Κατ’ ἀρχάς νά ξεκαθαρίσουμε ὅτι ἐκτιμοῦμε καί θαυμάζουμε τό ἐπάγγελμα τοῦ ἀγρότη.
Ἀπό παιδάκια, εἴχαμε τήν εὐκαιρία νά ἀσχοληθοῦμε μέ τήν γῆ. Φυτέψαμε δέντρα, τρυγήσαμε ἀμπέλια καί μόλις βροῦμε ἐλεύθερο χρόνο τρέχουμε στό ἀγρόκτημα πού μᾶς ἄφησε ὁ λόγιος παπποῦς μας στήν Σαλαμῖνα.
Ἕνα κτῆμα μέ πολλές φυστικιές (πού τίς φυτέψαμε πρίν σαράντα καί βάλε χρόνια τά παιδιά, μαζί μέ τόν ἰατρό, ἀλλά ἀμετανόητο χωριάτη, πατέρα μας), ἐλιές καί ὀλίγα «ξυνά». Σκάβουμε, ὀργώνουμε μέ τό μικρό μας μηχάνημα, φυτεύουμε τόν χειμῶνα ζαρζαβατικά καί πατάτα καί τό καλοκαίρι λαχανικά καί καρπουζοπέπονα, γενικῶς ἔχουμε ἀπόλυτη γνώση τοῦ «Χοῦς ἦν καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει».
Ἡ σχέση μέ τό χῶμα (γῆ) εἶναι –κατά τήν ἄποψή μας– ἱερή. Καί πιστεύουμε ἀπολύτως ὅτι τό κράτος ὀφείλει νά σέβεται καί νά στηρίζει –ὅσο πρέπει καί ὅσο ἐπιτρέπεται– τόν ἀγροτικό κόσμο καί τήν πρωτογενῆ παραγωγή.
Ἀπό αὐτό, ὅμως, τό σημεῖο μέχρι τήν ρουτίνα τῶν Δεκεμβρίων, μέ τούς ἀγρότες «νά ζεσταίνουν τά τρακτέρ» κάθε πού ζυγώνουν Χριστούγεννα, ἀπειλῶντας νά «κόψουν τήν Ἑλλάδα στά δυό», μέχρι καί τήν σημερινή, ἄγρια, κατάσταση, ὑπάρχει χάος ἀμέτρητο!
Οὐδείς μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι «κάτι πολύ σοβαρό τρέχει» μέ ὅλη αὐτή τήν ὑπόθεση τῶν «Ὀπεκεπέδων», ὅτι κάποιοι ἀγρότες βρέθηκαν σέ δύσκολη θέση, ἐπειδή κάποιοι ἄλλοι (ἀγρότες ἐπίσης, ἀλλά καί ἀπατεῶνες συνάμα) καρπώθηκαν μεγάλα ἕως τεράστια ποσά ἐκμεταλλευόμενοι κενά (;) τῆς νομοθεσίας ἤ κενά (;) στήν διαστρωμάτωση τῆς ἐξουσίας.
Ἀπό τήν δεκαετία τοῦ ’80, ἡ Ἑλλάς ἀφήνει ἀνεκμετάλλευτες –ἤ μᾶλλον ἐκμεταλλεύεται μέ τελείως λάθος τρόπο– τίς ἐπιδοτήσεις. Καί ἡ εὐθύνη, φυσικά, δέν βαρύνει μόνο τούς ἑκάστοτε κυβερνῶντες. Βαρύνει καί τόν ἀγροτικό συνδικαλισμό, πού καλοδέχθηκε στήν κατασπατάληση τῶν ἐπιδοτήσεων, τήν ἐπικίνδυνη στασιμότητα καί τήν μή πρόοδο καί ἐξέλιξη τῆς πρωτογενοῦς –ἀγροτικῆς– παραγωγῆς , ἡ ὁποία παραμένει «ἀγκυλωμένη» μέχρι καί σήμερα.
Ἐλπίζοντας πάντα νά πρυτανεύσει ἡ λογική καί νά σταματήσει, ἐπί τέλους, αὐτή ἡ ἀπαράδεκτη τακτική τοῦ «δέν μέ ἱκανοποιεῖς, μέ ἀδικεῖς καί κόβω τήν χώρα στά δυό», ἀπευθύνουμε ἕνα ἐρώτημα τόσο στούς κρατοῦντες ὅσο καί στούς ἀγροτο-εργατοπατέρες: Τί στήν εὐχή συμβαίνει καί δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει τό σύστημα λειτουργίας καί ἐξελίξεως τοῦ ἀγροτικοῦ τομέως;
Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού δέν θέλει καί ἐμποδίζει τίς, τόσο ἀναγκαῖες, ριζικές ἀλλαγές; Πότε θά πάψουν οἱ πολιτικοί νά ἐνεργοῦν μέ βάση τό στενόμυαλο καί κοντόφθαλμο παιγνίδι τῆς ἐπανεκλογῆς καί οἱ ἀγροτο-συνδικαλιστές μέ βάση τήν παραμονή στίς «ζεστές» πολθυθρόνες τους;
Ἀρκεῖ μιά καί μόνη ματιά στήν Ὁλλανδία, πού δέν ἔχει τά δικά μας χώματα, πού δέν ἔχει τήν δική μας κλιματική εὔνοια, κι ὅμως εἶναι σήμερα μιά ἀπό τίς πρῶτες χῶρες παραγωγῆς ἀγροτικῶν προϊόντων στόν κόσμο!
Ποιά; Ἡ Ὁλλανδία, πού ἀξιοποίησε στό ἔπακρο τήν δημοκρατία, πού ἀξιοποίησε στό ἔπακρο τήν ἔνταξη στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση. Τί στήν εὐχή ἔχουν οἱ Ὁλλανδοί, τί περισσότερο ξέρουν ἀπό ἐμᾶς;
Ἀσφαλῶς, οὔτε πιό ἔξυπνοι εἶναι οὔτε κάποια «μυστικά» κατέχουν. Ἁπλῶς, ἐκεῖ ἔχει ἐκπονηθεῖ σχέδιο καί ἐκεῖ τό κράτος δέν λειτουργεῖ ἀναλόγως μέ τό ποιό κόμμα θά λάβει τήν ἐκλογική πλεοιοψηφία. Μέ δυό λόγια, μᾶς λείπει τό «σύστημα». Δυστυχῶς, λειτουργοῦμε ἀκόμη ὅπως εἶχε πεῖ ἡ ἀείμνηστη φίλη μας Μαρία Ρεζάν. «Ἔτσι, χωρίς πρόγραμμα»!

