Οἱ Γερμανοί ξανάρχονται καί πιέζουν γιά νέα λιτότητα

Διασποῦν τόν Νότο καί μαζί μέ ἄλλες ἑπτά χῶρες τοῦ Βορρᾶ ἐπιμένουν στά ὑψηλά πρωτογενῆ πλεονάσματα

TON ΚΙΝΔΥΝΟ ἐπιστροφῆς σέ συνθῆκες δημοσιονομικῆς λιτότητος καί ἀσφυξίας ἀπό τό 2023 πού δέν θά ὑπάρχει σέ ἐφαρμογή ἡ ρήτρα διαφυγῆς, σηματοδοτεῖ γιά τίς χῶρες τῆς Εὐρωζώνης ἡ ἐμμονή 8 χωρῶν τοῦ Βορρᾶ, οἱ ὁποῖες εὑρίσκονται ὑπό τήν ἐπιρροήν τῆς Γερμανίας, γιά ἐπαναφορά τῶν κανόνων τοῦ Συμφώνου Σταθερότητος. Μπορεῖ οἱ διαβουλεύσεις γιά τίς ἀλλαγές νά ξεκίνησαν χθές στίς Βρυξέλλες, ἀλλά οἱ 8 χῶρες τοῦ Βορρᾶ μαζί μέ τήν Ἱσπανία, πού διασπᾷ τόν Νότο, δείχνουν νά ἐπιμένουν στήν διατήρηση αὐστηρῆς δημοσιονομικῆς πειθαρχίας καί στέλνουν ἐπί πλέον μηνύματα γιά τό ὁριστικό τέλος τοῦ ἐκτάκτου QE τῆς πανδημίας, τήν πλήρη ἄρση τῶν μέτρων στηρίξεως τῶν οἰκονομιῶν, καί τήν ἐπιτακτική ἀνάγκη μειώσεως τοῦ χρέους καί τῶν ἐλλειμμάτων, μέ τήν ἐπαναφορά καί τήν αὐστηρή ἐφαρμογή τῶν κανόνων. Κάποιες ἀπό τίς χῶρες ἐπιδιώκουν νά ἐφαρμοσθεῖ ἕνας δημοσιονομικός «κόφτης» γιά τίς δαπάνες τῆς κάθε χώρας, ὥστε νά περνοῦν ἀπό ἐνδελεχῆ ἔλεγχο, ἐνῶ ἐπιμένουν στήν διατήρηση τῶν ὑψηλῶν πρωτογενῶν πλεονασμάτων.

Στήν πραγματικότητα ξυπνοῦν ὀδυνηρές μνῆμες τῆς προηγουμένης δεκαετίας ὄχι μόνο γιά τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί γιά ἄλλες χῶρες τοῦ Νότου. Ἐάν μάλιστα ἀναλάβει τό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν ὁ Πρόεδρος τῶν Φιλελευθέρων Κρίστιαν Λίντνερ, πού τήν περασμένη δεκαετία ἦταν ἕνας ἐκ τῶν ὑπερμάχων τοῦ Grexit καί ἀπορρίπτει κάθε συζήτηση γιά ἀλλαγή στό Σύμφωνο, τότε τό μόνο βέβαιον εἶναι ὅτι ἡ πολιτική τῆς αὐστηρῆς δημοσιονομικῆς λιτότητος θά ἐπιστρέψει καί θά παραμείνει εἰς τό προσκήνιον ἡ κόντρα Βορρᾶ – Νότου, πού διχάζει ἐδῶ καί χρόνια τήν Εὐρώπη καί θά τήν ὁδηγήσει σέ ἕνα νέο «ἐμφύλιο» ὡς πρός τήν λιτότητα.

Ἀπό τίς ἀλλαγές πού τελικῶς ἀποφασισθοῦν θά ἀποτυπωθοῦν τά νέα στρατόπεδα καί οἱ συσχετισμοί στήν Εὐρώπη. Οἱ διαπραγματεύσεις θά εἶναι σκληρές καί πολύμηνες, μέ τίς χῶρες τοῦ Νότου, πλήν τῆς Ἱσπανίας πού φαίνεται νά διαχωρίζει τήν θέση της, νά εἶναι ἀποφασισμένες νά δώσουν μάχη γιά τήν ἀναγκαία ἀναπροσαρμογή τοῦ Συμφώνου Σταθερότητος καί Ἀναπτύξεως, στό φόντο τῶν νέων δεδομένων πού δημιούργησε ἡ ὑγειονομική κρίσις. Γαλλία, Ἰταλία, Πορτογαλία, Ἑλλάς, Kύπρος θεωροῦν τό Σύμφωνο ξεπερασμένο καθώς περιορίζει τά περιθώρια δημοσιονομικῶν κινήσεων.

Ρέγκλινγκ: Τό χρέος δέν εἶναι πρόβλημα

Σύμμαχος σέ αὐτήν τήν προσπάθεια ἐμφανίζεται ὁ ἐπί κεφαλῆς τοῦ ΕSM Κλάους Ρέγκλινγκ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο «ὁ στόχος νά παραμένει τό χρέος κάτω ἀπό τό 60% τοῦ ΑΕΠ εἶχε νόημα ὅταν ἐγίνετο ἡ διαπραγμάτευσις γιά τήν Συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ, ὅμως δέν ἔχει κανένα νόημα σήμερα». Ἐπί τῆς οὐσίας ὁ ξένος ἀξιωματοῦχος ὑποστηρίζει ὅτι τό χρέος δέν εἶναι πλέον πρόβλημα καί συνιστᾶ στίς χῶρες νά προσφεύγουν σέ δανεισμό λόγῳ τῆς διατηρήσεως τῶν ἐπιτοκίων σέ χαμηλά ἐπίπεδα. Ὑπενθυμίζεται ὅτι ἡ ΕΕ ἀνέστειλε τό Σύμφωνο Σταθερότητος τό 2020 καί οἱ χῶρες δαπάνησαν τρισεκατομμύρια εὐρώ σέ ἔκτακτα σχέδια γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν παρενεργειῶν τῆς ὑγειονομικῆς κρίσεως σέ νοικοκυριά καί ἐπιχειρήσεις. Ἡ κεντρική ἐπιδίωξις εἶναι ἡ κατάργησις τοῦ ὑφισταμένου κανόνος γιά τήν ἀποκλιμάκωση τοῦ χρέους τῶν χωρῶν πού ἔχουν χρέος ἐπάνω ἀπό τό 60% τοῦ ΑΕΠ, πού εἶναι τό ἀνώτατο ἐπιτρεπτό ὅριο. Ὁ σημερινός κανών ἐπιβάλλει τήν ἐτησία μείωση τοῦ ὕψους τοῦ χρέους πρός τό ΑΕΠ κατά τό 1/20 τῆς διαφορᾶς μεταξύ τοῦ ὕψους τοῦ χρέους καί τοῦ 60%. Οἱ χῶρες τοῦ Νότου θεωροῦν ὅτι ὁ κανών εἶναι ἀνεφάρμοστος, ἀφοῦ ὅλα τά κράτη μέλη ἔχουν αὐξήσει τό χρέος τους λόγῳ τοῦ κορωνοϊοῦ.

Οἱ ἀνακοινώσεις τῆς Κομμισσιόν

Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή στήν ἀνακοίνωσή της μέ τήν ὁποία κήρυξε ἐπισήμως τήν ἔναρξη τοῦ διαλόγου γιά τήν ἐπανεξέταση τῆς οἰκονομικῆς διακυβερνήσεως τῆς ΕΕ, τονίζει ὅτι ἡ ἀνάπτυξις εἶναι ἡ ἀπαραίτητη προϋπόθεσις γιά τήν μείωση τοῦ χρέους καί ὅτι μία ἐμπροσθοβαρής μείωσίς του θά ἦτο ἀντιπαραγωγική. Πρόκειται γιά τήν ἐκκίνηση τοῦ διαλόγου πού θά λάβει χώρα ἕως τό τέλος τοῦ ἔτους καί ἐν συνεχείᾳ θά ὁδηγήσει σέ πρόταση τῆς Ἐπιτροπῆς πού θά δοθεῖ στήν δημοσιότητα ὅπως εἰπώθηκε στίς ἀρχές τοῦ 2022. Ὁ Ἐπίτροπος Οἰκονομικῶν Ὑποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι, στήν τοποθέτησή του, ὑπεστήριξε ὅτι ὁ κανών γιά τό χρέος καί τήν μείωσή του κατά 1/20ό ἐτησίως στό πεδίον πού ξεπερνᾶ τό 60% τοῦ ΑΕΠ πρέπει νά προσαρμοσθεῖ ἀπό τό 2023. Ταυτοχρόνως οἱ νέοι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει νά συνδυάζουν τίς προηγούμενες διαπιστώσεις ἀπό τόν Φεβρουάριο τοῦ 2020 μέ τά διδάγματα ἀπό τήν κρίση τῆς πανδημίας.

Ἡ ἀνακοίνωσις ξεκαθαρίζει, ἐμμέσως πλήν σαφῶς, ὅτι θά πρέπει νά ἀναθεωρηθοῦν οἱ κανόνες πού ἀφοροῦν στό δημόσιο χρέος, ὥστε νά ἐπιτρέψουν μία πολύ σταδιακή μείωσή του μετά τήν αὔξηση πού σημείωσε στήν διάρκεια τῆς πανδημίας καί νά μήν ἐμποδίσουν τήν βιωσιμότητα τῆς ἀναπτύξεως τῆς οἰκονομίας. «Ἡ ἰσχυρή οἰκονομική ἀνάκαμψις καί ἡ βιώσιμη ἀνάπτυξις εἶναι ἀπαραίτητες γιά τήν ἐπιτυχῆ, συνεχῆ καί βιώσιμη μείωση τῶν ποσοστῶν χρέους», ἀναφέρεται. Ἐνῶ μία πολύ μεγάλη ἐμπροσθοβαρής μείωσις τῶν λόγων χρέους θά προκαλοῦσε ὑψηλό κοινωνικό καί οἰκονομικό κόστος καί θά ἦτο ἀντιπαραγωγική, ἰδιαίτερα στό πλαίσιο μίας περιοριστικῆς νομισματικῆς πολιτικῆς καί τοῦ κινδύνου οἰκονομικῶν πληγῶν· μία ρεαλιστική, σταδιακή καί βιώσιμη μείωσις τοῦ δημοσίου χρέους παραμένει σημαντική καί γιά τήν ἀναπλήρωση τῶν «μαξιλαριῶν» πρίν ἀπό τήν ἑπόμενη ὕφεση.

Ἡ Κομμισσιόν ξεκαθαρίζει ὅτι «ἡ μείωσις τῶν ὑψηλῶν ποσοστῶν χρέους, πού παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές, μέ ἕναν βιώσιμο, φιλικό στήν ἀνάπτυξη τρόπο θά ἀποτελέσει τήν βασική πρόκληση μετά τήν κρίση», ἐνῶ προσθέτει ὅτι ὅταν οἱ οἰκονομικές συνθῆκες τό ἐπιτρέψουν «ἡ ἐπιστροφή σέ μία πορεία μειώσεως τῶν λόγων χρέους πρός ΑΕΠ θά εἶναι καθοριστικῆς σημασίας γιά τή διατήρηση ὑγιῶν δημοσίων οἰκονομικῶν, ἀποφεύγοντας μόνιμες δημοσιονομικές ἀποκλίσεις μεταξύ τῶν χωρῶν μελῶν, διατηρώντας τίς εὐνοϊκές χρηματοδοτικές συνθῆκες γιά τόν δημόσιο καί τόν ἰδιωτικό τομέα καί ἀποτρέποντας ἐπεισόδια ἐντάσεων στήν ἀγορά πού θά κατέληγαν σέ ἐπιπτώσεις μέ ὑψηλό κόστος».

Μιλώντας γιά τό τί θά γίνει μέ τό χρέος στίς ὑπερχρεωμένες χῶρες τῆς Εὐρωζώνης ὅπως ἡ Ἑλλάς, ὁ ἀντιπρόεδρος τῆς Κομμισσιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις ὑπεστήριξε πώς χρειάζεται ἡ σωστή ἀναλογία, ὥστε τό χρέος νά καθίσταται βιώσιμο χωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀρνητικά ἡ ἀνάκαμψις τῶν κρατῶν μελῶν. «Σήμερα λοιπόν, ξεκινᾶμε μία δημόσια συζήτηση. Θέλουμε νά ἀκούσουμε ἀπόψεις καί ἰδέες καί νά οἰκοδομήσουμε συναίνεση καί ἰδιοκτησία γιά ἀποτελεσματική οἰκονομική παρακολούθηση» εἶπε.

Κεντρικό θέμα