ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

Ἀνέκδοτο ἱστορικό ντοκουμέντο τῆς Ἀγάπης Μολυβιάτη γιά τά Σεπτεμβριανά

Ἡ «Ἑστία» παρουσιάζει: «Πῶς ξεφύτρωσαν ἀπό τήν κουρελαρία τῆς προσφυγιᾶς βιομήχανοι, ἐργοστασιάρχες καί ἐφοπλιστές – Ζεστάναμε τήν πατρίδα μας μέ τά ἔθιμά μας – Δέν μποροῦμε νά ξεχάσουμε τόν πόνο
τοῦ 1922 κάθε Σεπτέμβριο – Οἱ πικραμένες καρδιές, τά σπασμένα φτερά, τά χαμένα ὄνειρα καί οἱ πυροβολημένες ἐλπίδες»

ΗΤΑΝ τέτοιες ἡμέρες τό 1922 πού καιγόταν ἡ Σμύρνη. Πού οἱ Ἕλληνες διώκονταν ἀπό τήν Μικρά Ἀσία. Ἦταν τέτοιες ἡμέρες τό 1955, πού ξέσπαγαν τά λεγόμενα «Σεπτεμβριανά». Μία ἀκόμη ἔκφανσις τοῦ ἐγκληματικοῦ προσώπου τῆς σύγχρονης Τουρκίας. Τῆς Τουρκίας πού στόν 20ό καί στόν 21ο αἰῶνα παραμένει ἐξ ἴσου βάρβαρη καί ἀπολίτιστη μέ τήν ἐποχή πού οἱ προπάτορες τῶν σημερινῶν Τούρκων κατέβαιναν ἀπό τίς στέπες. Δέν θά παραθέσουμε γεγονότα γνωστά στούς Ἕλληνες γιά τούς διωγμούς στήν Μικρά Ἀσία καί τόν Πόντο πρίν ἀπό 100 χρόνια καί στήν Πόλη πρίν ἀπό 70 χρόνια.

Θά παρουσιάσουμε ἕνα τεκμήριο πού ἀπό μόνο του ἀναδεικνύει τήν ἀντιπαράθεση. Μιά διήγηση τῆς Ἀγάπης Μολυβιάτη, μητέρας τοῦ Πέτρου Μολυβιάτη, γιά αὐτούς πού ἦρθαν. Γιά τούς Ἕλληνες πού ἐδιώχθησαν ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά ἐρχόμενοι στήν μητέρα πατρίδα, ἔφεραν τόν πολιτισμό, τίς ἐκλεπτυσμένες του συνήθειες καί τήν ἀσύγκριτη δημιουργικότητά τους. Ἔφεραν κυριολεκτικῶς νέα πνοή στήν Ἑλλάδα, οἱ ξερριζωμένοι ἀπό τίς ἀξέχαστες πατρίδες τῆς Ἰωνίας καί τοῦ Πόντου. Καί μετά ἀπό αὐτούς οἱ ξερριζωμένοι ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη.

Ἄς μήν μακρηγοροῦμε. Παραθέτουμε τό κείμενο ἀναμνήσεων τῆς Ἀγάπης Μολυβιάτη, σάν φόρο τιμῆς στά θύματα τῆς κεμαλικῆς βαρβαρότητος καί ὡς ἀναγνώριση ταυτόχρονα τῶν μοναδικῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ ἑλληνισμοῦ πού σάν τόν μυθικό Φοίνικα δημιουργεῖ τήν ἀναγέννηση μέσα ἀπό τίς στάχτες. Γιατί ὅπως λέγει καί ἡ ἴδια «δέν μποροῦμε νά ξεχάσουμε»… Ἀκολουθεῖ τό κείμενο τῆς Ἀγάπης Μολυβιάτη:

«Οἱ καλύβες μέ τίς τσίγγινες σκεπές πού εἶχαν πρόχειρα στηθεῖ ἔγιναν σπιτάκια, οἱ ἄθλιοι συνοικισμοί ἄρχισαν νά παίρνουν μορφή πόλεων, οἱ βοσκότοποι καί οἱ ἄνυδρες περιοχές πού μᾶς εἶχαν παραχωρήσει ἔγιναν προάστια ζηλευτά, πόλεις καί μεγαλουπόλεις μέ λαμπρά κτίρια καί μεγαλοπρεπεῖς Ναούς, σχολεῖα καί πνευματικά κέντρα ὑψηλοῦ ἐπιπέδου.

Ἀνάλαμψε τό φῶς τῆς δικῆς μας ζωντάνιας καί τοῦ δικοῦ μας πολιτισμοῦ.

Βάφτισαν τίς νέες πόλεις μέ τά ὀνόματα τῶν πατρίδων τοῦ τόπου μας, προσθέτοντας στό κάθε ὄνομα ἕνα “νέα”… Νέα Σμύρνη, Νέα Πέργαμος, Νέα.. Νέα… Νέα… Καί γέμισεν ἡ Ἀττική, ἡ Πελοπόννησος, ἡ Θράκη, ὅλη ἡ Ἑλλάδα μέ κόσμο γεμᾶτο ζωή.

Καί μεταφέροντας τά ἤθη καί τά ἔθιμα τοῦ τόπου μας ζεστάναμε τίς Πατρίδες τῆς ξενιτιᾶς καί μερέψαμε τόν πόνο μας γιά χαμένους Παραδείσους.

Κι ὕστερα, ἀπό λίγο σχετικά διάστημα, ἄρχισαν νά ξεφυτρώνουν σιγά σιγά ἀπό αὐτή τήν κουρελαρία -ὅπως μᾶς ἔλεγαν τότε- οἱ βιομήχανοι καί οἱ ἐργοστασιάρχες, οἱ παγκοσμίου φήμης ἐφοπλιστές, οἱ διεθνοῦς φήμης καλλιτέχνες, οἱ διάσημοι συγγραφεῖς μέ τά ἀνώτατα βραβεῖα, γιά νά ἀποδείξουμε ὅτι καί στίς πιό δύσκολες περιπτώσεις μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δημιουργήσει καί νά διαπρέψει, ὅταν ξεκινήσει μέ τά ἐφόδια θέληση, αὐτοπεποίθηση, ἐπιμονή καί ὑπομονή, προσπάθεια καί φιλέργεια.

Μᾶς λένε ὅτι πρέπει νά ξεχάσουμε. Τό θέλουμε καί ἐμεῖς. Εἶναι ἄλλωστε πολύ πικρό νά ζεῖς καί νά ξαναζεῖς μέ τίς πικρές μνῆμες.

Ἀλλά δέν τό μποροῦμε.

Ὅλον τόν ὑπόλοιπο χρόνο καταφέρνουμε νά κοιμηθοῦμε ὅπως ὅπως τόν πόνο μας.

Μά τοῦτες τίς μέρες, παραμερίζονται ὅλες τίς προσπάθειες γιά νά ὀρθωθεῖ ὁλοζώντανο τό 1922.

Γινόμαστε οἱ νέοι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς μέ τίς πικραμένες καρδιές, μέ τά σπασμένα φτερά, μέ τά χαμένα ὄνειρα, τίς πυροβολημένες ἐλπίδες, μέ τόν ζωντανό θάνατο τῶν πάντων.

Καί θά ἦταν ἀσέβεια νά μήν θρηνήσεις, νά μήν παραπονεθεῖς, νά μήν ὑψώσεις τήν καυτερή σου διαμαρτυρία, νά μήν βροντοφωνήσεις τό πελώριο καί ἀναπάντητο ΓΙΑΤΙ;

Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά κρατήσουμε τοῦτες τίς μέρες δικές μας, καταδίκες μας, μέ τίς πικρές μας μνῆμες, μέ τόν ἀσίγαστο πόνο μας, μέ τίς ἀνεπούλωτες πληγές.

Εἶναι χρέος, χρέος ἱερό πρός τούς ἑαυτούς μας, πρός τούς χαμένους μας Παραδείσους, πρός τούς ἄταφους νεκρούς μας.

Εἶναι τιμητική ἐνθύμηση, εἶναι ἱερή λειτουργία καί μνημόσυνο.

Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά μαζευόμαστε ἔτσι σάν καί σήμερα, μέ συγκεντρωμένη τή σκέψη, σέ ἕνα σημεῖο, σέ μιά ἐποχή, νά θρηνήσουμε μέ τόν ἴδιο πόνο, σεμνά καί ἀθόρυβα ὅ,τι χάσαμε. Εἶναι ὑπέρτατο καθῆκον, εἶναι ὀφειλή καί ἀδυσώπητος ἀνάγκη.

Οἱ νεκροί δέν πεθαίνουν ὅσο τούς θυμόμαστε.

Νέκρωση εἶναι ἡ ἀπάρνηση καί ἡ λήθη.

Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά διατηρήσουμε ζωντανή τήν μνήμη τους ὅσο ὑπάρχουμε καί ὅσο ζοῦμε.

Καί τυλιγμένοι στό βαρύ πένθος μας νά τούς ψέλνουνε τό “Αἰωνία αὐτῶν ἡ μνήμη”.

Ἀγάπη Μολυβιάτη

14 Σεπτεμβρίου 1987»




Κεντρικό θέμα