἀκούγαμε συνέχεια γιά τήν ξενιτιά, γιά τόν καημό μας, γιά τίς φάμπρικες τῆς Γερμανίας, γιά τοῦ Βελγίου τίς στοές, γιά τόν σταθμό τοῦ Μονάχου, καί ἄλλα, πού μᾶς μαύριζαν τήν παιδική καρδιά.

Ὥσπου, μιά μέρα, πού εἴχαμε πεῖ τά κάλαντα καί εἴχαμε μαζέψει χρήματα, πήγαμε, πήραμε ἀπό μιά πορτοκαλάδα καί χαζεύαμε τό «τζούκ-μπόξ».
Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στό Καραπιπερίμ καί τό Ράμπι-ράμπι, εἴδαμε καί κάτι ξένα γράμματα. Καί πατήσαμε τά κουμπιά καί καθίσαμε νά ἀκούσουμε τά «ξένα» πού ἐπιλέξαμε. Τά θυμᾶμαι ἀκόμη! Τό ἕνα ἦταν τό “It’s now or never” μέ τόν Ἔλβις καί τό ἄλλο τό “Oh, Carοl”, μέ τόν Νήλ Σεντάκα. Καί ἄλλαξε μέ μιᾶς ἡ διάθεσή μας!

Μπορεῖ οἱ «μάγκες» πού ἦταν μέσα στό κατάστημα (ἐμεῖς καθόμασταν ἔξω, στά σκαλοπάτια) νά δυσανασχέτησαν, ἀλλά ἐμεῖς εἴχαμε βρεῖ τήν «χαραμάδα αἰσιοδοξίας» πού ψάχναμε!

Μέ τά χρόνια, ὅμως, τήν μάχη ἔχει κερδίσει τό μινόρε, ἡ στεναχώρια, τό δάκρυ καί, παρά τίς φιλότιμες προσπάθειες πολλῶν, ἡ γκρίνια καί ἡ χρόνια τάση πρός ἀντιπαράθεση…

Κι ἄν βρεθεῖ ὁ τόπος σέ κακοτοπιά, ἄν ἔλθουν τά πράγματα λίγο ἀνάποδα, πέφτει μαύρη πλερέζα, ἐπέρχεται ὁ χωρισμός σέ στρατόπεδα καί μπορεῖ τό πρᾶγμα νά φθάσει σέ «πάνω-κάτω πλατεῖα» καί σέ λαϊκισμό χιλίων καρατίων! Κι ὅταν μᾶς δοθεῖ μιά εὐκαιρία πρός συνεννόηση καί ἀλληλοκατανόηση, τήν πετᾶμε «στά καμμένα»! Μέ τίς ὑγεῖές μας!

Απόψεις

Τί συμβαίνει μέ τήν χρυσῆ λίρα

Εφημερίς Εστία
Γιατί οἱ Ἕλληνες τήν ἐπιλέγουν ὡς ἐπένδυση – Ἡ τιμή της ἔχει ἀπογειωθεῖ καί συνεχίζει νά ἀνατιμᾶται – Τί δείχνουν τά στοιχεῖα τῶν ἀγοραπωλησιῶν ἀπό τήν Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος

Ὁ Κύριος ἀπουσιάζει

Μανώλης Κοττάκης
Διανύουμε μία περίοδο τοῦ χρόνου πού ἐκπαιδεύουμε τούς ἑαυτούς μας στό ὄνειρο, στήν φιλοδοξία, στήν ἐλπίδα, στήν προοπτική ὅτι τά πράγματα θά ἀλλάξουν.

Κατέπεσε τό ἀεροσκάφος τοῦ Λίβυου Α/ΓΕΕΘΑ κοντά στήν Ἄγκυρα

Εφημερίς Εστία
Iδιωτικό ἀεροσκάφος Falcon 50, στό ὁποῖο ἐπέβαιναν πέντε ἐπιβάτες, συμπεριλαμβανομένου τοῦ Ἀρχηγοῦ τοῦ Ἐπιτελείου τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων τῆς Λιβύης, στρατηγοῦ Μοχάμεντ Ἀλί Ἀχμέντ-ἀλ Χαντάντ, ἐχάθη ἀπό τίς ὀθόνες τῶν ραντάρ μετά τήν ἀπογείωσή του ἀπό τό ἀεροδρόμιο Ἐσένμπογκα τῆς Ἄγκυρας.

Ὁ Μίκης, ὁ Σεφέρης, ὁ Καλδάρας, ὁ Μούτσιος καί ἡ ἄνω τελεία

Δημήτρης Καπράνος
Μέ τόν ἐξαίρετο μουσικό καί ἄνθρωπο Ἀπόστολο Καλδάρα συνεργάσθηκα ἐπί ἕνα χρόνο, στήν ἐκπομπή τῆς δημοσίας τηλεοράσεως «Ἀφετηρίες».

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ Η ΒΑΤΡΑΧΟΣΟΥΠΑ