Αιτία πολέμου η παρουσία του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία

Οι παραινέσεις Πούτιν προς την Ελλάδα για «εγκράτεια» με το βλέμμα στις ΗΠΑ

ΘΕΤΙΚΟ χαρακτήρισε ο Ρώσσος Πρόεδρος Βαλντιμήρ Πούτιν το γεγονός ότι η Ελλάς είναι μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Στις κοινές δηλώσεις με τον Κυριάκο Μητσοτάκη μετά την ολοκλήρωση της συναντήσεώς τους στο Σότσι ανέφερε ότι η Ρωσσία δεν έχει τίποτε εναντίον της συμμετοχής της Ελλάδος στους οργανισμούς αυτούς. «Από μια άποψη είναι και θετικό, λαμβάνοντας υπόψη τις «θετικές ρίζες» που ενώνουν την Ελλάδα και την Ρωσσία» προσέθεσε επισημαίνοντας ότι επί σειρά δεκαετιών η Ελλάς ήταν πάντα, στο μέτρο του εφικτού, υπέρ μιας ισορροπημένης λογικής σε ό,τι αφορά την συνεργασία ΕΕ – Ρωσσίας.

Όσο όμως ξεκάθαρη ήταν η θέσις του απέναντι στην Ελλάδα, εξ ίσου ευθεία ήταν η αναφορά του στο ΝΑΤΟ το οποίο χαρακτήρισε «εχθρό». Ο Ρώσσος Πρόεδρος επανέλαβε τις «κόκκινες γραμμές» της χώρας του λέγοντας πως δεν συνιστά πρόβλημα η γειτνίασις με το ΝΑΤΟ, αλλά πρέπει να υπάρχουν όρια. Πρόκειται για μιαν αναφορά στην παλαιά δέσμευση της Δύσεως πως δεν θα προσπαθήσει να εντάξει στην Ατλαντική Συμμαχία πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Και στο σημείο αυτό είναι που ο Πούτιν θεωρεί ότι υπάρχει ανακολουθία. Είχε προηγηθεί η περίπτωσις της Γεωργίας που ακόμη αναπτύσσει δεσμούς με το ΝΑΤΟ και ακολουθεί τώρα η Ουκρανία, η οποία μετά την δική της «πορτοκαλί επανάσταση» συσφίγγει συνεχώς τους δεσμούς της με το ΝΑΤΟ από το οποίο ζητεί να εγγυηθεί τα σύνορά της.   

Τα προβλήματα όμως δεν περιορίζονται εκεί. «Δυστυχώς το ΝΑΤΟ ακολουθεί συγκρουσιακή πολιτική έναντι της Ρωσσίας» συνέχισε ο Πούτιν: «Απελάσεις Ρώσσων διπλωματών οδήγησαν στο να κλείσουμε και εμείς την εκπροσώπηση του ΝΑΤΟ στην Μόσχα. Αυτή είναι μη φιλική συμπεριφορά προς εμάς. Δηλώνουν την Ρωσσία εχθρό τους, ανταγωνιστή τους. Η Ρωσσία δεν επιδιώκει σύγκρουση».

Ερωτηθείς στο σημείο αυτό αν η Ρωσσία σχεδιάζει να επιτεθεί κατά της Ουκρανίας, ο Βλαντιμήρ Πούτιν είπε πως είναι μια προκλητική ερώτησις, υπεγράμμισε ωστόσο ότι η χώρα του ακολουθεί μία φιλειρηνική πολιτική, αλλά δικαιούται να περιφρουρεί την ασφάλεια της. «Δεν μπορεί να μην μας ανησυχεί η προοπτική προσχωρήσεως της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, γιατί ύστερα από αυτό θα ακολουθήσει η ανάπτυξις βάσεων εκεί. Βασιζόμαστε στο ότι οι ανησυχίες μας θα εισακουσθούν αυτή την φορά, αν και τις προηγούμενες δεκαετίες εμείς πάντα και μόνιμα εκφράζαμε τις ανησυχίες μας. Παρ’ όλα αυτά οι υποδομές του ΝΑΤΟ πλησίαζαν τα σύνορα μας και τώρα βλέπουμε τα (ΝΑΤΟϊκά) αντιπυραυλικά συστήματα στην Ρουμανία. Έχουμε σοβαρές υποψίες να περιμένουμε ότι το ίδιο θα συμβεί και στην Ουκρανία. Πώς μπορούμε να μην το σκεφτούμε αυτό; Θα ήταν εγκληματική αδράνεια να παρακολουθούμε τι γίνεται».

Ως προς την Ελλάδα ανέφερε πως πιστεύει πως η στάσις της θα διέπεται από «εγκράτεια» εκφράζοντας την ελπίδα πως «στο μέλλον θα αξιοποιήσουμε την στήριξη των Ελλήνων φίλων μας με στόχο, έτσι ώστε να παίξουν ένα θετικό ρόλο στις σχέσεις μας με αυτά τα δύο μπλοκ» (εννοεί την ΕΕ και το ΝΑΤΟ). Η αναφορά αυτή στην «εγκράτεια» αναφέρεται προφανώς στην ενδεχομένη χρήση αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αλεξανδρούπολη, για επιχειρήσεις στην Ουκρανία. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πλευρά του, εξέφρασε την πεποίθησή του ότι από μιαν ανάφλεξη στην Ουκρανία δεν θα υπάρξει νικητής και έθεσε επί μιας ισορροπημένης βάσεως την προσέγγιση των Αθηνών λέγοντας ότι η Ελλάς «προφανώς δεσμεύεται από τις συλλογικές αποφάσεις που λαμβάνονται στα δύο αυτά υπερεθνικά όργανα (ΕΕ και ΝΑΤΟ» ωστόσο «αυτό δεν σημαίνει, ότι η Ελλάδα δεν έχει και δεν επιδιώκει να έχει καλές διμερείς σχέσεις με τη Ρωσσία». Και υπεγράμμισε: «Είχαμε την ευκαιρία, νομίζω, να συζητήσουμε και να παρουσιάσουμε ένα εύρος θεμάτων στα οποία μπορούμε να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας τα οποία δεν άπτονται άμεσα των ευρύτερων ζητημάτων που αφορούν τις σχέσεις της Ρωσσίας με το ΝΑΤΟ ή τις σχέσεις της Ρωσσίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ως προς τα ελληνοτουρκικά, ο Βλαντιμήρ Πούτιν δεν θέλησε να τοποθετηθεί περιοριζόμενος να δηλώσει ότι τα προβλήματα πρέπει να επιλυθούν με «διάλογο». Προκαλεί εντύπωση όμως το γεγονός πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποίησε τον όρο «διαφορές» ως εάν υπάρχουν και άλλα ζητήματα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας πέρα από την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Επανέλαβε μάλιστα πολλάκις την λέξη «διαφορές». Είπε συγκεκριμένα ότι το πλαίσιο που έχει προσδιορίσει η Ελλάς «είναι πολύ σαφές και οι διαφορές μας, η σημαντικότερη διαφορά, το ζήτημα της διευθέτησης, οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να λυθεί μόνο στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, του Δικαίου της θάλασσας». Προσέθεσε πως «η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι έχει τη δυνατότητα να συνάπτει συμφωνίες οριοθέτησης» αναφέροντας τις συμφωνίες με την Ιταλία και την Αίγυπτο και προσέθεσε: «Η πρόσκλησή μας προς την Τουρκία παραμένει απολύτως ενεργή. Ταυτόχρονα η Ελλάδα με κάθε τρόπο θα υπερασπίζεται την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα».

Απεναντίας ξεκάθαρα τοποθετήθηκε ο Βλαντιμήρ Πούτιν υπέρ της Κύπρου και της δικαίας επιλύσεως του Κυπριακού, κάτι που χαιρέτισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Εκτιμώ ιδιαίτερα την πολύ καθαρή θέση της Ρωσσίας στο ζήτημα του Κυπριακού, η οποία νομίζω ότι πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη και από την Τουρκία και η Ρωσσία ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι εγγυητής της σταθερότητας, της εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου και πρώτα και πάνω απ’ όλα της εφαρμογής των ίδιων των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας οι οποίες στην περίπτωση της Κύπρου είναι απολύτως σαφείς και δεν επιδέχονται παρερμηνειών» τόνισε ο Έλλην Πρωθυπουργός.

Οι ανωτέρω γεωπολιτικές παράμετροι επισκίασαν το ζήτημα της προμήθειας φυσικού αερίου που ήταν το βασικό θέμα στην ατζέντα της συναντήσεως. Όμως εκεί τα πράγματα υπήρξαν ιδιαιτέρως ομαλά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να τονίζει πως η Ρωσσία είναι αξιόπιστος προμηθευτής φυσικού αερίου που απευθύνεται προς την Ελλάδα, η οποία είναι αξιόπιστος εταίρος. Άλλωστε για την χώρα μας η Ρωσσία αποτελεί βασικό προμηθευτή με τις ποσότητες αερίου που έχουν εισαχθεί από αρχές του έτους έως τον Νοέμβριο στην ελληνική αγορά να φθάνουν συμφρώνως προς τα στοιχεία που έδωσε η ρωσσική πλευρά τα τρία δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Κεντρικό θέμα