Γιατί γίνατε ὁ «Ἡρακλῆς τοῦ στέμματος» στόν πόλεμο τῆς Οὐκρανίας, κ. Πρωθυπουργέ;

Ὁ κύριος Μητσοτάκης ἀπολογεῖται τώρα γιατί ἄφησε τήν χώρα ἐκτεθειμένη στήν ἧττα – Ὑποστηρίζει ὅτι τό «Κίεβο δέν κεῖται μακράν» καί ὑπερασπίζεται τό διεθνές δίκαιο – Ποῦ λέγει τό διεθνές δίκαιο ὅτι μπορεῖς νά θέτεις τήν χώρα σέ κίνδυνο μέ προσωπικές ἐπιθέσεις στούς Προέδρους Τράμπ-Πούτιν;

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ νά εἶναι συζητήσεις ἀνευθύνων ἀναλυτῶν. Ὅταν ὅμως λέγονται ἀπό τά χείλη ὑπευθύνων πολιτικῶν, τότε οἱ πολῖτες ἀνησυχοῦν. Ταυτοχρόνως σχεδόν, ὁ Πρωθυπουργός καί ὁ ὑπουργός τῶν Ἐξωτερικῶν (ὁ πρῶτος μέ τήν τακτική του ἀνάρτηση στά μέσα κοινωνικῆς δικτυώσεως καί ὁ δεύτερος μέ συνέντευξή του στήν «Ἀπογευματινή τῆς Κυριακῆς») ἀνεφέρθησαν στό Οὐκρανικό καί ἐν ὀλίγοις ἐξεθείασαν τά ἀγαθά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ διεθνοῦς δικαίου. Καλά ὅλα αὐτά, καί ἐπί τῆς ἀρχῆς συμφωνοῦμε ὅλοι. Ἡ πολιτική ὅμως εἶναι ἡ «τέχνη τοῦ ἐφικτοῦ» καί ἀπό ὅ,τι φαίνεται οἱ ὑπερβολικές ἐξάρσεις καί ἡ ἄνευ λόγου μονόπλευρη ἀντιπαλότης μέ τήν Μόσχα οὐδέν ἐφικτόν ὄφελος ἔχει φέρει στήν χώρα. Τό κακό εἶναι ὅμως ὅτι ἐκ παραλλήλου πρός τήν ὑπερβολική ἀντιπαλότητα αὐτή (δέν ἀκούσαμε τόν ἡγέτη ἄλλης χώρας νά λέγει ὅτι «εἴμαστε σέ πόλεμο μέ τήν Ρωσσία») ὑπῆρξε καί μιά ἀνεξήγητη ἀντιπαράθεσις μέ τόν Ἀμερικανό Πρόεδρο Τράμπ (νά θυμίσουμε ὅτι ὁ κ. Μητσοτάκης ὁμιλοῦσε ὑποτιμητικά γιά «τραμπισμό»), ἡ ὁποία ἔχει περιαγάγει τήν χώρα σέ μιάν ἰδιότυπη ἀπομόνωση.

Ὅμως ὁ κ. Μητσοτάκης εἶχε λάβει προειδοποιήσεις γιά τούς κινδύνους τῆς πολιτικῆς του ἀπό πρόσωπα τῆς ἐμπιστοσύνης καί τοῦ περιβάλλοντός του. Ἀπό τόν Σύμβουλο (καί νῦν Γενικό Γραμματέα) Ἐθνικῆς Ἀσφαλείας κ. Θάνο Ντόκο καί τήν ἴδια τήν ἀδελφή του καί πρώην ὑπουργό Ἐξωτερικῶν κ. Ντόρα Μπακογιάννη. Δυστυχῶς τίς ἀγνόησε. Εἶναι ζήτημα ἐγωισμοῦ; Δέν μποροῦσε νά ἀποδεχθεῖ τό λάθος του;

Ὅπως καί νά ἔχει, λίγο πρίν ἀπό τίς ἀμερικανικές ἐκλογές, μιλῶντας στό 28ο ἐτήσιο συνέδριο «Economist Government Roundtable» ἡ κ. Μπακογιάννη εἶχε δηλώσει: «Δέν θά ἔπρεπε νά εἴχαμε ἐμπλακεῖ στόν πόλεμο τῆς Οὐκρανίας, ἐάν εἴχαμε λάβει ὑπ’ ὄψιν πολύ πιό σοβαρά τίς συμφωνίες τοῦ Μίνσκ καί εἴχαμε ἐργαστεῖ σοβαρά πάνω σέ αὐτές. Ἀλλά ὅλα αὐτά ἀνήκουν πλέον στήν ἱστορία. Δέν πιστεύω ὅτι (σ.σ. σέ περίπτωση νέας θητείας τοῦ Ντόναλντ Τράμπ) θά ρέει τό χρῆμα πρός τήν Οὐκρανία, πού σημαίνει ὅτι ἡ Οὐκρανία θά πρέπει μέ κάποιο τρόπο νά ὑποκύψει».

Ἀρκετά ἐνωρίτερα, τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2023, ὁ κ. Θάνος Ντόκος σέ συνέδριο τοῦ ΕΛΙΑΜΕΠ εἶχε παραδεχθεῖ ὅτι ἡ Οὐκρανία ἀντιμετωπίζει τόν κίνδυνο τῆς ἥττας καί εἶχε προειδοποιήσει ὅτι ἐπιβάλλεται ἡ ἐξεύρεσις διπλωματικῆς λύσεως γιά νά μήν εὑρεθεῖ ἡ Οὐκρανία «νά διαπραγματεύεται ἀπό μειονεκτική θέση». Μάλιστα ἀπαντῶντας σέ Οὐκρανό σύνεδρο πού ἐγκαλοῦσε τήν Ἑλλάδα, εἶχε τονίσει τήν πραγματικότητα ὅτι: «Ἔχουμε κάνει τά πάντα, ἐκτός ἀπό τό νά στείλουμε στρατό, ἀναλαμβάνοντας κάθε πολιτικό καί οἰκονομικό κόστος».

Τό κόστος τελικά εἶναι τεράστιο, ὅταν ἐξ αἰτίας τῶν προσωπικῶν ἐπιθέσεων τοῦ Πρωθυπουργοῦ κατά τῶν Προέδρων Τράμπ καί Πούτιν δέν ἔχουμε διαύλους ἐπικοινωνίας μέ τίς δύο ὑπερδυνάμεις οἱ ὁποῖες θά καθορίσουν τήν ἔκβαση τοῦ πολέμου καί τίς ἰσορροπίες τοῦ κόσμου πού ἤδη διαμορφώνεται. Συνεπῶς δέν ἔχει καμμία σημασία ἄν τό Κίεβο εἶναι κοντά ἤ μακρυά, ὅπως λέγει ὁ κ. Μητσοτάκης, ἤ ἐάν μετέχει ὁ Ἕλλην Πρωθυπουργός στίς τηλεδιασκέψεις τῶν ἡγετῶν τῆς «τεθλιμμένης» Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, ἡ ὁποία ἀναζητεῖ τόν προσανατολισμό της, καθώς βλέπει τήν πολιτική της γιά τήν Οὐκρανία νά ἀποτυγχάνει…

Καλό εἶναι λοιπόν τό διεθνές δίκαιον, ἀλλά ἄν δέν ὑποστηρίζεται ἀπό πολιτικές, οἱ δηλώσεις σχετικά μέ αὐτό εἶναι κενός βερμπαλισμός.

Καί σήμερα, ὑπό τό βάρος τοῦ κόστους ὅτι εὑρέθημεν στήν πλευρά τῶν ἡττημένων ὁ κ. Μητσοτάκης ἐπιμένει νά ἐπαναλαμβάνει τήν θεωρητική του τοποθέτηση. Μᾶς εἶπε μεταξύ ἄλλων:

«Θέλω νά ξεκινήσω ἀπό τή διπλωματική κινητικότητα πού βρίσκεται σέ ἐξέλιξη μέ στόχο τήν ἐπίτευξη μιᾶς δίκαιης καί βιώσιμης εἰρήνης στήν Οὐκρανία. Εἶναι ἐνθαρρυντικό ὅτι αὐτές τίς μέρες χαράσσονται τά ἑπόμενα βήματα μιᾶς πορείας πού ὅλοι εὐχόμαστε νά ὁδηγήσει στήν εἰρήνη.

Ἔτσι, μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νά μιλήσω γιά τή στάση τῆς Ἑλλάδας στόν πόλεμο. Μιά στάση πού ὑπαγορεύεται ἀπό τό ἐθνικό μας συμφέρον, τή γεωπολιτική μας θέση καί τίς προκλήσεις πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτήν. Κάνουμε αὐτό πού ἐπιτάσσει ἡ θέση μας στόν πυρῆνα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης καί οἱ μεγάλες γεωπολιτικές μας ἐπιλογές.

Εἴμαστε μέ τήν Εὐρώπη. Εἴμαστε μέ τή Δύση. Εἴμαστε μέ τή διεθνῆ νομιμότητα. Δέν μποροῦμε νά δεχτοῦμε τήν ἀλλαγή συνόρων μέ τή βία ὡς συνήθη πρακτική. Ὑποστηρίζουμε τήν ἄμεση ἐκεχειρία καί τήν παροχή ἰσχυρῶν ἐγγυήσεων ἀσφαλείας στήν Οὐκρανία, ὥστε νά εἶναι σέ θέση νά ὑπερασπιστεῖ τήν κυριαρχία της καί νά ἀποτρέψει κάθε μελλοντική ἐπιθετικότητα. Στό πλαίσιο αὐτό, εἶναι κομβικῆς σημασίας ἡ διαβεβαίωση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν γιά στήριξη. Καί θέλω νά ἐπαναλάβω ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νά συμβάλουμε στήν ἀνοικοδόμηση τῆς Οὐκρανίας».

Διερωτώμεθα τί κατάλαβε ἀπό τίς δηλώσεις τοῦ Προέδρου Τράμπ μετά τήν Ἀλάσκα ὁ κ. Μητσοτάκης. Διότι μίλησε μέν γιά «στήριξη» καί παροχή «ἐγγυήσεων» στήν Οὐκρανία, θεωρῶντας ὅμως δεδομένη τήν ἀποδοχή τῆς πραγματικότητος πού ἔχει διαμορφωθεῖ ἐπί τοῦ πεδίου. Δηλαδή τῆς παραχωρήσεως ἐδαφῶν στήν Ρωσσία καί τήν νομιμοποίηση τῆς ἀλλαγῆς συνόρων πού ντέ φάκτο ἔχει ἐπιβληθεῖ.

Αὐτά ὅμως πού ἐν συνεχείᾳ λέγει ὁ Ἕλλην Πρωθυπουργός, χρήζουν ἰδιαιτέρας προσοχῆς:

«Κλείνοντας, θέλω νά πῶ αὐτό: ὅσοι μᾶς κατηγοροῦν γιά τή στήριξη στήν Οὐκρανία, ὅπως ἔκανε ὅλη ἡ Δύση, πλήν λίγων θαυμαστῶν τοῦ ἀναθεωρητισμοῦ, εἶναι οἱ ἴδιοι πού μέ τή στάση τους μᾶς ζητοῦν νά ξεχάσουμε τό τραῦμα τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς στήν Κύπρο. Θά μᾶς ζητοῦσαν νά δεχθοῦμε ὡς νόμιμα τά τετελεσμένα τῆς παράνομης τουρκικῆς εἰσβολῆς; Νά νομιμοποιήσουμε παράνομες διεκδικήσεις καί ἀμφισβητήσεις τῶν κυριαρχικῶν μας δικαιωμάτων; Τό Κίεβο δέν εἶναι μακριά. Καί πάντως, ὄχι ἀρκετά μακριά ἀπ’ ὅσα συμβαίνουν στήν περιφέρειά μας».

Πολύ φοβούμεθα ὅτι αὐτοί μοῦ μᾶς ζητοῦν «νά ξεχάσουμε τό τραῦμα τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς στήν Κύπρο» δέν εἶναι ἀκριβῶς αὐτοί πού ἔχουν ταχθεῖ ὑπέρ τοῦ ἀναθεωρητισμοῦ στήν Οὐκρανία. Εἶναι αὐτοί πού νομίζουν ὅτι μπορεῖ νά ἐπιλυθεῖ τό Κυπριακό μέ τήν δικοινοτική διζωνική ὁμοσπονδία καί τήν ἰσοτιμία τῆς μειονότητος τῶν Τουρκοκυπρίων. Εἶναι αὐτοί πού ἐθελοτυφλοῦν πρό τῆς προθέσεως τῆς Τουρκίας νά ὑπερδιπλασιάσει τίς δυνάμεις κατοχῆς στήν Μεγαλόνησο καί λέγουν ὅτι δέν κάνουν πολιτική «μέ βάση τά δημοσιεύματα». Εἶναι, τέλος, αὐτοί πού ὑπογράφουν διακηρύξεις φιλίας μέ τόν Πρόεδρο τῆς Τουρκίας πού διατηρεῖ αὐτόν τόν στρατό κατοχῆς 51 χρόνια στήν Κύπρο καί φαίνονται νά ἀνησυχοῦν περισσότερο γιά τό Κίεβο πού δέν κεῖται μακράν καί λιγώτερο γιά τήν Κύπρο. Δέν μπορεῖ κάποιος νά ἀποδέχεται τήν παρουσία κατοχικῶν στρατευμάτων στήν Κύπρο καί ταυτοχρόνως νά γίνεται «Ἡρακλῆς» τοῦ (ἀνυπάρκτου) δυτικοῦ στέμματος στήν Οὐκρανία. Ἐλπίζοντας σέ τί; Σέ ἕνα μερίδιο ἀπό τήν ἀνοικοδόμηση τῆς Ὀδησσοῦ; Ἀλλά ἐξ ἴσου γενικόλογη καί θεωρητική εἶναι ἡ θέσις πού διετύπωσε ὁ κ. Γεραπετρίτης στήν συνέντευξή του:

«Ἡ Ἑλλάδα, ὡς στάση ἀρχῆς, θά ἐπιμείνει στή βασική της θέση γιά καθολική ἐφαρμογή τοῦ διεθνοῦς δικαίου καί τοῦ ἀπαραβίαστου τῶν συνόρων κάθε κράτους. Δέν πρόκειται νά προτάξουμε τυχόν ἐφήμερα συναλλακτικά ὀφέλη ἔναντι τῆς ἀρχιτεκτονικῆς ἀσφάλειας πού διαμορφώθηκε μεταπολεμικά ἀπό τό διεθνές δίκαιο, συμμετέχοντας σέ ἕναν γεωπολιτικό πλειστηριασμό. Ἄν σήμερα ἐγκαταλειφθεῖ τό διεθνές δίκαιο ὑπέρ μιᾶς συναλλακτικῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς, πῶς, ἀλήθεια, θά μποροῦμε νά τό ἐπικαλούμαστε ὡς ἐργαλεῖο ἐπίλυσης διαφορῶν σέ μείζονα ἐθνικά θέματα; Ἡ ἐξωτερική πολιτική θέλει γνώση καί περίσκεψη καί ὄχι ρηχότητα καί καιροσκοπισμό».

Συμφωνοῦμε ὅτι ἡ ἐξωτερική πολιτική θέλει γνώση καί περίσκεψη. Εἶναι ὅμως πράγματι «καιροσκοπισμός» αὐτό τό ὁποῖο ὀνομάζει «συναλλακτική πολιτική»; Μήπως οἱ ἰσορροπίες τοῦ κόσμου δέν στηρίζονται σέ μιά σειρά συμβιβασμῶν; Σέ ἀμοιβαίους συμβιβασμούς στηρίζεται καί προσέγγισις ΗΠΑ – Ρωσσίας ἀπό τήν ὁποία ἐλπίζεται ὁ τερματισμός τοῦ πολέμου. Διαφωνεῖ μέ αὐτόν ὁ Ἕλλην ὑπουργός Ἐξωτερικῶν; Μέ ποιόν ἄλλον τρόπο βλέπει τήν λήξη τῆς αἱματοχυσίας; Μέ τήν παρέμβαση τῆς μηδαμινῆς στρατιωτικῆς ἰσχύος τῆς Εὐρώπης;

Ἐν κατακλεῖδι. Καλές εἶναι οἱ ρητορεῖες περί διεθνοῦς δικαίου. Χωρίς ὅμως πολιτική ἱκανή νά τό ἐπιβάλλει, δέν εἶναι παρά ἔπεα πτερόεντα. Καί ἄν πρόκειται ἡ Ἑλλάς νά τό ἐπιβάλλει, ἄς ἀρχίσει ἀπό τήν Κύπρο πού κεῖται ἐγγύτερα τοῦ Κιέβου.




Κεντρικό θέμα