Ὕστατο χαῖρε ἀπό τήν «Ἑστία» στόν Σαράντο Καργάκο

Ὁ Σαράντος Καργάκος

Η ΙΣΧΥΡΗ ἅλυσος τῆς «Ἑστίας» μας ἐθραύσθη. Ἕνας κρίκος της ἔφυγε ἀπό κοντά μας. Ὁ Σαράντος Καργάκος δέν βρίσκεται πλέον ἀνάμεσά μας.

Γράφει ὁ
Ἐλευθέριος Γ. Σκιαδᾶς

Προχθές τό βράδυ, τήν Κυριακή 13 Ἰανουαρίου 2019, πέρασε τόν Ἀχέροντα ἀγέρωχος καί χαμογελαστός. Ἱκανοποιημένος, διότι προσέφερε τίς δυνάμεις του στό καλό καί τό ἀγαθό. Παρέμεινε μέχρι τέλους στίς ἐπάλξεις. Ἔπεσε μαχόμενος, μέ τήν πέννα στό χέρι, πιστός ὑπηρέτης τῆς ἀληθείας καί τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Ἱστορικός, δοκιμιογράφος, ἀρθρογράφος μέ ψυχικά κάλλη καί σπινθηροβόλους ὀφθαλμούς. Καταλείποντας τό ἀπόσταγμα μίας ἐνάρετης ζωῆς καί τόν ἀπέραντο πλοῦτο τῆς πνευματικῆς παραγωγῆς του. Εὐτυχής ἡ Πατρίδα καί ὅσοι τόν ἐγνώρισαν καί αἰσθάνονται ὡς κοινό κτῆμα τίς ἀρετές καί τίς παραινέσεις του.

«Προσφέροντας πνευματική δεξιότητα καί νουθεσίες κάνουμε καλύτερους τούς πολῖτες», μᾶς δίδασκε στήν τελευταία δημοσία παρουσία του. Μία παρουσία τήν ὁποία ἐπέλεξε νά πραγματοποιήσει τόν παρελθόντα Ἰούνιο, μέ τήν «Ἑστία», καί θέμα «Ἡ Γλῶσσα καί ὁ Τύπος». Ὅσοι παρηυρέθησαν, ἐμυήθησαν σέ ἕναν ὑπέροχο κόσμο πλήρη ἑλληνικοῦ πνεύματος, εὐαισθησίας, καλλιεπείας καί στοχασμοῦ.

Ἄς ἀποχαιρετήσουμε λοιπόν τόν ἀγαπητό φίλο καί πολύτιμο συνεργάτη Σαράντο Καργάκο.


Τελευταία δημοσία ἐμφάνισις μέ τήν «παρέα» τῆς «Ἑστίας» (Νικόλαος Χαβούτης, Ἰωάννης Φιλιππάκης, Σαράντος Καργάκος, Ἐλευθέριος Σκιαδᾶς)

ΩΣ ΛΑΚΩΝ δέν ὑπεχώρησε. Δέν συμβιβάσθηκε. Δέν ἐνέδωσε στά κελεύσματα τῶν σειρήνων πού διαβρώνουν τίς ἐλεύθερες ψυχές. Ἦταν ἀνδρεῖος ὁ Σαράντος Ι. Καργάκος. Φρόντισε ὥστε τά 82 ἔτη τῆς γήινης παραμονῆς του νά εἶναι γόνιμα καί ἀποδοτικά. Δέν εἶναι πλέον ἀνάμεσά μας ὁ σεβάσμιος διδάσκαλος, ὁ λιτός δοκιμιογράφος, ὁ ἀνεξάντλητος ἐρευνητής τῶν προγονικῶν διδαγμάτων, ὁ ἀκάματος ἀρθρογράφος, ὁ σοφός μύστης τῆς ἱστορικῆς ἐπιστήμης.

Παρέδωσε τό πνεῦμα ὅπως ἐπιθυμοῦσε, στήν ἀγκαλιά τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του. Ἀντιμετώπισε μέ σθένος καί καρτερικότητα τήν ἀσθένεια, διανύοντας ὡς ἀθλητής, μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή, τόν μαραθώνιο τοῦ τέλους. Ἀνεδείχθη νικητής, ἀφοῦ διετήρησε τήν διαύγεια καί τό χαμόγελό του, καί ἀπήλαυσε τήν ἀγάπη, τήν θαλπωρή, τήν φροντίδα καί τόν σεβασμό. Ὡς πιστός χριστιανός ἐπέμεινε στά ἔργα τῆς ἀρετῆς καί παρέμεινε μακράν κάθε ἰδιοτελείας.

Τό ἀνάστημα

Δέν ἦταν ἀπό τούς ἀνθρώπους τῶν ὁποίων τό ἐγκώμιο εἶναι μία ἐπικήδεια ἐπικαιρότης. Γι’ ἀνθρώπους ὅπως ὁ Σαράντος Καργάκος πού ἔλειψε ἀπό τήν «Ἑστία» ἴσως πρέπει νά ἀναφερόμεθα μακράν τῆς πενθίμου ἐπικαιρότητος τοῦ θανάτου. Διότι ἀνήκει σέ ἐκείνους πού δέν τούς πρέπει ὁ θηλυπρεπής θρῆνος. Τό ἀνάστημα, ἡ πολιτεία καί ἡ ὑπερηφάνεια του ἐπιβάλλουν ἰδιαίτερη ἀντιμετώπιση. Μακράν τῶν ἀνθρωπίνων κοινῶν, ὅπως ἐξ ἄλλου ὑπῆρξε καί ὁ δημόσιος βίος του. Δημόσιος, μέ τήν ἔννοια τῆς ἀενάου συμβολῆς στά τῆς πατρίδος.

Ὁ πατέρας του Ἰωάννης Καργάκος καί ἡ μητέρα του Βασιλική φρόντισαν νά βαπτίσουν τόν μοναχογυιό τους στά νάματα τοῦ τόπου τους. Στά πατροπαράδοτα. Ὅπως ἄλλωστε καί τίς δύο ἀδελφές του, τήν Γεωργία, πού ἔχει φύγει ἀπό τήν ζωή καί τήν Μαρία. Γεννημένος τό 1937 στό Γύθειο Λακωνίας ἐγκατέλειψε τήν ἀγαπημένη πατρίδα του, ἔφηβος ἀκόμη, στά δύσκολα χρόνια τοῦ συμμοριτοπολέμου. Ἐγκατεστάθη στήν πρωτεύουσα, τήν ὁποία ἔμελλε νά ἀγαπήσει καί νά ὑπηρετήσει πνευματικῶς ὡς δεύτερη πατρίδα του.

Ὁ διδάσκαλος

Ὁπλισμένος μέ ἐσωτερικές ἀρετές καί ἀποφασισμένος νά ἐπιτύχει, ἐργαζόμενος πρός ἐξασφάλισιν τῶν πρός τό ζῆν, ὁλοκλήρωσε τίς σπουδές του στήν μέση ἐκπαίδευση, στό Γυμνάσιο Αἰγάλεω. Ἀκολούθως εἰσῆλθε τρίτος στήν Φιλοσοφική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ἡ κλίσις του πρός τήν διδασκαλία ἐμφανής, καθώς καί ἡ ἀκατάπαυστη ροπή νά ἀντλήσει τούς καρπούς τῆς γνώσεως. Φιλομαθής, μεθοδικός, νευρώδης καί ἀποφασιστικός, ἐνεπλάκη στίς φοιτητικές κινητοποιήσεις τῶν ἀρχῶν τῆς δεκαετίας 1960. Ἐπιλέγει τήν μάχιμη διδασκαλία.

Ἐπί μία ὁλόκληρη 35ετία θά ὑπηρετήσει στά μεγαλύτερα ἰδιωτικά ἐκπαιδευτήρια καί τούς σημαντικωτέρους φροντιστηριακούς ὀργανισμούς. Ἀγκαλιάζει τούς μαθητές του, οἱ ὁποῖοι ἐπαίρονται διότι ἐδιδάχθησαν ἀπό τόν Καργάκο καί ἀγωνίζεται γιά τήν βελτίωση τῆς ποιότητος τῶν παρεχομένων ἐκπαιδευτικῶν ὑπηρεσιῶν. Ὅποτε καί ὅταν ἐχρειάσθη ὕψωσε τό ἀνάστημά του καί παρητήθη, ὅταν ἡ ἐκπαίδευσις ἔλαβε τήν κατιοῦσα στά χρόνια τῆς μεταπολιτεύσεως. Ἔγραφε χαρακτηριστικῶς, σχολιάζοντας τήν κατάργηση τοῦ πολυτονικοῦ συστήματος, ὅτι «ἐν μιᾷ νυκτί μία δράκα νυσταλέων βουλευτῶν (31 γιά τήν ἀκρίβεια) ἐκδίωκαν τήν ψιλή, τήν δασεῖα καί τήν περισπωμένη, τά οἰκόσημα τῆς γραφῆς μας.»

Ἡ σχέσις μέ τήν «Ἑστία»

Πολυγραφότατος καί μαχητικός ἀρθρογράφος ἀπό τά φοιτητικά χρόνια του, ἐπεδόθη καί στήν συγγραφή βιβλίων. Ἀποχωρώντας ἀπό τήν ζωή μᾶς παραδίδει περισσοτέρους ἀπό ἑβδομῆντα τίτλους, πού πλημμυρίζουν τήν ἐργοβιογραφία ἑνός ἀκάματου συγγραφέως. Ἀρνούμενος τίς πολλάκις δελεαστικές προτάσεις περί ἐμπλοκῆς του σέ πολιτικές ἐξελίξεις, ἐκ μέρους διαφόρων πολιτικῶν ἀρχηγῶν, τήρησε ἀποστάσεις. Προτίμησε νά ὑπηρετήσει τήν Πατρίδα μέ τήν γραφίδα, πραγματοποιώντας δημόσιες παρεμβάσεις, ὅποτε ἔκρινε ὅτι ἐπρόκειτο περί ἐθνικοῦ συμφέροντος.

Ἡ πολυετής σχέσις ζωῆς τοῦ Σαράντου Καργάκου μέ τήν «Ἑστία» ἀποτελεῖ ἰδιαίτερο κεφάλαιο, τό ὁποῖο δέν εἶναι δυνατόν νά περιγραφεῖ σέ ἕνα σημείωμα. Εὐγενής καί εὐπροσήγορος, ὅποτε ἐπεσκέπτετο τήν ἐφημερίδα, μέ τό χαμόγελο, τό χιοῦμορ καί τίς εὔστοχες ἐπισημάνσεις του, προσέφερε μία πραγματική πνευματική ὄαση. Οἱ θέσεις του κρυστάλλινες, οἱ ἀπόψεις του πατριωτικές, ἡ γλῶσσα του ἑλληνική, τά κείμενά του παρακαταθῆκες ἑνός εὐπατρίδου ἀρθρογράφου.

Τελευταία ἐμφάνισις

Τό γεγονός καί μόνον ὅτι ἐπέλεξε νά πραγματοποιήσει τήν τελευταία δημοσία παρουσία του μέ τήν «Ἑστία», εἶναι ἐνδεικτικό τῆς σχέσεώς του μέ τήν ἐφημερίδα. Ἦταν τόν παρελθόντα Ἰούνιο, ὅταν ἡ «Ἑστία» μέ τόν «Σύλλογο τῶν Ἀθηναίων» συνδιοργάνωσαν τήν ὁμιλία του «Ἡ Γλῶσσα καί ὁ Τύπος». Ἀποχαιρεστήριος λόγος, πλήρης διδαγμάτων, μεστός μηνυμάτων. Ἐναπόθεσε στίς σελίδες τῆς «Ἑστίας», ὅπου ἐδημοσιεύθη σέ συνέχειες ἡ ὁμιλία του (11-13 Ἰουνίου 2018), τήν πνευματική κληρονομία του καί τίς ἀπόψεις του γιά τήν γλῶσσα πού ἀγάπησε καί ὑπηρέτησε μέ πάθος.

Ἔλεγε στήν τελευταία αὐτή ὁμιλία του περί γλώσσης καί Τύπου πώς ἐπῆλθαν μεγάλες συμφορές, διότι «ὅλοι ἤθελαν νά φανοῦν προοδευτικοί». Ἀποτιμώντας τήν κατάσταση ἔκανε λόγο περί ἀπορρυθμίσεων (καί ὄχι μεταρρυθμίσεων), οἱ ὁποῖες κατέστησαν τόν λόγο τοῦ Τύπου παραλυτικό. Συμπέραινε δέ ὅτι «ἡ ἑλληνικότητα φυραίνει, ἐνῶ ἡ ἀμερικανότητα πλουταίνει. Ἡ ἀγγλολεξία κυριαρχεῖ, ἐνῶ ἡ γλῶσσα ἀπό λαϊκή γίνεται λαϊκίστικη, ἐνῶ κακοποιεῖται ἀκόμη καί ἡ παλαιά ἀργκό πού μᾶς ἔδωσε στό παρελθόν ὑπέροχα τραγούδια».

Ἀθηναιολάτρης

Τοῦ ἄρεσε νά συνομιλεῖ μέσω τῶν στηλῶν τῆς ἐφημερίδος, ἐνῶ ὑπῆρξε ἕνας πραγματικός ἀθηναιολάτρης. Πέραν τοῦ θεμελιώδους τρίτομου ἔργου «Ἡ Ἱστορία τῶν Ἀρχαίων Ἀθηνῶν» ἀπολάμβανε τίς γραφικότητες, σχολίαζε τά νέα στοιχεῖα πού παρουσιάζει ἡ παροῦσα στήλη, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε φανατικός ἀναγνώστης καί τροφοδότης. Θά θυμοῦνται ἴσως οἱ ἀναγνῶστες τά πρόσφατα δημοσιεύματα περί τοῦ Μπσρμπα-Γιάννη τοῦ Κανατᾶ.

Ἐξ ἄλλου καί τό τελευταῖο ἄρθρο του στήν «Ἑστία» ἦταν τό ἀπολαυστικό «Πεζοδρόμια ἤ ἐλεεινοδρόμια;». Στηλίτευε τίς δρομοπαγίδες, ὅπως ἀπεκάλεσε τά πεζοδρόμια, καί τά κηφηνεῖα, ὅπως χαρακτήρισε τά καφενεῖα. Βαθύς γνώστης τῆς ἱστορίας τῆς ἐφημερίδος παρέπεμπε συχνά σέ παλαιά δημοσιεύματά της, ἐνῶ ὑπῆρξε καί μελετητής τοῦ ἔργου τοῦ Παύλου Νιρβάνα.

Οἰκογένεια

Εὐτύχησε νά δημιουργήσει μία ὑπέροχη οἰκογένεια. Νυμφεύθηκε τήν δικηγόρο καί ἐκπαιδευτικό Ἰωάννα Δ. Κώττα. Τήν ἐπιστήμονα καί γυναίκα πού ὑπῆρξε τό στήριγμά του σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις τῆς ζωῆς καί τῆς δημιουργίας του. Ἀπέκτησαν δύο παιδιά. Τόν ἱστορικό καί φιλόλογο Ἰωάννη, μέ σπουδές Στρατιωτικῆς Κοινωνιολογίας στό King’s College καί τήν Ρωξάνη, Καθηγήτρια Γερμανικῆς Φιλολογίας, μέ σπουδές Βιβλιολογίας στό London University.

Ὁ βίος τοῦ Σαράντου Καργάκου διδάσκει. Δέν κολάκευσε τούς ἰσχυρούς, δέν ἐθώπευσε τούς δημοκόλακες. Ἀνεξίκακος καί χαλκέντερος ἀντιμετώπισε μέ αὐταπάρνηση καί μαχόμενος τίς περιπέτειες τῆς ὑγείας του. Γράφοντας διαρκῶς, ὥστε νά παραδώσει στίς ἑπόμενες γενιές τό ἀπόσταγμα τῆς σοφίας του. Τίς γαλάζιες σκέψεις τοῦ ἱστορικοῦ πού δάκρυζε ὅταν ἀντίκρυζε τήν Σημαία καί ἄκουγε τόν Ἐθνικό μας Ὕμνο. Οἱ ἄνθρωποι τῆς «Ἑστίας» ἀποχαιρετοῦμε τόν Σαράντο Καργάκο, γνωρίζοντας πώς θά μᾶς λείψει ἡ φωνή τοῦ Καλοῦ Ἀνθρώπου.

Κεντρικό θέμα