«Ὅλα τριγύρω ἀλλάζουνε, ἀλλά τά ἴδια μένουν» λέει τό τραγούδι τῶν ἀδελφῶν Κατσιμίχα. Γιά νά δοῦμε ἐαν καί κατά πόσον αὐτό εἶναι ἀληθές.
Ἔχει μείνει στήν Ἱστορία ἕνα δίστιχο τοῦ δηκτικοῦ, σκωπτικοῦ, ἀλλά καί φιλοσόφου Γεωργίου Σουρῆ, τό ὁποῖον ἀναφερόταν σέ βουλευτή τῆς ἐποχῆς τοῦ Χαριλάου Τρικούπη, ὁ ὁποῖος ἀπείλησε τόν Πρωθυπουργό λέγοντας: « Ἡ ὑπούργημα μοῦ δίνεις, ἤ ἐφημερίδα βγάνω!».
Στά χρόνια ἐκεῖνα, ὄχι καί τόσο μακρυνά ὅσο νομίζουμε, ἀλλά ἀρκετά ὥστε νά μοιάζει ρομαντικό, ὅποιος εἶχε πρόβλημα μέ τήν ἐξουσία ἔκανε κάτι ἁπλό, ἀπολύτως… χειροποίητο: Ἐξέδιδε ἐφημερίδα! Ὄχι ἀπαραιτήτως δαπανηρή ἤ μεγάλη. Ἀρκοῦσαν δυό ἕως τέσσερεις σελίδες, μέ τίτλο γραμμένο πηχυαῖο, εὐδιάκριτο ἀπο μακρυά καί ἀρθρογραφία πού μύριζε ἀντιμόνιο, τυπογραφεῖο καί, κυρίως, θυμό! Ἄν κανείς τό πάει πιό μακρυά, μπορεῖ νά πεῖ ὅτι ἦταν τό… «φέισμπουκ» τῆς ἐποχῆς, ἀλλά ἔπρεπε νά καταφύγεις στό πιεστήριο καί νά ἔχεις γνωστούς καί φίλους προθύμους νά μοιράζουν φύλλα καί ἀρκετό θάρρος γιά νά ἀντέξεις τίς ἐπισκέψεις διαφόρων «Ἀρχῶν» καί λοιπῶν, στά γραφεῖα καί στό σπίτι σου…
Καί ἡ ἐφημερίδα «Ὁ θυμός» ἔγραφε γιά τόν δήμαρχο πού δέν ἄκουγε, γιά τόν ὑπουργό πού δέν καταλάβαινε, γιά τό κράτος πού πάντα ἀργοῦσε. Ἄν δέν ἤξερες νά γράφεις καλά, δέν ὑπῆρχε θέμα. Ἀρκοῦσε νά γράφεις –καί νά βρίζεις– μέ πάθος. Κι ἄν ἡ ἐφημερίδα «Ὁ θυμός» ἔκλεινε, ἄνοιγε κάποια ἄλλη, μέ παρόμοιο τίτλο. Κι ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀλέκος Σακελλάριος, «Ὁ Κύριος μέ θυμόν»…
Θυμᾶμαι ἕναν φίλο τοῦ πατέρα μου, λόγιο καί ἐπιστήμονα, ὁ ὁποῖος, τότε, τήν ἐποχή τοῦ ’80, διάβαζε μέ πάθος τήν «Αὐριανή» τοῦ μακαρίτη Γιώργου Κουρῆ. «Μά, πῶς μπορεῖς καί διαβάζεις αὐτό τό κατασκεύασμα; Κακογραμμένο, σχεδόν χυδαῖο» ἔλεγε ὁ πατέρας μου. «Ναί, ὅπως τά λές εἶναι, ἀλλά, Θανάση μου, βρίζει!» τοῦ ἀπαντοῦσε ὁ ἀναγνώστης…
Σήμερα τά πράγματα εἶναι στό ἴδιο μοτίβο, ἀλλά πιό… προχωρημένα. Ὅποιος ἔχει πρόβλημα μέ τήν ἐξουσία δέν καταφεύγει σέ μελάνη καί χαρτί, ἀλλά… κάνει κόμμα! Γιατί νά περιοριστεῖς σέ ἄρθρα, ὅταν μπορεῖς νά ἀποκτήσεις καταστατικό; Γιατί νά φωνάζεις ἀπ’ ἔξω, ὅταν μπορεῖς «νά μπεῖς μέσα»;
Ἡ σύγχρονη ἀγανάκτηση καί ὁ θυμός, θέλουν ἕδρα, θέλουν τίτλο καί λογότυπο, ἀκόμη καί χρῶμα πού νά μή μοιάζει μέ τῶν ἄλλων!
Ἔτσι γεννιοῦνται κόμματα μέ ὀνόματα περίεργα, μέχρι πού ὁρισμένα ἐξ αὐτῶν θά χρειάζονταν συντομογραφία γιά νά χωρέσουν στό ψηφοδέλτιο. Κόμματα πού γεννῶνται ἀπό μιά παρέα, ἕναν καφέ καί μιά κουβέντα τοῦ τύπου «ἄν ἐγώ ἤμουν στά πράγματα, ἀλλιῶς καί ὁπωσδήποτε καλύτερα θά τά ἔκανα». Παλιότερα, αὐτή ἡ ἄποψη ὁδηγοῦσε σέ ἄρθρο γνώμης. Τώρα ὁδηγεῖ σέ… ἱδρυτικό συνέδριο!
Βεβαίως, μέ ἕνα ἄρθρο σέ μιά ἐφημερίδα, κινδύνευες νά ἐκτεθεῖς μόνο πνευματικῶς, ἐνῶ μέ τό κόμμα ἐκτίθεσαι ἀπό κάθε πλευρά καί ἄποψη. Ἐκτίθεσαι στίς τηλεοράσεις, στά πάνελ, στά «σόσιαλ», στίς ἀφίσες, πού σέ κάνουν νά ἀναρωτιέσαι ἄν αὐτός ὁ σοβαρός ἄνθρωπος μέ τό κοστούμι εἶσαι πράγματι ἐσύ. Κι ἄν ἡ ἐφημερίδα εἶχε καταμέτρηση φύλλων πωλήσεως, τό κόμμα ἔχει δημοσκοπήσεις καί καταμέτρηση ψήφων. Καί ἐπιδότηση, βεβαίως, ἄν μπεῖ στήν Βουλή.
Ἴσως τελικά νά μήν ἄλλαξε ἡ ἀνάγκη, ὅσο τό μέσον. Ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία νά «τά βάλεις» μέ τήν ἐξουσία ἤ νά γίνεις μέρος της παραμένει ἴδια. Παλαιότερα μοίραζες φύλλα, σήμερα μοιράζεις ὑποσχέσεις…

