Ὑπό ἀμφισβήτηση ὁ ἀστικός κώδικας – «Στόν ἀέρα» χιλιάδες ἰδιοκτησίες
ΔΙΑΒΑΣΑ τό Σάββατο στό διαδίκτυο ὅτι ἡ Ἀρχή γιά τήν νομιμοποίηση ἐσόδων ἀπό παράνομες καί ἐγκληματικές δραστηριότητες πραγματοποίησε ἔλεγχο σέ μοναστῆρι τῆς Κρήτης, ὅπου καί ἐντόπισε πολύ σοβαρές ἀτασθαλίες σχετικά μέ τήν διαχείριση τῶν κοινοτικῶν πόρων. Ἐντόπισε μάλιστα σέ τραπεζικό λογαριασμό ἡγούμενου μεγάλο ποσό πού ὑπεξαιρέθηκε ἀπό τόν ὀργανισμό γιά τίς γεωργικές ἐπιδοτήσεις. Ἡ ἀνάγνωση τῆς εἴδησης αὐτῆς καί μόνο θά ἀρκοῦσε γιά νά παύσει ἡ ἀντιδικία πού ἐκκρεμεῖ ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας, μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί 23 Μοναστηριῶν σχετικά μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ νέου κανονισμοῦ της, ὁ ὁποῖος προβλέπει ὅτι ὁ οἰκονομικός ἔλεγχος τῶν Ἡσυχαστηρίων, πού ἀποτελοῦν Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου καί ἀπολαμβάνουν τό αὐτοδιοίκητο, περνᾶ στήν ἁρμοδιότητα τῶν Μητροπολιτῶν.
Ἐάν τό κράτος ἔχει τήν δυνατότητα νά κάνει οἰκονομικούς ἐλέγχους εἴτε σέ Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου εἴτε σέ Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου τά ὁποῖα ἀποδίδουν ΦΠΑ, ἔχουν ταμειακές μηχανές, διατηροῦν ἀνοικτά βιβλία στήν Ἐφορία καί ὑπόκεινται ἀνά πᾶσα στιγμή στόν ἔλεγχο αὐτῆς, τότε ποιός ὁ λόγος νά μετατραποῦν οἱ Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας μας σέ ΣΔΟΕ μέ ἄμφια; Οἱ Μητροπολῖτες οὔτε ἔφοροι εἶναι, οὔτε σῶμα δίωξης οἰκονομικοῦ ἐγκλήματος εἶναι, οὔτε τούς μοναχούς καί τίς μοναχές ἐντέλλονται νά ἐποπτεύουν γιά τέτοια θέματα, πλήν τῶν πνευματικῶν, ἀπό τήν στιγμή πού τό ὀργανωμένο Κράτος ἔχει τήν ἁρμοδιότητα. Στήν πραγματικότητα, ἡ συζήτηση αὐτή εἶναι ἄνευ ἀντικειμένου καί ὅσοι ὁρκιζόμενοι στό Εὐαγγέλιο λένε στά δικαστήρια ὅτι τά Μοναστήρια εἶναι ἀνεξέλεγκτα, λένε ψέματα. Τό ἀποδεικνύει ἡ εἰδησεογραφία. Δέν εἶναι. Ὅσοι διασπαθίζουν δημόσιο χρῆμα ἤ κάνουν κακή διαχείριση ἰδιωτικῆς περιουσίας ἤ ἰδιωτικοῦ χρήματος, τίθενται στό μικροσκόπιο τοῦ νόμου καί λογοδοτοῦν στήν Δικαιοσύνη. Καμμιά φορά μπαίνουν καί φυλακή μετά ἀπό δίωξη τῆς Πολιτείας.
Στήν πραγματικότητα, πίσω ἀπό τό αἴτημα πού βρίσκει ἔρεισμα σέ ἀντισυνταγματικό νόμο, τῆς ἀναθέσεως τοῦ οἰκονομικοῦ ἐλέγχου τῶν ἡσυχαστηρίων στούς Μητροπολῖτες, ὑποκρύπτονται δύο βαθύτατα συνταγματικά θέματα, μείζονος σημασίας. Τό πρῶτο ἀφορᾶ τίς σχέσεις Κράτους – Ἐκκλησίας καί τό δεύτερο τήν ἰσχύ τοῦ ἀστικοῦ δικαίου στήν πατρίδα μας γιά κάθε Ἕλληνα πολίτη, τό ὁποῖο (ἐφ’ ὅσον τό Συμβούλιο Ἐπικρατείας ἀκυρώσει τίς διαθῆκες τῶν Ἁγίων Νεκταρίου Παϊσίου καί Πορφυρίου πού ὁρίζουν τό πλαίσιο λειτουργίας τῶν ἡσυχαστηρίων), τίθεται ἐν ἀμφιβόλῳ.
Θά ἐξηγήσω.
Ὅσον ἀφορᾶ τό πρῶτο, ἄς εἴμαστε εἰλικρινεῖς. Ὁ νομικός σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὁποῖος ἐπιμένει στήν ἐπιβολή οἰκονομικοῦ ἐλέγχου στά ἡσυχαστήρια, στήν πραγματικότητα εἰσηγεῖται τόν διαχωρισμό τοῦ Κράτους ἀπό τήν Ἐκκλησία κατά παράβαση τοῦ Συντάγματος. Διότι ἄν ἡ Ἐκκλησία σήμερα δέχεται ὅτι δέν ἔχει ἁρμοδιότητα τό Κράτος νά ἐλέγχει διά τῆς ἀρχῆς νομιμοποίησης ἐσόδων ἤ μέσῳ τῆς ἐφορίας τά οἰκονομικά τῶν Ἡσυχαστηρίων ἤ ἄλλων Μοναστηριῶν καί προσπαθεῖ νά ἀναθέσει αὐτήν τήν ἁρμοδιότητα στόν ἑαυτό της, στήν πραγματικότητα διακηρύσσει urbi et orbi τόν διαχωρισμό Κράτους καί Ἐκκλησίας. Ὅ,τι θά συμβαίνει στό ἐσωτερικό τῶν Ἡσυχαστηρίων ἤ καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, θά εἶναι ἁπλῶς ἐσωτερικό της θέμα. Ἐνῷ ἡ ἐπιθυμία τῶν ἱδρυτῶν τους ἦταν ἄλλη.
Πρόκειται γιά μία αὐτοκρατορική ἀντίληψη, ἡ ὁποία μοιάζει πολύ μέ τήν λογική τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας πού προσπερνᾶ τήν παράδοση καί ἀναγνωρίζει ἐξουσίες μόνο στούς ἐπί κεφαλῆς ἐπισκόπους σέ ἀντίθεση μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ ὁποία ἦταν μέχρι τώρα πολύ περισσότερο δημοκρατική. Ἄν μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ αὐτή ἡ λέξη μέ ὅρους δογματικούς. Τήν χρησιμοποιῶ, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἦταν ποτέ ἀσφυκτικός ἐξουσιαστικός μηχανισμός.
Τό δεύτερο θέμα πού ἀπαιτεῖται νά λύσει τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας καλούμενο νά ἀκυρώσει τίς διαθῆκες τῶν Ἁγίων Νεκταρίου Πορφυρίου καί Παϊσίου, εἶναι πολύ εὐρύτερο καί ἀφορᾶ ἑκατομμύρια Ἕλληνες. Ἀφορᾶ τήν ἰσχύ τοῦ Ἀστικοῦ Δικαίου στήν πατρίδα μας, ὅπως αὐτή προκύπτει ἀπό πολύ συγκεκριμένες διατάξεις τοῦ Συντάγματος καί τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα. Ἐάν τό Συμβούλιο Ἐπικρατείας, ἕνα ἀκυρωτικό δικαστήριο πού ἐποπτεύει τήν ἐφαρμογή τοῦ Δημοσίου Δικαίου στήν πατρίδα μας, ἀκυρώσει τίς διαθῆκες τῶν Ἁγίων πού εἶναι συμβάσεις ἰδιωτικοῦ δικαίου προκειμένου νά ὑπερισχύσει ὁ Κανονισμός τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἕνα κανονιστικό κείμενο Δημοσίου Δικαίου, τότε ἐρωτᾶται: Ἄν σήμερα ὁ φρουρός τοῦ Συντάγματος, τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, ἀκυρώσει τίς τελευταῖες ἐπιθυμίες Ἑλλήνων πολιτῶν πού ἀνακηρύχθηκαν μετέπειτα Ἅγιοι ἀπό τήν Ἐκκλησία μας καί στείλει στά σκουπίδια τίς διαθῆκες τους, τότε ποιός μᾶς λέει ὅτι αὔριο αὐτή ἡ Κυβέρνηση ἤ μία ἄλλη δέν θά χρησιμοποιήσει μία ὑπουργική ἀπόφαση ἤ ἕνα Προεδρικό Διάταγμα γιά νά ἀκυρώσει καί τίς διαθῆκες ἑκατομμυρίων πολιτῶν; Κανείς δέν μᾶς τό λέει.
Ἄν δέν ὑπάρχει ἱερό καί ὅσιο καί δέν γίνεται σεβαστή ἡ τελευταία βούληση ἑνός Ἁγίου προκειμένου νά γίνουν δεκτά τά πείσματα Μητροπολιτῶν, θά ἐμποδίσει κανείς κανέναν στό μέλλον νά ἀμφισβητήσει τήν διαθήκη ἑνός ἰδιώτη;
Θά πῶ ἕνα παράδειγμα γιά νά τό καταλάβουν οἱ δικαστές τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, σέ τί ἐπικίνδυνες ἀτραπούς μποροῦν νά ἀχθοῦν. Χιλιάδες Ἕλληνες πολῖτες, ἐθνικοί εὐεργέτες, ἀφήνουν μέ διαθῆκες τήν περιουσία τους, κινητή καί ἀκίνητη, σέ ἱδρύματα, σέ βιβλιοθῆκες, σέ πανεπιστήμια, σέ δημόσιους ὀργανισμούς, σέ ἐκκλησίες, παντοῦ. Τί λέτε θά κάνουν οἱ κατιόντες τους πού ἀποκληρώθηκαν, ἄν δοῦν ὅτι τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας δέν τηρεῖ τό Σύνταγμα καί ἀκυρώνει διαθῆκες Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἐν ζωῇ ζήτησαν, ἡ διαχείριση τῶν χρημάτων τους νά ἀνατεθεῖ ἀμετάκλητα στόν αἰῶνα τόν ἅπαντα σέ μοναχούς καί μοναχές καί ὄχι σέ Μητροπολῖτες; Δέν θά χρησιμοποιήσουν τήν ἀπόφασή τους αὐτή ὡς νομολογία γιά νά ἀκυρώσουν τίς διαθῆκες τῶν οἰκείων τους; Καί ἄν ναί, τότε γιά ποιό ἰδιωτικό δίκαιο θά συζητᾶμε; Γιά ποιό Σύνταγμα; Γιά ποιό σεβασμό στήν τελευταία βούληση τοῦ διαθέτη, ἡ ὁποία λαμβάνει καί ἔγγραφο τύπο πού ὑπογράφει ὁ συμβολαιογράφος ὡς προέκταση τῆς δημόσιας ἐξουσίας πού φέρει; Γιά ποιά προστασία τῆς ἰδιοκτησίας, κινητῆς καί κινητῆς; Γιά ποιά προστασία τῆς περιουσίας;
Ἁπλῶς θέτω τά ἐρωτήματα. Μόνον. Καί διευκρινίζω τά ἑξῆς: δέν ὑπῆρχε ποτέ περίπτωση νά γράψω αὐτό τό σημείωμα, τήν στιγμή πού ὑπάρχει ἐκκρεμοδικία ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας γιά μία τόσο σημαντική ὑπόθεση, στήν ὁποία ἄλλως τε ἔχουμε καταγράψει τήν ἄποψή μας καί δέν νομίζαμε ὅτι θά χρειαστεῖ νά ἐπανέλθουμε ποτέ. Σεβόμαστε τήν συνταγματικῶς κατοχυρωμένη ἀνεξαρτησία τῶν δικαστῶν μας. Ἐπειδή οἱ κεραῖες μας ὅμως σέ ὅλη τήν χώρα εἶναι τεντωμένες καί ἀκούσαμε ὅτι κάποιοι στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας –πιθανόν καί Μητροπολῖτες κρυφογελᾶνε κάτω ἀπό τίς γενειάδες τους καί ψιθυρίζουν ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου εἶναι εἰλημμένη ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας, καθώς τά μέλη τοῦ τμήματος ἔχουν φιλοδοξία στό μέλλον νά ἡγηθοῦν τοῦ ἀνωτάτου δικαστηρίου (μέ ὅ,τι μπορεῖ νά σημαίνει αὐτός ὁ ὑπαινιγμός), θεωροῦμε ὅτι στό φῶς τῆς ἡμέρας καί δημοσίως πρέπει νά καταθέσουμε τούς προβληματισμούς μας. Τελευταῖο ἀλλά ὄχι ἔλασσον. Ὁ κανονισμός αὐτός τῆς Ἐκκλησίας πού θέλει νά καταπατήσει τίς διαθῆκες τῶν Ἁγίων δέν ἔχει τήν συναίνεση τῆς πλειονότητας τῆς ἱεραρχίας. Ἐπικρίθηκε σφόδρα ἀπό τό σύνολο τῆς ἱεραρχίας σέ συνεδρίασή της, μέ ἐπί κεφαλῆς τῶν διαφωνούντων τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἱερόθεο, ὅταν τέθηκε σέ συζήτηση στό ἐσωτερικό της. Πλήν ἐξαιρέσεων τῶν ἐνδιαφερομένων, πού ἔχουν ἔννομο συμφέρον βεβαίως. Μέ ἔμφαση στήν λέξη «συμφέρον». Ἡ ἐφαρμογή του θά προκαλέσει ἀναστάτωση στίς ἰσορροπίες τῆς Ἐκκλησίας, γεγονός πού προφανῶς οἱ ἔντιμοι δικαστές μας οἱ ὁποῖοι δέν γνωρίζουν πάντοτε τό παρασκήνιο τόν ὅσων συμβαίνουν σέ κάθε θεσμό, πόσῳ μᾶλλον στήν Ἐκκλησία μας, ἀγνοοῦν. Καταλήγουμε σέ κάτι πού ἤδη γνωρίζουν καλύτερα ἡμῶν οἱ δικαστές μας: τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας εἶναι ὁ φρουρός τοῦ Συντάγματος! Τίποτε ἄλλο!