Ἡ ἀνάγκη τῆς ἐκμεταλλεύσεως ὑδρογονανθράκων σέ Ἰόνιο – Κρήτη

Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΙΣ ἔχει ἐπιβάλει τήν υἱοθέτηση ἑνός νέου παραγωγικοῦ μοντέλου γιά τήν Ἐνέργεια, τό ὁποῖο στοχεύει στήν ἐνσωμάτωση ὅλο καί περισσοτέρων περιβαλλοντικῶν παραμέτρων, μεγαλύτερη διείσδυση τῶν ἀνανεωσίμων πηγῶν ἐνέργειας (ΑΠΕ), διερεύνηση τῶν προοπτικῶν ἀναπτύξεως «μπλέ» (ἀπό φυσικό ἀέριο) καί «πράσινου» (ἀπό ΑΠΕ) ὑδρογόνου καί κυρίως μείωση τῆς χρήσεως τῶν ὀρυκτῶν καυσίμων. Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις ἔχει δεσμευθεῖ νά καταστεῖ ἡ πρώτη κλιματικῶς οὐδέτερη περιοχή παγκοσμίως ἕως τό 2050. Ἡ χώρα μας ἔχει ἤδη εἰσέλθει σέ περίοδο ἐνεργειακοῦ μετασχηματισμοῦ μέ πλήρη ἀπολιγνιτοποίηση μέχρι τό 2028.

Δεδομένων ὅμως πολλῶν τεχνικῶν καί οἰκονομικῶν παραμέτρων θεωρεῖται ἐπιστημονικῶς βέβαιον πώς γιά πολλές δεκαετίες ἀκόμη τό Φυσικό Ἀέριο θά ἔχει κυρίαρχο ρόλο ὡς «ἐνεργειακή γέφυρα» γιά τήν ἐπίτευξη τῆς πλήρους ἀπεξαρτήσεως ἀπό τόν ἄνθρακα. Ἡ πολιτική αὐτή ἐπιλογή τῆς ΕΕ ἐν συνδυασμῷ μέ τήν ἐξάντληση τῶν πρώτων ὑλῶν ὁδήγησαν κατά τήν τελευταία δεκαετία σέ μείωση τῆς πρωτογενοῦς παραγωγῆς φυσικοῦ ἀερίου κατά 46,4%, ἀργοῦ πετρελαίου κατά 35,3%, στερεῶν ὀρυκτῶν καυσίμων κατά 27,9% καί πυρηνικῆς ἐνεργείας κατά 14,4 %. Μόνον οἱ ΑΠΕ, παρουσιάζοντας αὔξηση κατά 50% –παρά τό ὑψηλό κόστος τους– ἀνέρχονται πλέον στό 34,2% τοῦ συνόλου.

Αὐτή ἡ δραματική μείωσις τῆς πρωτογενοῦς παραγωγῆς –παρά τήν αὔξηση τῶν ΑΠΕ– ὁδήγησε τήν Ἕνωση σέ μία κατάσταση διαρκοῦς ἐξαρτήσεως ἀπό τίς εἰσαγωγές, προκειμένου νά ἱκανοποιηθεῖ ἡ ζήτησις, πού φυσικά αὐξάνεται. Ὁ βαθμός ἐξαρτήσεως παραμένει τήν τελευταία δεκαετία σταθερός στό 59% καί μάλιστα γιά τό ἀργό πετρέλαιο στό 94,6% καί τό φυσικό ἀέριο στό 83,2%. Χαρακτηριστικότατα, ἡ Γερμανία καί ἡ Γαλλία ἐξαρτῶνται ἀπό τίς εἰσαγωγές κατά 62% καί 48% ἀντιστοίχως, μέ τήν χώρα μας νά ἀγγίζει τό 73%.

Ὁ βαθμός αὐτῆς τῆς προφανοῦς ἐπισφαλείας τῆς ἐφοδιαστικῆς ἁλυσίδος ἐπιδεινώνεται ἔτι πλέον ἀπό: 1. τό ὑψηλό ἐτήσιο κόστος, πού γιά τό πετρέλαιο καί φυσικό ἀέριο ἀνέρχεται στά 300 δισ. € καί 2. τόν ἐλάχιστο ἀριθμό τῶν προμηθευτῶν, καθ’ ὅσον οἱ εἰσαγωγές φυσικοῦ ἀερίου καλύπτονται κατά 70,3% ἀπό τρεῖς μόνο χῶρες, Ρωσσία, Νορβηγία καί Ἀλγερία, καί τοῦ ἀργοῦ πετρελαίου κατά 45,9 % ἀπό Ρωσσία, Ἰράκ καί Σαουδική Ἀραβία. Κατά συνέπεια ἡ ἐνθάρρυνσις τῶν ἐπενδύσεων στήν ἔρευνα καί παραγωγή πετρελαίου καί φυσικοῦ ἀερίου ἀπό τά Κράτη Μέλη, ἡ διαφοροποίησις τῶν πηγῶν ἐφοδιασμοῦ μέ αὔξηση τῶν εἰσαγωγῶν Ὑγροποιημένου Φυσικοῦ Ἀερίου καί ἡ ἀνάπτυξις στρατηγικῶν ἀποθεμάτων ἀναδεικνύονται ὡς στόχοι ζωτικῆς σημασίας γιά τήν ΕΕ.

Στήν συγκυρία αὐτή ἡ Ἑλλάς εὑρίσκεται ἐνώπιον μίας μεγάλης προκλήσεως ἀναδείξεως τοῦ ἐνεργειακοῦ ρόλου της, καθώς εὐνοεῖται καθοριστικῶς ἀπό τούς ἑξῆς παράγοντες:

1. Ἐνῶ ἡ ἀνακάλυψις νέων κοιτασμάτων φυσικοῦ ἀερίου καί πετρελαίου γίνεται σπανιότερη καί ἡ παραγωγή ἀπό τίς λεγόμενες «ὥριμες» περιοχές μειώνεται, οἱ Ἑταιρεῖες στρέφουν τό ἐνδιαφέρον τους σέ ἀνεξερεύνητες περιοχές, συνήθως σέ ὑπεράκτιους στόχους καί μεγάλα βάθη. Αὐτή ἡ ἐξέλιξις, συνεπικουρούμενη ἀπό τίς τεχνολογικές προόδους στόν τομέα τῶν γεωφυσικῶν καί γεωτρητικῶν ἐρευνῶν, ἀπετέλεσε τήν τελευταία δεκαετία τήν βάση ἐπιτεινομένου ἐνδιαφέροντος τῶν ἐνεργειακῶν κολοσσῶν γιά ἔρευνες ἀποθεμάτων φυσικοῦ ἀερίου καί πετρελαίου στήν Ἑλλάδα καί τήν ΝΑ Μεσόγειο. Θεωρεῖται πώς οἱ γεωλογικές προϋποθέσεις ὑπάρξεως μεγάλων κοιτασμάτων, κυρίως φυσικοῦ ἀερίου, στήν περιοχή αὐτή, μπορεῖ νά ὁδηγήσουν σέ νέες πηγές ἐνεργειακῆς τροφοδοσίας τῆς Ε.Ε. Χαρακτηριστικό τῆς ἐμπιστοσύνης τῶν πετρελαϊκῶν κολοσσῶν πρός τίς προοπτικές τῆς Ἑλλάδος ἀποτελεῖ τό γεγονός πώς ὁ διεθνής διαγωνισμός γιά τίς περιοχές Δυτικά καί Νοτιοδυτικά τῆς Κρήτης, ὅπως αὐτός ἐδημοσιεύθη στίς 11/8/2017, προεκλήθη ἀπό εὐθεῖα ἐκδήλωση ἐνδιαφέροντος τῆς κοινοπραξίας Total – ExxonMobil – Helpe, ἡ ὁποία καί ᾐτήθη τήν παραχώρηση τῶν δύο περιοχῶν ἐκτάσεως 20.058,4 καί 19.868,37 km2.

2. Ἡ χώρα μας διαθέτει σήμερα ἕνα ὑπερσύγχρονο Ἐθνικό Σύστημα Μεταφορᾶς Φυσικοῦ Ἀερίου μέ τρία σημεῖα εἰσόδου καθώς καί τόν τερματικό σταθμό ὑγροποιημένου φυσικοῦ ἀερίου «Ρεβυθούσα» (ἀποθηκευτικῆς ἱκανότητος 225.000 κ.μ.), πού χρησιμεύει καί ὡς σημεῖο εἰσόδου τοῦ ΥΦΑ στό δίκτυο. Τά ὀφέλη ἐκ μίας εὐτυχοῦς ἐξελίξεως τῶν ἐρευνῶν εἶναι προφανῆ: ἡ ἀνακάλυψις ἐγχωρίων κοιτασμάτων θά αὐξήσει τήν ἐσωτερική κατανάλωση (σήμερα στό 8-9% ἐπί τοῦ συνόλου τῶν καταναλωτῶν ἔναντι 55% στήν ΕΕ), θά μειώσει τήν ἐξάρτηση ἀπό τίς εἰσαγωγές (σήμερα 100%) καί παράλληλα θά προσφέρει σημαντικές ἐξαγωγικές προοπτικές. Χαρακτηριστικά καί πολύ ὀρθά, ὁ «Ἐθνικός Λογαριασμός Κοινωνικῆς Ἀλληλεγγύης Γενεῶν» (ΕΛΚΑΓ) ἔχει σχεδιασθεῖ ὥστε νά χρηματοδοτεῖται κατά 70% ἀπό τά ἔσοδα τοῦ Δημοσίου ἐκ τῶν Ἑταιρειῶν Ὑδρογονανθράκων (μερίσματα, δικαιώματα, φορολογία), ἐνῶ 20% αὐτῶν τῶν ἐσόδων κατατίθεται ὑπέρ τοῦ Πρασίνου Ταμείου.

Ἐκ τῶν μέχρι τοῦδε στοιχείων προκύπτει ὅτι τά πλέον ὑποσχόμενα ἑλλαδικά θαλάσσια «οἰκόπεδα ἐρεύνης» εἶναι στά Δυτικά καί Νότια. Ἡ ἑλληνική ΑΟΖ στίς ἀντίστοιχες περιοχές εἶναι ὁριοθετημένη μέ τήν Ἰταλία καί τήν Αἴγυπτο καί συντόμως ἐνώπιον τοῦ Διεθνοῦς Δικαστηρίου τῆς Χάγης μέ τήν Ἀλβανία. Στήν ἐκκρεμότητα μέ τήν Λιβύη ὁ Νόμος Μανιάτη (4001/2011) προσέφερε μία ἀρχική νομική βάση ἱκανοποιητική γιά τίς ἑταιρεῖες. Ἡ μόνη ἐδῶ οὐσιαστική ἐμπλοκή, τό τουρκολιβυκό μνημόνιο, ἔχει σαφῶς καταδικασθεῖ ἀπό τό Εὐρωπαϊκό Συμβούλιο καί ἐν πάσῃ περιπτώσει ἡ ἀκύρωσίς του ἐν τῇ πράξει εἶναι στρατιωτικά εὐχερής δεδομένης τῆς γεωγραφίας. Οἱ πολιτικές ἐξελίξεις στήν χώρα (τό μνημόνιο δέν ἐκυρώθη ἀπό τήν Λιβυκή Βουλή) δημιουργοῦν ἐλπίδα ὁριστικῆς διευθετήσεως, πού ἤδη ἐπιδιώκουμε, καί μάλιστα σέ ἀνώτατο ἐπίπεδο, μέ τό νέο καθεστώς.

Οἱ ἐπιτυχίες στήν ἐξωτερική πολιτική ἐξασφαλίζουν λοιπόν ὅτι οὐδέν ἐξωτερικό κώλυμα ὑφίσταται στό ἐνεργειακό πρόγραμμα τῆς χώρας. Ἡ μετά COVID ἐποχή ἀνατέλλει καί μετά τήν ἀναγκαστική ἀνάπαυλα ἔρχεται ἡ ὥρα νά ξαναπιάσουμε τό νῆμα ἀπό τόν Ν. 4631/2019 καί νά ξαναβάλουμε μπρός τίς μηχανές. Δυστυχῶς, ὅσον ἀφορᾶ τήν Κύπρο, ἐκεῖ ἡ ἀμεσότης τῆς ἀποδόσεως τῶν κοιτασμάτων συνδυάζεται μέ τήν ἐπιδείνωση τοῦ πολιτικοῦ περιβάλλοντος. Μέχρι τήν ἔκρηξη τῆς πανδημίας ὑπῆρχε σημαντική ἐρευνητική δραστηριότης ἀπό τίς μεγαλύτερες ἑταιρεῖες σέ ὅλα τά ἐλπιδοφόρα Κυπριακά οἰκόπεδα, ἰδίως τά γειτνιάζοντα μέ τά γνωστά γιγαντιαῖα κοιτάσματα τῆς περιοχῆς, τό Αἰγυπτιακό ΖΟΡ καί τό Ἰσραηλινό Λεβάθιαν. Τό πολιτικό κλῖμα ὅμως ἐβάρυνε πολύ. Οἱ συζητήσεις στήν Γενεύη εἶχαν τήν ἀναμενομένη κατάληξη. Τό ἀδιέξοδο διαιωνίζεται, χωρίς ὁρατή προοπτική. Εἶναι ἀπολύτως βέβαιον ὅτι ἡ Τουρκία θά ἐπαναλάβει καί τίς παράνομες γεωτρήσεις καί τίς παρενοχλήσεις τῶν ἑταιρικῶν ἐρευνητικῶν σκαφῶν. Στό παρελθόν αὐτή ἡ θρασεῖα παραβίασις τῆς Διεθνοῦς νομιμότητος (δέν ἀμφισβητεῖται ἡ ΑΟΖ, ἀλλά αὐτή καθ’ ἑαυτή ἡ ὑπόστασις τοῦ Κυπριακοῦ Κράτους) δέν ἐμπόδισε τίς ἑταιρεῖες. Σῶφρον θά ἦτο ὅμως νά μήν ἀφήσουμε τήν προστασία τους στά ἐθνικά κράτη τους.

Δεδομένου τοῦ μεγέθους τοῦ διακυβεύματος, θά εἶχε ἔννοια νομοθετική μας πρωτοβουλία, πού θά ἐπέτρεπε ἐμπλοκή τῆς Ἑλληνικῆς Διαχειριστικῆς Ἑταιρείας Ὑδρογονανθράκων, μέσω π.χ. προγραμματικῆς συμφωνίας μέ τήν Ἑταιρεία Ὑδρογονανθράκων Κύπρου. Ὁπότε ἡ ὑπόθεσις θά εἶναι νομικῶς καί δική μας.

Κεντρικό θέμα