H MAXHTIKH Ἀριστερά, ὡς γνωστόν, εἶναι ἀριστοτέχνης στήν ἐκμετάλλευση τῆς λαϊκῆς ἀπογοήτευσης καί ὀργῆς –ἰδίως τῆς ἑλληνικῆς νεολαίας.
Στό περιστατικό ὅμως τοῦ σιδηροδρομικοῦ ἀτυχήματος στά Τέμπη, πού ἐξέθεσε τήν Ἑλλάδα στήν ἐκτίμηση τῆς ἡμεδαπῆς ἀλλά καί διεθνοῦς κοινῆς γνώμης, ὑπερέβαλε ἑαυτήν, μέ τηλεοπτικές εἰκόνες πού παραπέμπουν στό θλιβερό της παρελθόν.
- Τοῦ Κώστα Κόλμερ
Ἡ δικαία διαμαρτυρία καί ἀγανάκτησις τοῦ διαδηλοῦντος κοινοῦ δέν ἀποτελεῖ δικαιολογία γιά τά ἔκτροπα στήν πλατεῖα Συντάγματος τῶν Ἀθηνῶν καί στήν Θεσσαλονίκη. Οἱ νέοι ἄνθρωποι, μετά ἀπό μία δεκαετία (2012-2022) δοκιμασίας καί ἀποκλεισμῶν, εὐλόγως ἐξανίστανται καί διαμαρτύρονται χωρίς ν’ ἀντιλαμβάνονται ὅτι γίνονται θύματα ἐκμεταλλεύσεως, γιά κομματικούς σκοπούς.
Ἡ χρεοκοπία τῶν ἀριστερῶν κομμάτων ἐξωθεῖ στήν σύγκρουση μέ τήν Ἀστυνομία. Αἰσθανόμενα ὅτι ἔχουν τήν τελευταία εὐκαιρία νά ὑποδηλώσουν τήν καθεστωτική τους παρουσία, δέν φείδονται οὐδενός φραγμοῦ. Οἱ κατ’ ἐπάγγελμα ἀριστεροί συκοφαντοῦν, θορυβοῦν καί μεγαλοποιοῦν κάθε ὀλίσθημα, πού τούς προσφέρει μία ἄπειρη κυβέρνηση εἴτε πρόκειται γιά τίς πυρκαγιές τῶν δασῶν, τίς πλημμύρες καί συνακροάσεις, εἴτε γιά τήν παταγώδη ἀποτυχία τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ στό φονικό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν. Δέν ἀναλογίζονται τίς ἰδικές των εὐθῦνες γιά τήν κατάντια τοῦ Μεταπολιτευτικοῦ κράτους. Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά…
Ἡ σημερινή ἐποχή ὅμως διαφέρει ἀπό ὅ,τι ἦταν ἡ 3η Δεκεμβρίου 1944, ὁπόταν ἐπεχειρήθη τό κομμουνστικό κίνημα καταλήψεως τῆς ἐξουσίας στήν Ἀθήνα, μήτε ἡ ἐπίθεση τῶν ἀνταρτῶν στό Λιτόχωρο τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1946 ὑπό τόν «Σοβιετικό μπροστάρη» Νῖκο Ζαχαριάδη πού ἔφερε τόν Ψυχρό Πόλεμο στήν Ἑλλάδα ἀπ’ τό Νταχάου.
Σήμερα, τό ἑλληνικό κράτος, παρά τά χάλια του –μέ μεγάλη εὐθύνη τῆς Ἀριστερᾶς– δέν εἶναι τελείως ἀδύναμο ὅπως μετά τήν γερμανική Κατοχή (1941-44), ἀλλ’ οὔτε κι ἡ Ἀριστερά τόσον ἰσχυρά ὅσον ἦταν ὅταν ἐξαπέλυσε τρεῖς «γύρους» ἐνόπλου ἀνταρσίας τά ἔτη 1942, 1944 καί 1946-49, τελικῶς ἡττηθεῖσα στρατιωτικῶς καί ἰδεολογικῶς.
Ἡ διεθνής ἐπίσης κατάστασις καί θέση τῆς Ἑλλάδος στήν παγκόσμια κατανομή ἰσχύος, ἐμφανίζεται τελευταίως ἐνισχυμένη, μετά τήν φαρσοτραγωδία τῆς «γιά πρώτη φορά …προοδευτικῆς κυβένησης» τῶν Συριζανέλ.
Οἱ ἐθνικοί κίνδυνοι διατηροῦνται ἰσχυροί καί ἡ οἰκονομία ἐξασθενημένη ἀπό τήν εὐρωσυρρίκνωση (2010-16) καί τήν Πανδημία τοῦ Κινεζοϊοῦ (2019-2022), ἀλλά πότε ἡ Ἀριστερά ἐνδιεφέρθη γιά τά ἐθνικά συμφέροντα; Τήν ἐνδιέφερε ἀποκλειστικῶς «ἡ πάλη τῶν τάξεων» κι ὄχι ὁ ἀγών τῆς Ἑλλάδος νά σταθῇ στήν «σωστή πλευρά τῆς ἱστορίας».
Ἄρα, καί σήμερα, ἡ μαχητική Ἀριστερά πλανᾶται πλάνην μεγάλη ἄν νομίζει ὅτι ἔχει πιθανότητα νά ἐπανακτήσει τήν ἐξουσία. Αὐτός εἶναι ὁ στόχος της. Ἡ ρεβάνς καί μόνον αὐτή, ἀλλ’ εἶναι ἀνέφικτη. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τοῦ λόφου ἡ κυβέρνηση τῆς Νέας Δημοκρατίας σπατάλησε πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο καί καθυστέρησε νά κηρύξει βουλευτικές ἐκλογές, ὅταν εἶχε τόν ἀέρα τοῦ νικητοῦ. Οἱ ὑστερήσεις της κι οἱ ἐπιμελῶς καλυπτόμενες ἁμαρτίες τοῦ ἐξασθενημένου καί διαβρωμένου ἀπό τόν ἄκρατο κομματισμό δημοσιοϋπαλληλικοῦ μηχανισμοῦ, ἐπέφεραν τίς νομοτέλειες πού ἐπιταχύνθηκαν τελευταίως, μ’ ἀποτέλεσμα νά χάνει ὁ Μητσοτάκης τό προβάδισμα ὄχι τόσον ἔναντι τῆς ἀδιστάκτου ἀντιπολιτεύσεως ὅσον τῆς προτιμήσεως τῆς σιωπηρᾶς πλειοψηφίας.
Θά πρέπει συνεπῶς νά προσέξει ὁ Κυριάκος νά μή παρασυρθῇ ἀπό προβοκάτσιες τοῦ Ἀριστεροῦ ἀκτιβισμοῦ οὔτε ἀπό τόν ὑπερβάλλοντα ζῆλο τῆς Ἀστυνομίας πού εἶναι ἄγνωστο σέ ποίου τό πηγάδι νεροκουβαλεῖ.
Μία σοβαρή καί ὑπεύθυνη κυβέρνηση χρειάζεται πρωτίστως αὐτοσυγκράτηση σέ στιγμές ἀναμετρήσεως μέ τήν πραγματικότητα.