Ὁ Τζιόρτζιο Ἀρμάνι ἦταν ἕνας ἀπό τούς λίγους ἀνθρώπους πού θά μποροῦσαν νά ἰσχυρισθοῦν ὅτι ἄλλαξαν τήν ζωή μας πρός τό καλύτερο.
Ὁ διάσημος σχεδιαστής, μέ τίς πρωτοποριακές, ἀλλά πάντοτε μέσα στά ἀνθρώπινα μέτρα, ἰδέες, χάραξε τόν δικό του δρόμο καί μᾶς κάλεσε σέ μιά γιορτή, σέ ἕναν κόσμο γεμᾶτο ὀμορφιά καί φινέτσα. Χωρίς ὑπερβολές, ἔδωσε τήν δυνατότητα νά μάθουμε τί σημαίνει «ροῦχο». Χωρίς νά προσδώσει στήν ἀνθρώπινη μορφή κάτι πού θά τήν ἔκανε «νά μοιάζει μέ κάτι ἄλλο». Ἰδιαίτερα στούς ἄνδρες, μᾶς ἔμαθε τί σημαίνει «ροῦχο». Μᾶς ἔμαθε κατ’ ἀρχάς τό κλασσικό «ὅ,τι πληρώσεις παίρνεις» καί μᾶς δίδαξε ὅτι εἶναι πολύ καλύτερα νά ἀγοράσεις λιγώτερα, ἀλλά καλά ἐνδύματα.
Στήν Ἰταλία, ὁ Ἀρμάνι θά πρέπει νά τιμηθεῖ ὡς «ἐθνικό κεφάλαιο». Ἐκεῖνος ἦταν πού ἔδωσε τό ὄνομά του στήν μόδα. «Κοίτα τον αὐτόν, σάν νά ντύνεται ἀπό τόν Ἀρμάνι» λέγαμε παλαιότερα, ὅταν κάποιος μᾶς ἐντυπωσίαζε μέ τό ντύσιμό του. Ὡς λάτρης τῆς ἰταλικῆς μόδας, ὀφείλω νά πῶ ὅτι εἶχα ταυτίσει τήν ἔννοια «φινέτσα» μέ τόν Οἶκο Ἀρμάνι,
Ἀπό τά πιό ἁπλᾶ «τί-σέρτ» μέχρι τά κομψότατα μπλέιζερ, τά ροῦχα τοῦ μεγάλου σχεδιαστῆ ξεχώριζαν. Τό ἴδιο καί τά ὑποδήματα, οἱ γραβάτες, τά ὑποκάμισα, ἀλλά καί τά ἀνδρικά του ἀρώματα.
Δέν εἶμαι εἰδικός τῆς γυναικείας μόδας, ἀλλά ξεχώριζα πάντα καί τίς δημιουργίες του γιά τήν γυναῖκα. Ἐνέπνεαν σεβασμό πρός τό «ὡραῖο φῦλο» καί ἔδιναν σέ ὅποιαν εἶχε τήν δυνατότητα (καί τίς ἀναλογίες) νά τά φορέσει τήν εὐκαιρία νά λάμπει!
Εὐγνωμονῶ τό δημοσιογραφικό ἐπάγγελμα, πού μοῦ ἔδωσε τήν δυνατότητα ὄχι μόνο νά ἐπισκεφθῶ, ἀλλά καί νά παρακολουθήσω, μέ φίλο μου, ἐπιχειρηματία, ἐγκατεστημένο στήν Ἰταλία, μιά ἐπίδειξη μόδας τοῦ Οἴκου του.
Ἱεροτελεστία! Προσεγμένη ἡ ἐκδήλωση καί στήν παραμικρή λεπτομέρεια, χωρίς ψεγάδι οἱ ἐναλλαγές τῶν μοντέλων (ἀνδρῶν καί γυναικῶν) στήν πασαρέλα. «Ἕνα κι ἕνα» τά «κομμάτια» καί στό τέλος ἕνα καλά σκηνοθετημένο φινάλε, ὑπό τούς ἤχους σοβαρᾶς μουσικῆς, σκηνικό πού θύμισε περισσότερο Σκάλα τοῦ Μιλάνου παρά οἶκο μόδας!
Δέν τολμῶ νά σκεφθῶ τό πῶς καί τό γιατί, ἀπό τήν φινέτσα καί τό γοῦστο τοῦ Ἀρμάνι καί κάποιων ἀκόμη «μαίτρ» τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, φθάσαμε στίς σημερινές «δημιουργίες», πού ἐξαφάνισαν ὄχι μόνο τήν «φινέτσα», ἀλλά καί πολλά ἄλλα στοιχεῖα, πού ἔκαναν τόν ἄνδρα καί τήν γυναῖκα νά ξεχωρίζουν, νά ἀκτινοβολοῦν.
Ὁ Ἀρμάνι ἦταν ἀπό τούς πρώτους οἱ ὁποῖοι ἀνέτρεψαν τήν χωρίς μέτρο καί οὐσία θεωρία ὅτι «τό ροῦχο δέν κάνει τόν παπᾶ».
Ἀνῆκε σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μποροῦσαν νά σέ μετατρέψουν σέ «παπᾶ» μέ ἕνα δικό του ροῦχο! Μέ τό πού πληροφορήθηκα τήν ἀναχώρησή του γιά ψηλά, πῆγα στήν ντουλάπα μου καί χάιδεψα ἐκεῖνο τό –πολλῶν ἐτῶν– σκοῦρο μπλέιζερ πού εἶχα ἀγοράσει στό Μιλάνο, «ἀπό τοῦ Ἀρμάνι», πρίν πολλά χρόνια καί… ἀρκετά κιλά! Τό ἔχω φυλάξει. Καί ἔχω κρατήσει κάποια ροῦχα πού ἀγάπησα πολύ καί πάντα ἐλπίζω ὅτι «τοῦ χρόνου θά μοῦ κάνουν ὁπωσδήποτε». Μπορῶ νά πῶ ὅτι ἐφέτος, μέ μιά ἐλαφρά ἀπώλεια βάρους, μπόρεσα νά φορέσω κανα-δυό ὑποκάμισα. Καί αἰσθάνθηκα ἀμέσως «ἄλλος ἄνθρωπος». Στό καλό, Τζιόρτζιο Ἀρμάνι.
Σέ εὐχαριστοῦμε γιά ὅλα!