ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

Νά καταγγείλουμε τήν Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν ἄν ἐπικρατήσει ἡ «Μακεδονική Ἐθνική Ἑνότης»

Tό VMRO ἀμφισβητεῖ τήν ἴδια τήν νομική ὑπόστασή της – Μέ ἐπίκληση τῶν ἄρθρων 56-60 τῆς Συμβάσεως τῆς Βιέννης τίθεται ἀκόμη καί ζήτημα ἀποβολῆς τῶν Σκοπίων ἀπό τό ΝΑΤΟ

Τοῦ Προκοπίου Παυλοπούλου*

ΟΙ ΕΝΤΕΛΩΣ πρόσφατες πολιτικές ἐξελίξεις στήν γείτονα Βόρεια Μακεδονία, οἱ ὁποῖες προέκυψαν λόγῳ τῶν ἀποτελεσμάτων τῶν ἐκεῖ αὐτοδιοικητικῶν ἐκλογῶν, θέτουν, ἀπό τώρα, σημαντικά ζητήματα γιά τό μέλλον τοῦ πλήρους σεβασμοῦ καί τῆς ἐξ ἴσου πλήρους ἐφαρμογῆς, κατά τό γράμμα καί τό πνεῦμα τῶν διατάξεών της, τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν, μεταξύ Ἑλλάδας καί τῆς τότε Πρώην Γιουγκοσλαβικῆς Δημοκρατίας τῆς Μακεδονίας, τῆς 17ης Ἰουνίου 2018.

Α. Συγκεκριμένα, κατά τίς ἐκλογές αὐτές ἡττήθηκε τό κυβερνῶν Κόμμα καί ἀναδείχθηκε νικητής τό “VMRO-DPMNE”, ἤτοι τό «Δημοκρατικό Κόμμα γιά τήν Μακεδονική Ἐθνική Ἑνότητα». Ἡ ἄμεση ὑποβολή παραίτησης τοῦ πρωθυπουργοῦ τῆς Βόρειας Μακεδονίας καί ἐπί κεφαλῆς τοῦ κυβερνῶντος Κόμματος, Ζόραν Ζάεφ, ἔχει ἤδη δημιουργήσει «τριγμούς» στήν, οὕτως ἤ ἄλλως, ἰσχνή καί εὔθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία. «Τριγμούς», οἱ ὁποῖοι δέν ἀποκλείεται νά ὁδηγήσουν εἴτε σέ νέα κυβερνητική πλειοψηφία εἴτε –ὅπερ καί τό πιθανότερο– σέ πρόωρες ἐκλογές στήν Βόρεια Μακεδονία. Σέ αὐτή τήν περίπτωση οἱ τρέχουσες ἐκτιμήσεις στήν γείτονα χώρα ἀναδεικνύουν ἰσχυρότατο τό ἐνδεχόμενο τῆς ἐπικράτησης, σέ μιά τέτοια νέα πλειοψηφία ἤ σέ μιά τέτοια ἐκλογική ἀναμέτρηση, τοῦ ὡς ἄνω «Δημοκρατικοῦ Κόμματος γιά τήν Μακεδονική Ἐθνική Ἑνότητα». Ὅμως, ὅπως εἶναι κοινῶς γνωστό, τό Κόμμα αὐτό ὄχι μόνον ἀντιτάχθηκε σθεναρῶς στήν σύναψη τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν, ἀμφισβητώντας τήν ἴδια τήν νομική της ὑπόσταση καί πολλές ἀπό τίς καίριας σημασίας ρυθμίσεις της. Ἀλλά ἔχει καταστήσει σαφές, “urbi et orbi”, ὅτι ὡς κυβερνῶν Κόμμα δέν πρόκειται νά τήν ἐφαρμόσει.

Β. Ὑπό τά δεδομένα αὐτά ἡ Ἑλλάδα ὀφείλει ἀπό τώρα νά ἐξετάσει κάθε προοπτική ἄμυνάς της ἀναφορικά μέ μιά μελλοντική εὐθεῖα ἀμφισβήτηση τῆς Συνθήκης τῶν Πρεσπῶν ἀπό τήν ἀντισυμβαλλόμενη πλευρά. Στό πεδίο τῆς ἄμυνας αὐτῆς ἐμπίπτει, φυσικά, καί ἡ προοπτική ἡ Ἑλλάδα νά προχωρήσει ἀφ’ ἑνός στήν καταγγελία ἤ ἀποχώρηση ἀπό τήν Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν καί, ἀφ’ ἑτέρου, στήν λήξη τῆς ἰσχύος της ἤ ἀναστολή τῆς ἐφαρμογῆς της. Ἐπί πλέον, θά τεθεῖ καί ζήτημα ὡς πρός τίς ἐπιπτώσεις γιά τήν προσχώρηση τῆς Βόρειας Μακεδονίας στό ΝΑΤΟ, λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ προσχώρηση αὐτή εἶχε, ὅπως προκύπτει ἀπό τό περιεχόμενο τῆς σχετικῆς συμφωνίας, ὡς προϋπόθεση τήν σύναψη καί πλήρη ἐφαρμογή τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν. Τό ζήτημα ὅμως αὐτό δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο τῆς σύντομης αὐτῆς μελέτης, ἡ ὁποία εἶναι ἐπικεντρωμένη μόνο στό, κατά τ’ ἀνωτέρω, πρόβλημα πού μπορεῖ νά προκύψει λόγω εὐθείας ἀμφισβήτησης καί μή ἐφαρμογῆς, ἰδίως ὡς πρός τά οὐσιώδη στοιχεῖα της –τά “essentialia negotii”– τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν ἐκ μέρους τῆς Βόρειας Μακεδονίας, ὕστερα ἀπό μελλοντική κυβερνητική ἀλλαγή. Πρέπει ὅμως νά διευκρινισθεῖ ἐν προκειμένῳ, ἔστω καί συνοπτικῶς, ὅτι ἡ Ἑλλάδα, ὡς Κράτος-Μέλος τοῦ ΝΑΤΟ, ὀφείλει ν’ ἀντιταχθεῖ, μέ ὅλα τά νόμιμα μέσα, μπροστά τήν προοπτική νά μείνει «ἀνενόχλητη» ἡ Βόρεια Μακεδονία ὡς μέλος τοῦ ΝΑΤΟ, ἔχοντας οὐσιαστικά θέσει στό περιθώριο τήν Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν. Στό δέ «ὕποπτο» ἐπιχείρημα ὅτι ἡ ἀποβολή τῆς Βόρειας Μακεδονίας ἀπό τό ΝΑΤΟ θά μείωνε τήν ἰσχύ καί τό κῦρος τῆς Συμμαχίας, ἡ Ἑλλάδα ὀφείλει ν’ ἀπαντήσει ὅτι οὐδέποτε ἀποδέχθηκε ἤ θ’ ἀποδεχθεῖ τήν, κατά ὁρισμένες πλευρές καί ἀπόψεις βεβαίως, δῆθεν ἐνίσχυση τοῦ ΝΑΤΟ εἰς βάρος τῶν Ἐθνικῶν της Θεμάτων καί τῶν Ἐθνικῶν της Δικαίων, σέ τελική δέ ἀνάλυση καί εἰς βάρος τοῦ Διεθνοῦς καί τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαίου. Ἐν κατακλεῖδι, τά πρόσφατα γεγονότα στήν Βόρεια Μακεδονία, λόγῳ τῆς ἥττας τοῦ κυβερνῶντος Κόμματος στίς αὐτοδιοικητικές ἐκλογές καί τῆς ὑποβολῆς παραίτησης τοῦ πρωθυπουργοῦ Ζόραν Ζάεφ, δείχνουν μιά σημαντική ἐκλογική ἐνδυνάμωση τοῦ ἄκρως ἀντιδραστικοῦ «Δημοκρατικοῦ Κόμματος γιά τήν Μακεδονική Ἐθνική Ἑνότητα» («VMRO-DPMNE»).

Α. Ἐνδυνάμωση, ἡ ὁποία καθιστᾶ πολύ πιθανή ἰδίως τήν ἐπικράτησή του στίς βουλευτικές ἐκλογές στήν Βόρεια Μακεδονία, οἱ ὁποῖες μᾶλλον δέν θά ἀργήσουν νά γίνουν ἄν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψη ἡ «σοβοῦσα» ἐκεῖ σήμερα μεγάλη κυβερνητική ἀστάθεια. Τό ὡς ἄνω Κόμμα ὄχι μόνο ἦταν «ἀπέναντι» στήν σύναψη καί κύρωση τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν ἀλλά καί ἔχει, ἀδιαλείπτως, ὑποστηρίξει θέσεις οἱ ὁποῖες «μαρτυροῦν» εὐθεῖα ἀμφισβήτηση τοῦ συνόλου τοῦ ρυθμιστικοῦ περιεχομένου τῆς Συμφωνίας αὐτῆς, ἤ τοὐλάχιστον βασικῶν ἀπό τά “essentialia negotii” πού ἐμπεριέχει. Ὅπως εἶναι ἰδίως ἡ ριζική ἀναθεώρηση –καί γιά λόγους ἀλλαγῆς τοῦ ὀνόματος– τοῦ τότε Συντάγματος τῆς Πρώην Γιουγκοσλαβικῆς Δημοκρατίας τῆς Μακεδονίας ἀλλά καί ἡ «Ρηματική Διακοίνωση» περί ἀκριβοῦς προσδιορισμοῦ τῆς ἔννοιας τοῦ ὅρου “nationality”, ὡς σημαίνοντος ὄχι «ἐθνότητα» ἀλλ’ ἀποκλειστικῶς «ἰθαγένεια» (“citizenship”).

Β. Μέ δεδομένο τό γεγονός ὅτι, ἄν ἀναλάβει κυβερνητικές εὐθῦνες τώρα καί, πολύ περισσότερο, ἄν κερδίσει τίς ἑπόμενες βουλευτικές ἐκλογές τό «Δημοκρατικό Κόμμα γιά τήν Μακεδονική Ἐθνική Ἑνότητα» (“VMRO-DPMNE”) μᾶλλον θ’ ἀμφισβητήσει, εὐθέως καί ἀπροκαλύπτως, τήν ἐφαρμογή τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν, χρήσιμο εἶναι ἡ Ἑλλάδα νά καταστήσει, ἀπό τοῦδε, σαφῆ τή θέση της μπροστά σέ αὐτό τό ἐνδεχόμενο. Κυρίως δέ τήν θέση της, σύμφωνα μέ τήν ὁποία σέ μιά τέτοια περίπτωση θ’ ἀσκήσει, κατά τήν κρίση της, τά δικαιώματα πού τῆς παρέχουν πρωτίστως οἱ διατάξεις τῶν ἄρθρων 56 καί 60 τῆς Σύμβασης τῆς Βιέννης, εἴτε γιά τήν καταγγελία τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν εἴτε γιά τήν ἀποχώρηση ἀπό αὐτή. Εἴτε, ἐπίσης, γιά λήξη τῆς ὡς ἄνω Συμφωνίας ἤ γιά τήν ἀναστολή ἐφαρμογῆς της. Ἐπί πλέον, εἶναι μᾶλλον ἐπιβεβλημένο ἡ Ἑλλάδα νά διαμηνύσει καί πρός τήν Βόρεια Μακεδονία ἀλλά καί πρός τ’ ἁρμόδια ὄργανα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης ὅτι ἄν τό Κράτος αὐτό υἱοθετήσει τέτοιες «ἐπικίνδυνους ἀτραπούς» δέν μπορεῖ, καθ’ οἱονδήποτε τρόπο, νά προσδοκᾶ οἱασδήποτε μορφῆς πρόοδο ὡς πρός τήν Εὐρωπαϊκή του προοπτική. Ἐπίσης, πρέπει ν’ ἀποκλεισθεῖ καί οἱαδήποτε πρόοδος ὡς πρός τήν κύρωση, ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τῶν πρόσθετων πρωτοκόλλων συνεργασίας στό πλαίσιο τῆς Συμφωνίας τῶν Πρεσπῶν. Τέλος, ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση ἀλλά καί τό ΝΑΤΟ –ὅπως τονίσθηκε καί εἰσαγωγικῶς, πρέπει ν’ ἀντιληφθοῦν ὅτι ἡ Ἑλλάδα δέν πρόκειται νά ὑποχωρήσει, ἔστω καί κατ’ ἐλάχιστο, ὡς πρός τήν ἔναντι τῆς Βόρειας Μακεδονίας ὑπεράσπιση τῶν Ἐθνικῶν της Θεμάτων καί τῶν Ἐθνικῶν της Δικαίων, μέ βάση τήν Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν, ἰδίως ὑπό τό «πρόσχημα» τῆς δῆθεν σημασίας τοῦ Κράτους αὐτοῦ γιά τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί γιά τό ΝΑΤΟ. Πολλῷ μᾶλλον ὅταν ἰσχύει τό ἀκριβῶς ἀντίστροφο: Ἕνα Κράτος, τό ὁποῖο παραβιάζει καταφώρως τίς διεθνεῖς συμβατικές του ὑποχρεώσεις καί ἐξαπατᾶ προκλητικῶς ἐκείνους πού τό ἐμπιστεύθηκαν ὄχι μόνο δέν «προσθέτει» στό κῦρος καί στήν ἰσχύ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης καί τοῦ ΝΑΤΟ. Ὅλως ἀντιθέτως συνιστᾶ διεθνές «ὄνειδος» ἡ παραμονή του στούς κόλπους τους, ὑφ’ οἱανδήποτε μορφή καί ἐκδοχή. Ὁπότε ἡ Ἑλλάδα μέ τήν κατά τ’ ἀνωτέρω στάση της ὑπερασπίζεται, κατ’ ἀποτέλεσμα, καί τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί τό ΝΑΤΟ, κατά τούς καταστατικούς τους στόχους.

*τέως Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Ἐπίτιμος Καθηγητής τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Κεντρικό θέμα