«Πεταμένη» στόν Ἐθνικό Κῆπο πέτρα ὅπου ἐχαράχθη λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου

Ὁ περίφημος «Ὑπέρ Πράξεων» στόν Ἄρειο Πάγο – Τήν δώρησε ὁ Πρωθυπουργός τῆς Ἰταλίας Ἀμιντόρε Φανφάνι στήν Ἑλλάδα τό 1959, ἐπί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλῆ – Φωτογραφικό ντοκουμέντοΗ ΕΛΕΥΣΙΣ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στήν Ἑλλάδα ἐσήμανε τήν ἔναρξη τῆς διαδόσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν Εὐρώπη. Ἡ πόλις τῶν Φιλίππων ἦταν ὁ πρῶτος σταθμός του. Ἡ Ἀθήνα ὅμως ἦταν ὁ πλέον σημαντικός. Στήν ἀρχαία (καί σημερινή) ἑλληνική πρωτεύουσα στάθηκε στόν Ἄρειο Πάγο, στό βῆμα ἀπό τό ὁποῖο οἱ ἀρχαῖοι ρήτορες ἀπευθύνοντο στήν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου καί μίλησε γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Στόν ἴδιο χῶρο, τό 1959, ἔμπλεως συγκινήσεως, ὁ τότε Πρωθυπουργός τῆς Ἰταλίας Ἀμιντόρε Φανφάνι ὑπεσχέθη νά δωρήσει στήν Ἀθήνα μιά ρωμαϊκή πέτρα μέ χαραγμένα τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν. Ὁ λόγος του «Ὑπέρ Πράξεων».

Ὁ Ἀμιντόρε Φανφάνι εἶχε ἔλθει τότε στήν Ἀθήνα, γιά νά συζητήσει τό μέγα θέμα τῶν πολεμικῶν ἐπανορθώσεων γιά τίς ὁποῖες εἶχε συζητήσει μέ τόν Πρωθυπουργό Κωνσταντῖνο Καραμανλῆ καί τόν ὑπουργό Ἐξωτερικῶν Εὐάγγελο Ἀβέρωφ. Ἐπειδή ὅμως οἱ πολιτικοί ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἦσαν καί πνευματικοί ἄνθρωποι, ὁ Φανφάνι ἠθέλησε νά συνδέσει τό ὄνομά τους καί τήν ἐπίσκεψή του στήν Ἀθήνα μέ ἕνα μνημεῖο καί μία ὑπόσχεση. Τήν ὑπόσχεση τήν τήρησε ἀργότερα, τό 1978, πού ἦταν ὑπηρεσιακός Πρόεδρος τῆς χώρας του. Ἡ ρωμαϊκή πέτρα ἦλθε στήν Ἀθήνα καί ἐτοποθετήθη στόν Ἐθνικό Κῆπο. Πολλοί ἔχουμε περάσει ἐκεῖ, ἴσως καί λίγα μέτρα μπροστά της, καί δέν τήν ἔχουμε κἄν προσέξει. Πῶς θά μπορούσαμε ἄλλως τε στήν εἰκόνα ἐγκαταλείψεως πού τήν περιβάλλει;

Ἡ ἴδια ἡ πλάκα εἶναι παρατημένη καί σπασμένη. Ἔνδειξις τοῦ ὅτι οἱ πολιτικοί ἄνδρες τῆς ἐποχῆς μας δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τό πνευματικό ἀνάστημα τῶν προκατόχων τους. Εἴτε τῆς δεκαετίας τοῦ ’50 εἴτε ἀκόμη καί τῆς δεκαετίας τοῦ ’70, ὁπότε καί ἡ ρωμαϊκή πέτρα βρῆκε τήν θέση της στήν Ἀθήνα. Θά μποροῦσε νά εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς ἀδελφοποιήσεως τῶν δύο ἀρχαιοτέρων πρωτευουσῶν τῆς Εὐρώπης, τῶν Ἀθηνῶν καί τῆς Ρώμης, ὑπό τήν προϋπόθεσιν βεβαίως, ὅτι κάποιος θά ἔκανε τόν κόπο νά ἀσχοληθεῖ μέ τό ζήτημα. Ἀλλά εἴπαμε. Χρειάζεται πνευματικό ἀνάστημα γιά νά ἀσχοληθεῖ κανείς μέ τέτοια θέματα. Καί τό ἀνάστημα αὐτό λείπει ἀπό τούς σημερινούς πολιτικούς.

Ἔτσι ἡ ρωμαϊκή πέτρα κεῖται παρατημένη στόν Ἐθνικό Κῆπο, καί μόνο ἐάν προσέξει πολύ κανείς θά διαβάσει: «Γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς ὑπόσχεσης πού ἔδωσε μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπίσκεψής του στήν Ἀθήνα τόν Ἰανουάριο 1959 ὁ τότε Πρωθυπουργός τῆς Ἰταλίας Ἀμιντόρε Φανφάνι καί τώρα Πρόεδρος τῆς Γερουσίας,  προσφέρει αὐτή τήν ἀρχαία ρωμαϊκή πέτρα πάνω στήν ὁποία χαράχτηκε ὁ λόγος πού ἀπηύθυνε ὁ Ἅγιος Παῦλος πρός τούς Ἀθηναίους ἀπό τόν Ἄρειο Πάγο τό 50 περίπου μ.Χ. ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 17, 22-31».

Διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων τά σχετικά ἐδάφια (σέ ἀπόδοση στήν νεοελληνική): «Στάθηκε, λοιπόν, ὁ Παῦλος στή μέση τοῦ Ἀρείου Πάγου καί εἶπε: “Ἀθηναῖοι! Σᾶς βλέπω εὐλαβέστατους ἀπό κάθε ἄποψη. Πράγματι, ἐνῷ περιδιάβαζα τήν πόλη σας καί ἔβλεπα τούς ἱερούς σας τόπους, βρῆκα ἀνάμεσα σ’ αὐτούς κι ἕναν βωμό, μέ τήν ἐπιγραφή: “στόν Ἄγνωστο Θεό”.

Αὐτόν, λοιπόν, πού ἐσεῖς λατρεύετε χωρίς νά τόν γνωρίζετε, αὐτόν ἐγώ τώρα σᾶς τόν κάνω γνωστό. Εἶναι ὁ Θεός πού δημιούργησε τόν κόσμο κι ὅλα ὅσα ὑπάρχουν σ’ αὐτόν. Ὡς Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, δέν κατοικεῖ σέ χειροποίητους ναούς, οὔτε ὑπηρετεῖται ἀπό χέρια ἀνθρώπινα σάν νά ’χε ἀνάγκη ἀπό κάτι, ἀφοῦ αὐτός εἶναι πού δίνει σέ ὅλα ζωή καί πνοή καί τά πάντα. Δημιούργησε ἀπό ἕναν ἄνθρωπο ὅλα τά ἔθνη τῶν ἀνθρώπων καί τούς ἐγκατέστησε πάνω σ’ ὅλη τήν γῆ, καί ὅρισε πόσον καιρό θά ὑπάρχουν καί μέσα σέ ποιά σύνορα θά κατοικοῦν. Θέλησε νά ζητοῦν τόν Κύριο καί νά προσπαθοῦν νά τόν βροῦν ψηλαφῶντας στό σκοτάδι, ἄν καί δέν εἶναι μακριά ἀπό τόν καθένα μας.

Γιατί μέσα σ’ αὐτόν ζοῦμε καί κινούμαστε καί ὑπάρχουμε, ὅπως λένε καί μερικοί ἀπ’ τούς δικούς σας ποιητές:  “Δική του εἴμαστε γενιά”.

Ἀφοῦ, λοιπόν, εἴμαστε γενιά τοῦ Θεοῦ, δέ θά πρέπει νά νομίζουμε ὅτι ἡ θεότητα εἶναι κάτι ὅμοιο μέ χρυσάφι ἤ ἀσῆμι ἤ πέτρα, δηλαδή μέ γλυπτό ἔργο τῆς τέχνης ἤ τῆς φαντασίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός παρέβλεψε τά χρόνια τῆς ἄγνοιας· τώρα ὅμως ἀπαιτεῖ ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους σέ κάθε τόπο νά μετανοήσουν, γιατί ἔχει καθορίσει μιά μέρα πού θά κρίνει τήν οἰκουμένη μέ δικαιοσύνη, μέσῳ ἑνός ἀνδρός πού τόν ἔχει ὁρίσει γι’ αὐτόν τόν σκοπό. Κι ἔδωσε βέβαιη ἀπόδειξη σέ ὅλους, ὅτι αὐτός θά εἶναι ὁ κριτής, ἀνασταίνοντάς τον ἀπό τούς νεκρούς».

Αὐτά εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καί ὅπως συνεχίζει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «Ὡς ἀποτέλεσμα μερικοί Ἀθηναῖοι προσκολλήθηκαν σέ αὐτόν καί πίστεψαν, ἀνάμεσά τους καί ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί μιά γυναῖκα πού λεγόταν Δάμαρις, καί ἄλλοι μαζί μ’ αὐτούς».

Αὐτές τίς Γραφές σκεπτόταν ὁ Ἀμιντόρε Φανφάνι ὅταν ἔδιδε καί ὅταν ἐκπληροῦσε τήν ὑπόσχεσή του πρός τήν Ἀθήνα. Ἐμεῖς, δυστυχῶς, σήμερα, ἔχουμε ξεχάσει καί τίς Γραφές καί τά σύμβολα. Καί τά μνημεῖα, παλαιά καί νέα, πού συνδέουν τόν Οἰκουμενικό Ἑλληνισμό μέ τούς λοιπούς πνευματικούς φάρους τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ.

Ἑνός πολιτισμοῦ, πού ἡ βάσις του εἶναι ἑλληνοχριστιανική.

 


Κεντρικό θέμα