ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΣ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 13 Ἰουλίου 1919

[…] Ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος, τά δύο πρόσωπα τῆς ἱστορίας αὐτῆς, εἶνε δύο πτωχά παιδιά, ποῦ πηγαίνουν εἰς τό ἴδιον κοινωτικόν σχολεῖον. Καί καθένας τους, ἕνας ξεχωριστός τύπος. Ὁ Πέτρος εἶνε ἐπιμελής καί φρόνιμος. Ὁ Παῦλος τό σκάζει ἀπό τά μαθήματα καί μαγγεύει στούς δρόμους. Μέ τόν καιρόν τά παιδιά μεγαλώνουν. Ὁ Πέτρος παίρνει μίαν ὑποτροφίαν καί ἐξακολουθεῖ τάς σπουδάς του. Ἡ μαθητική του ζωή εἶνε μελαγχολική, ζωή ἑνός πτωχοῦ ζώου, ζεμένου στό μαγκανοπήγαδο τῶν ἐξετάσεων καί τῶν διαγωνισμῶν. Ὁ Παῦλος τριγυρίζει δεξιά καί ἀριστερά, ἀφίνοντας τή μιά δουλειά καί πιάνοντας τήν ἄλλη. Καί ἐπί τέλους καταλήγει σέ κάποιο ἐργοστάσιον, ὅπου γίνεται τεχνίτης. Εἶνε ἐλεύθερο πουλί καί τά βράδυα του γλεντᾷ μέ τή «νεολαία» τῆς συνοικίας.

Ξυπνᾷ ἐπί τέλους ὁ μεγάλος Πόλεμος, ποῦ τούς βρίσκει καί τούς δύο στρατιώτας. Ὁ Πέτρος, πολεμᾷ, ὡς ἀληθινός ἥρως, εἰς τό Μέτωπον. Γεμίζει ἀπό τραύματα, ἀπό συτασιόν, ἀπό πολεμικούς Σταυρούς. Ὁ Παῦλος, ὡς «εἰδικός», ἐπιστρατεύεται ἐπί τόπου εἰς τό ἐργοστάσιόν του καί δέν τό κουνεῖ ἀπό τό Παρίσι. Καί καθ’ ὅλην τήν διάρκειαν τοῦ πολέμου, ὁ μέν Πέτρος παίρνει πέντε πεντάρες τήν ἡμέραν, ὡς στρατιώτης, ὁ δέ Παῦλος εἰκοσιπέντε φράγκα, ὡς ἐργάτης ἐργοστασίου. Ἔρχεται ἡ ἀποστράτευσις. Ὁ Πέτρος, ποῦ ἔχει γεμάτες τῇς τσέπες του ἀπό διπλώματα, ἀποκτᾷ μέ χίλια βάσανα μίαν δημοσίαν θέσιν, ἡ ὁποία τοῦ ἀποφέρει 260 φρ. τόν μῆνα. Ὁ Παῦλος, ὡς ἐνσυνείδητος καί «ὠργανωμένος τεχνίτης», ἀλλάζει διαρκῶς ἀφεντικά καί φθάνει νά κερδίζῃ 35 φρ. τήν ἡμέραν.

Οἱ δύο παλαιοί συμμαθηταί συναντῶνται κἄποτε εἰς τόν δρόμον. Ὁ Πέτρος προσπαθεῖ νά διατηρήσῃ τήν ἀξιοπρέπειαν τῆς θέσεώς του, μ’ ἕνα θλιβερόν κολλάρο ἀπό καουτσούκ, ἕνα σακκάκι ἀπό ἀλπαγά καί ἕνα ψευτοπαναμᾶν εἰς τό κελί. Ὁ Παῦλος φορεῖ μπλούζαν ἐργάτου, βελουδένιο πανταλόνι καί κασκέτο. Ἀναγνωρίζονται. Ὁ Πέτρος ἁπλώνει τό χέρι του νά χαιρετίσῃ τόν Παῦλον. Αὐτός ὅμως δέν καταδέχεται νά τοῦ τό δώσῃ.

– Τράβ’ ἀποδῶ!… Παλῃοαστέ!… Ὁρίστε μας! […] Ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος εἶνε πρόσωπα εὐρύτατα ἀντιπροσωπευτικά. Καί ἀντιπροσωπεύουν τήν ἠλιθίαν πάλην δύο τάξεων ἐπί τῶν ἡμερῶν μας, μίαν πάλην χωρίς νόημα καί χωρίς ἠθικήν, ποῦ ἄν δέν ἦτο μία μεγάλη καί τραγική παρεξήγησις, θά ἦτο μία μεγάλη παραφροσύνη. […]

Ἀλλά ὁ Πέτρος καί ὁ Παῦλος εἶχαν καί μίαν ἄλλην πλέον πρόσφατον συντάντησιν. […] Συνηντήθησαν πάλιν τάς τελευταίας αὐτάς ἡμέρας τῆς μελετηθείσης πανεργατικῆς Ἀπεργίας εἰς τό Παρίσι. Ἦσαν ἀπό τό ἕνα μέρος οἱ ἥρωες οἱ ἐπιστρέψαντες ἀπό τό Μέτωπον, τραυματίαι, ἀκρωτηριασμένοι, τυφλοί, σακάτηδες, πτωχοί, χύσαντες τό αἷμά των διά τό μεγαλεῖον καί τήν σωτηρίαν τῆς Γαλλίας.[…] Καί οἱ ἀκρωτηριασμένοι αὐτοί, οἱ σακάτηδες αὐτοί, οἱ τυφλοί αὐτοί, οἱ πτωχοί αὐτοί –πέντε πεντάρες τήν ἡμέραν– ἀφοῦ ἔσωσαν τήν τιμήν τῆς Γαλλίας, ἤρχοντο ὑπερήφανοι νά ἐπουλώσουν τάς πληγάς τῆς οἰκογενείας των, νά ἐργασθοῦν πάλιν διά τόν ἑαυτόν τους καί διά τήν Γαλλίαν. […] Αὐτοί ἦσαν ὁ Πέτρος τῆς ἱστορίας μας. Ἀπό τό ἄλλο μέρος ἦσαν οἱ ἄλλοι. Ὁ μέγας ἐθνικός συναγερμός τῆς Γαλλίας τούς εὑρῆκεν εἰς τά ἐργοστάσιά των, εἰς τάς Συγκοινωνίας, εἰς τά «εἰδικά» ἐπαγγέλματά των. Καί τούς ἀφῆκεν ἐκεῖ ἐπί τόπου. Τούς ἐπέρασε μίαν ταινίαν εἰς τόν βραχίονα καί ἐθεωρήθησαν στρατιῶται. Δέν τό ἐκούνησαν ἀπό τήν θέσιν τους, δέν ἐπῆγαν εἰς τό Μέτωπον, δέν ἀπεμακρύνθησαν ἀπό τά σπίτια των.

Δέν ἐγνώρισαν τήν τρωγλοδιτικήν ζωήν τῶν χαρακωμάτων, τό σφύριγμα τῶν ὀβίδων, τόν ὕπνον ἐπάνω εἰς τό βρεγμένον χῶμα, τά ἀσφυξιογόνα, τόν διακρῶς ἐνεδρεύοντα θάνατον, τήν στέρησιν, τήν ἀρρώστειαν, τήν πείναν, τόν πόνον, τήν φρίκην μέ μίαν λέξιν τοῦ Πολέμου. Δέν ἐπληγώθησαν, δέν ἐσακατεύθησαν, δέν ἦλθαν νά βροῦν τά σπίτια τους καί τούς δικούς των, βυθισμένους εἰς τήν δυστυχίαν. Ὁ Πόλεμος ὑπῆρξε δι’ αὐτούς χαρά καί εὐτυχία καί πλοῦτος. Καί αὐτοί ἐζητοῦσαν τώρα τά ρέστα! Διεκήρυσσαν τήν Ἀπεργίαν. […]

– Καλῶς ὥρισες ἄθλιε ἀστέ ἀπό τόν Πόλεμον, ὅπου εἶχες τήν ἀνοησίαν νά πᾷς νά σώσῃς τήν Γαλλίαν, χτυπώντας τούς «συντρόφους» μας Γερμανούς. Πάρε τώρα τά δεκανίκια σου καί τράβα περπατῶντας τόν δρόμον σου. Ἐγώ θά κηρύξω ἀπεργίαν! Αὐτοί ἦσαν ὁ Παῦλος. Ἀλλά ὁ Πέτρος ἐσήκωσεν ἐπί τέλους τά δεκανίκια του καί τά ὕψωσεν ἐπάνω ἀπό τό κεφάλι τοῦ Παύλου.

– Ἄν δέν ἔχω περισσότερα δικαιώματα ἀπό σένα νά ζήσω κ’ ἐγώ, ἔχω ὅμως τά ἴδια! Καί ἡ Ἀπεργία ἐναυάγησεν. Τό δεκανίκι τοῦ Πέτρου ἔλαβε καί αὐτό συναίσθησιν τῶν δικαιωμάτων του. Καί ὑπάρχουν ὅλαι αἱ πιθανότητες, ὅτι θά τήν κρατήσῃ τήν συναίσθησιν αὐτήν ἕως ὅτου νά ἐννοήσῃ, τοὐλάχιστον καί ὁ Παῦλος, ὅτι δέν ἔχει μόνον αὐτός δικαιώματα ἐπί τῆς ζωῆς, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι. Τί Διάβολο!

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Μᾶς κλέβουν τήν θάλασσα καί προκαλοῦν γιά τό Ἰόνιο

Εφημερίς Εστία
Ἡ Λιβύη κατέθεσε στόν ΟΗΕ συντεταγμένες ὑφαλοκρηπῖδος, διά τῶν ὁποίων καταπατᾶ ἑλληνικά κυριαρχικά δικαιώματα νοτίως τῆς Κρήτης – Ἀκολουθῶντας τήν πρακτική τῆς Τουρκίας χαράσσει «μέση γραμμή» ἀπό τά παράλια τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος ἀγνοῶντας τά νησιά μας

Ἡ μαφία στήν ἐξουσία

Μανώλης Κοττάκης
Αὐτήν ὀνομάζετε «ποινικοποίηση» τοῦ δημοσίου βίου, κύριε Πρωθυπουργέ;

Bαθαίνει ἡ στεγαστική κρίσις στήν Ἑλλάδα

Εφημερίς Εστία
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΗ μέ βαθειά στεγαστική κρίση εὑρίσκεται ἡ Ἑλλάς, συμφώνως πρός ἔκθεση τῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος μέ τίτλο «Ἡ προσιτότητα τῆς στέγασης γιά τά ἑλληνικά νοικοκυριά».

Ἡ Νταϊάνα Ρός, «Θεά», στό Καλλιμάρμαρο

Δημήτρης Καπράνος
Ἦλθε στήν Ἀθήνα καί τραγούδησε στό Καλλιμάρμαρο ἡ μεγάλη Νταϊάνα Ρός.

Σάββατον, 17 Ἰουλίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΙΣ