Μοῦ εἶναι ἀδύνατον νά δεχθῶ ὅτι ἕνα κορίτσι δεκαέξι ἐτῶν πέθανε ἔπειτα ἀπό κατανάλωση –νοθευμένου κατά πᾶσαν πιθανότητα– ἀλκοόλ ἔξω ἀπό ἕνα μπάρ στό «Γκάζι».
Μοῦ εἶναι ἀδύνατον ἐπίσης νά δεχθῶ τό πῶς ἐπιτρέπεται σέ ἕνα κορίτσι δεκαέξι ἐτῶν νά μπαίνει σέ μπάρ! Τρέμω στήν ἰδέα ὅτι, στήν ἐποχή τῆς τεχνολογίας, στήν ἐποχή πού «σκανάρονται» τά πάντα, δέν «σκανάρονται» τά μπάρ καί τά ὅποιας φύσεως καταγώγια, δέν ἐλέγχεται αὐτή ἡ θλιβερή μαφία, πού λυμαίνεται τήν χώρα ἐδῶ καί πολλά χρόνια.
Τρέμω μέ τήν ἰδέα ὅτι ἡ πατρίδα μου ἔχει παραδοθεῖ στούς μαφιόζους πού κατασκευάζουν «μπόμπες», πού πουλοῦν «τσιγαρλίκια» καί «χάπια» στίς «πιάτσες». Βυθίζομαι στά μαῦρα σκοτάδια ὅποτε περπατήσω στό κέντρο τῆς Ἀθήνας καί βλέπω νέους ἀνθρώπους νά «τρυπιῶνται» ἤ νά κείτονται ξαπλωμένοι στό πεζοδρόμιο καί νά μήν ἀσχολεῖται μαζί τους κανείς.
Δυστυχῶς, ἡ κοινωνία μας ἔχει καταληφθεῖ ἀπό ἕνα εἶδος λαγνείας πρός κάθε τί τό παράνομο, τό ἀπαγορευμένο, τό βρώμικο. Βλέπω στήν πόλη μου, τόν Πειραιᾶ, νά γίνονται «ἀφιερώματα»και «ἐκδηλώσεις» σχετικά μέ τόν πολιτισμό καί πάντα σέ πρῶτο πλάνο εἶναι ἡ «Τρούμπα».
Λές καί ἡ πόλη δέν ἔχει νά ἐπιδείξει κάτι διαφορετικό καί καμαρώνει γιά τήν «νύχτα», γιά τούς «προστάτες», τίς δυστυχεῖς ἐκεῖνες γυναῖκες πού τίς ἐκμεταλλεύονταν οἱ θρασύδειλοι δῆθεν «μάγκες», τά νυχτερινά κέντρα πού διακινοῦσαν τά ναρκωτικά. Καί πάντα, πρῶτο πλάνο, τό «ρεμπέτικο», πού μπορεῖ νά εἶναι ἕνα ἀξιολογώτατο εἶδος τραγουδιοῦ, ἀλλά μαζί μ’ αὐτό ἀποθεώνεται καί ὁ κόσμος «τῆς πρέζας» καί τῆς «μαστούρας».
Προχθές ἔβλεπα κάποιο μάτς στήν τηλεόραση καί ὑπῆρχε ἀνηρτημένο ἕνα τεράστιο «πανό» πού χαρακτήριζε τήν ὁμάδα «μεγαλομαστούρα» ἤ κάτι τέτοιο, ἐνῶ τό κύριο σύνθημα τῶν «φτιαγμένων» ὀπαδῶν εἶναι ἀναφορά στό «χόρτο μαγικό». Καί ὅλα αὐτά ἔχουν γίνει μέρος ἀναπόσπαστο μιᾶς βρωμερῆς καί ὄζουσας καθημερινότητας.
Γιατί νά μήν πᾶνε, λοιπόν, οἱ ἀνήλικοι στά μπάρ; Γιατί νά μήν ζήσουν ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἀποθεώνει ἡ σύγχρονη κοινωνία; Ναί, ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει ὑπόκοσμος. Ἀλλά εἶναι ἀνάγκη νά τόν καθίζουμε στίς καλύτερες θέσεις τοῦ καθημερινοῦ μας θεάτρου; Δηλαδή ὁ Πειραιᾶς εἶχε μόνο τίς ὁδούς Φίλωνος, Νοταρᾶ καί καί τό «γιαχνί σοκάκι»; Δέν εἶχε τήν πνευματική του ζωή; Δέν εἶχε ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος καί τῶν ἐπιστημῶν; Ὑπῆρχε μόνο ἡ «Τρούμπα»; Αὐτά τα «μοντέλα» εἶναι ἐκεῖνα πού πρέπει νά μοστράρουμε γιά τούς νεώτερους; Ἡ ἱστορία, δηλαδή, τῶν πόλεων ἀρχίζει μέ τόν ὑπόκοσμο, τήν πορνεία, τά φονικά καί τήν «πρέζα»; Εἴμαστε μέ τά καλά μας;
Ἀλλά, θά πεῖτε, ποιά εἶναι τά πρότυπα πού προβάλλονται σήμερα καί τά ὁποῖα καλοῦνται οἱ νέοι νά ἀκολουθήσουν;
Πολιτικά, οἱ κορυφαῖοι τῆς σκηνῆς εἶναι γιά τά πανηγύρια. Πνευματικά, ἡ «ἰντελιγκέντσια» τοῦ πολιτισμοῦ ἔχει λουφάξει καί σκιάζεται τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς.
Πέθανε ὁ Σαββόπουλος καί ὅλη ἡ δῆθεν Ἀριστερά ἔχει πέσει νά τόν κατασπαράξει. Τό μοτίβο πού βρῆκαν τώρα οἱ συμπλεγματικοί ἀλλοπρόσαλλοι εἶναι ὅτι «κρατήθηκε ἀπό τήν χούντα μόνο 36 μέρες». Μέχρι ἐκεῖ μᾶς κόβει.
Τί βλέπουν, λοιπόν, οἱ δεκαεξάρηδες σήμερα; Τί τούς προτείνουμε ὡς πρότυπα; Τί προβάλλει καθημερινά ἡ τηλεόραση; Ποιοί εἶναι οἱ σημερινοί «πνευματικοί» ἄνθρωποι; Θλίψη, φόβος, ντροπή. Κάποιος νά σαλπίσει, ἐπί τέλους, ἐγερτήριο! Ἀλλά, «σιγά, ἡ πατρίδα κοιμᾶται»…

