Δέν εἶχα τήν εὐτυχία νά παρακολουθήσω τήν μονομαχία τῶν ἀρχηγῶν ἀπό τήν τηλεόραση.
Μοῦ εἶχε ἀναθέσει ἡ ἐγγονή μας νά ξεδιαλέξω διάφορες φωτογραφίες της, πού τίς εἶχε ἀποθηκεύσει σέ «στικάκια», προκειμένου νά δημιουργήσει συλλογή. Ἐκείνη ἔπρεπε νά πάει στό μάθημα τῆς ἐνόργανης γυμναστικῆς (γιά νά μέ πικάρει ἔχει γραφτεῖ στόν «Πανιώνιο» καί ὄχι στόν «Ἐθνικό») καί μοῦ ἄφησε ρητή παραγγελία: «Ὅταν γυρίσω πρέπει νά τά ἔχεις ὅλα ἕτοιμα, γιατί θά στείλω μερικές στίς φίλες μου!»… Κι ἔτσι στήθηκα στήν ὀθόνη, φόρεσα τά «κοντινά» ματογυάλια καί ἄρχισα τήν ἐπεξεργασία. Μαγεία καί ἀπόλαυση!
Ἀπό τήν βρεφική ἡλικία, στήν ἀγκαλιά, στή «στράτα», στό μπουσούλημα, στά πρῶτα βήματα, στόν παιδικό Σταθμό, στό Νηπιαγωγεῖο, στίς πρῶτες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ. Μιά διαδρομή πού τήν ἔχουμε διανύσει ὅλοι μαζί στό σπίτι, ἀλλά πού τήν καταλαβαίνεις μόνο ὅταν βλέπεις μία-μία τίς φωτογραφίες καί στέκεσαι σέ κάθε μία ἀπό αὐτές, γιά νά θυμηθεῖς τό «ποῦ, πῶς, πότε»… Κι ἔτσι ἔχασα τήν «μητέρα τῶν μαχῶν» καί πῆγα τήν ἑπομένη στήν παρέα μου ἀδιάβαστος, ἀνενημέρωτος, ἀπληροφόρητος!
– Πῶς σοῦ φάνηκε χθές ὁ Τσίπρας; μέ ρωτάει ὁ Μιχάλης, ὀπαδός τοῦ Πρωθυπουργοῦ καί τοῦ Πολάκη!
– Χάλια, ἀπαράδεκτος, νομίζω χειρότερος ἀπό κάθε ἄλλη φορά! τοῦ λέω.
Πρίν προλάβει νά μοῦ ἀπαντήσει –ἤμουν κι ἐγώ «κοφτός», «κάθετος» καί κατηγορηματικός, πού δέν σήκωνα διάλογο– πετάγεται ὁ Μηνᾶς, μητσοτακικός ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ψηλοῦ.
– Ὁ Κυριάκος, ὅμως, δέν σοῦ ἄρεσε; Δέν ἦταν κανόνι;
– Χάλια, ἀπαράδεκτος, νομίζω χειρότερος ἀπό κάθε ἄλλη φορά! τοῦ λέω, ἐπαναλαμβάνοντας ἀκριβῶς ἐκεῖνα πού εἶχα ἀποφασίσει νά πῶ πρίν ἔρθω γιά καφέ.
Πέφτει σιωπή. Ἐγώ δέν ἔχω δεῖ, δέν ἔχω ἀκούσει, δέν ἔχω διαβάσει «γρύ». Ἐκεῖνοι –εἶμαι βέβαιος– ἔχουν παρακολουθήσει ὅλη τήν συζήτηση, ἔχουν ἀκούσει ὅλα τά δελτία εἰδήσεων, ἔχουν δεῖ τούς τίτλους τῶν ἐφημερίδων στά «πρωινάδικα», ἔχουν διαβάσει ὅλες τίς ἐφημερίδες στό περίπτερο, λαθραῖα!Συνέρχεται πρῶτος ὁ Μιχάλης. «Καί γιατί δέν σοῦ ἄρεσε ὁ Τσίπρας; Ἐπειδή ἐπιτέθηκε στόν Μητσοτάκη; Ἐπειδή στήριξε τόν Πολάκη; Γιατί; Ψέματα λέει ὁ Πολάκης; Δέν ἔχει δίκιο γιά ὅσα ἔχει καταγγείλει; Δέν τά ἔβγαλε σωστά τά ἄπλυτα τῆς “Νovartis” στή φόρα;» Ἁρπάζομαι ἀπό τό (ἀσήμαντο) λάθος του καί ξεφεύγω σάν πολιτικός.
– Τί νά σοῦ πῶ, βρέ παιδί μου. Σοῦ ἔχω πεῖ χίλιες φορές ὅτι δέν λέμε «στή φόρα» ἀλλά «στά φόρα», ἐννοώντας τά διάφορα «βήματα», ἐκ τοῦ λατινικοῦ «forum», πληθυντικός: τά «fora». Καί γιά νά λέμε τά πράγματα μέ τό ὄνομά τους, δέν μοῦ πάει οὔτε τό ὕφος οὔτε τό ἦθος πού πρεσβεύει ὁ Πολάκης!
Πετάγεται ὁ Μηνᾶς. «Μά, νά πεῖ ὅτι ἡ Νέα Δημοκρατία περιφέρει τόν Κυμπουρόπουλο σάν “γλάστρα;”» λέει καί μαθαίνω κάτι πού δέν γνώριζα. Τό ἁρπάζω ἀμέσως καί ἐπιτίθεμαι.
– Κατάλαβες, κύριε; Ἔχω ἄδικο νά διαμαρτύρομαι;
– Ναί, καί σοῦ ἄρεσε ὁ ἄλλος, πού ἔλεγε «Νά’τος ὁ Τσίπρας ὁ σκαφάτος»; ἀπορεῖ ὁ Μιχαήλ.
– Φυσικά καί δέν μοῦ ἄρεσε. Χαμηλότατο τό ἐπίπεδο! Δέν θέλω νά συζητήσω! Εἶπα μέ στόμφο. Καί σώθηκα!