«Πές μας, Λάζαρε, τί εἶδες, εἰς τόν ᾍδη πού ἐπῆγες» ἔλεγαν τά «λαζαράκια», τά κάλαντα, δηλαδή, πού ἔψελναν τά παιδιά παλιότερα, τήν παραμονή «τοῦ Λαζάρου».
«Εἶδα φόβους, εἶδα τρόμους, εἶδα βάσανα καί πόνους» ἀπαντοῦσε –μέσῳ τῶν παιδικῶν φωνῶν– ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν Λάζαρος.
Κι ἔρχεται χθές τό ρεπορτάζ: «Ἀπίστευτο αὐτό πού συνέβη στήν Ταρκουίνια τῆς Ἰταλίας, ὅταν ἕνας ἄνδρας 78 ἐτῶν, “ἀνεστήθη” ἀφοῦ διεπιστώθη ἐπισήμως ὁ θάνατός του. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ὑπέστη δύο ἀνακοπές.
Παρά τίς ἀλλεπάλληλες προσπάθειες ἀνανήψεως, οἱ ἰατροί διαπίστωσαν τόν θάνατό του. Ὁ νεκρός ἐτοποθετήθη σέ φορεῖο καί ἀκολούθως σέ ἀσθενοφόρο ἔξω ἀπό τό σπίτι του. Οἱ συγγενεῖς, μαζί μέ ἰατρούς καί νοσοκόμους, περίμεναν νά φθάσει ἡ νεκροφόρος γιά νά τόν παραλάβει…».
Ἄμ’ δέ! Μισή ὥρα ἀφ’ ὅτου «διεπιστώθη ὁ θάνατός του», ὁ «Λάζαρος», ἄνοιξε τά μάτια του, ἄρχισε νά κινεῖται καί ρώτησε ποῦ βρίσκονται τά παιδιά του. «Ἀμέσως, διεκομίσθη στό πλησιέστερο νοσοκομεῖο. Ἡ κατάστασή του, ὅπως ἔγινε γνωστό, εἶναι σταθερή καί ἐπικοινωνεῖ κανονικά μέ τό περιβάλλον» ἀναφέρουν τά ρεπορτάζ, πού ἔχουν κάνει ἤδη τόν γῦρο τοῦ κόσμου…
Κατά μίαν ἄποψη τῶν εἰδικῶν, εἰδικούς, τό πιθανώτερο εἶναι νά πρόκειται γιά τό «σύνδρομο τοῦ Λαζάρου», πού ἀφορᾶ ἀσθενεῖς τόν ὁποίων ἡ καρδιά ἔχει σταματήσει νά χτυπᾶ, ἀλλά ἔπειτα ἀπό ἕνα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, ἐπιστρέφουν στήν ζωή. Πρόκειται γιά αὐθόρμητη ἐπαναδραστηριοποίηση τῶν ζωτικῶν λειτουργιῶν τοῦ ὀργανισμοῦ.
Δέν ὑπάρχει ἐπίσημη ἐξήγηση γιά τό πῶς λειτουργεῖ τό σύνδρομο. Πολλοί ἰατροί θεωροῦν ὅτι «μπορεῖ νά ὀφείλεται σέ ἀέρα πού συσσωρεύεται στόν θώρακα, κατά τίς προσπάθειες καρδιοαναπνευστικῆς ἀνανήψεως, ἤ γιά καθυστερημένη ἐπίδραση τῶν φαρμάκων πού χορηγοῦνται, πάντα κατά τήν παροχή ἀμέσου βοηθείας.»
Μπαίνεις τώρα στόν πειρασμό ἤ ὄχι; Δέν θά πρέπει οἱ ἰατροί, οἱ πάσης φύσεως ἐπιστήμονες νά τρέξουν νά συνεφέρουν τόν ἐπανελθόντα ἀπό τόν ᾍδη καί νά τόν διατηρήσουν σέ ὅσο τό δυνατόν καλύτερη κατάσταση, ὥστε νά μάθουμε «τί εἶδε εἰς τόν ᾍδη ποῦ ἐπῆγε»; Δέν εἶναι μιά χρυσή εὐκαιρία νά μποῦμε στά ἄδυτα τῶν ἀδύτων, νά τόν στηρίξουμε μέ κάθε μέσον ὥστε νά θυμηθεῖ καί νά δεῖ, νά μᾶς πεῖ «πῶς εἶναι ἐκεῖ», νά μᾶς ἀφηγηθεῖ «πῶς πέρασε αὐτή τήν μισή ὥρα»;
Κι ἀπό τήν ἄλλη, δέν εἶναι –γιά τούς δυσπίστους, μιά καλή ἀφορμή γιά νά μᾶς ποῦν ὅτι ἡ περίφημη ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, τήν ὁποίαν ἔχουμε κατατάξει στά θαύματα «μπορεῖ νά ὀφείλεται σέ ἀέρα πού συσσωρεύεται στόν θώρακα, κατά τίς προσπάθειες καρδιο-αναπνευστικῆς ἀνανήψεως;»…
Βρέ, σέ τί μπελάδες μᾶς ἔβαλε ὁ Ἰταλός ἀναστάς καί ἐπανελθών ἐκ τοῦ ᾍδου! Ἆρά γε, πρόκαμε νά δεῖ τήν Πύλη τοῦ Παραδείσου ἤ τίς φλεγόμενες Πύλες τῆς Κολάσεως;
Μπορεῖ νά μᾶς πεῖ «πῶς εἶναι ὁ ἅγιος Πέτρος», νά μᾶς πεῖ ἄν ὑπάρχει ἤ ὄχι «ὁ κέρβερος τοῦ ᾍδου» γιά τόν ὁποῖον ἐμάθαμε στούς ἄθλους τοῦ Ἡρακλέους;
Θά μπορέσει νά θυμηθεῖ ἄν εἶδε κάποια γνωστά «κολασμένα» ἤ «ἅγια» πρόσωπα ἐκεῖ πού παρέμεινε γιά μισή σχεδόν ὥρα;
Βρέ, σέ τί μπελάδες μᾶς ἔβαλες ἄθελά σου, Χριστιανέ μου!