Ἀποδεχθέντες τήν πρόσκληση τοῦ Μίμη Ἀνδρουλάκη, βρεθήκαμε στό –ἀνεπαρκές γιά μιά πολιτική σύναξη– «φουαγιέ» τοῦ Δημοτικοῦ Θεάτρου
Ὁ χῶρος γέμισε ἀσφυκτικά καί ὁ πολεοδόμος καθηγητής τοῦ Πολυτεχνείου Νῖκος Μπελαβίλας ἀναγκάσθηκε νά συστήσει στούς ὀρθίους νά κατέβουν στό ἰσόγειο, ὅπου ὑπῆρχε ἀναμετάδοση σέ γιγαντο-οθόνη. «Εἶναι θέμα στατικότητας τοῦ κτιρίου» τούς ἔλεγε, φοβούμενος, ἀσφαλῶς, μήν βρεθοῦμε ὅλοι –ἀκουσίως καί βιαίως– περίπου δέκα μέτρα χαμηλότερα. Ἡ προσέλευση ἀφοροῦσε στήν παρουσίαση τοῦ νέου βιβλίου τοῦ Μίμη «Πρίν σβήσουν τά φῶτα» καί ἀπεδείχθη μιά συγκέντωση ὅλων τῶν παλαιῶν στελεχῶν τοῦ ΠΑΣΟΚ στόν Πειραιᾶ, ἀλλά καί τοῦ Στεφάνου Τζουμάκα καί ἄλλων τέως πασόκων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀπό χρόνια καταλύσει στό «Ξενοδοχεῖον ὁ Σύριζα» καί περιμένουν «κατά ποῦ θά πάει τό κῦμα» γιά νά δοῦν τί θ’ ἀπογίνουν…
Βέβαια, ὁ Μίμης δέν εἶναι «Πασόκ», ποτέ δέν ἦταν καί ποτέ δέν ἔγινε, ἀλλά ἡ τελευταία του ἐμφάνιση, ὡς βουλευτής, ἔγινε μέ τά χρώματα τοῦ κόμματος τό ὁποῖο πολέμησε λυσσαλέα τό 1989-90, ὁπότε καί ἐξελέγη βουλευτής Πειραιῶς μέ τόν ἑνιαῖο «Συνασπισμό». Θά πεῖτε τώρα, «καί ἡ Μαρία Δαμανάκη, ἡ ὁποία συντρώγει σήμερα μέ τόν Ἀλβέρτο τοῦ Μονακό ἦταν στό Πασόκ τοῦ Γιωργάκη», καί ἄλλοι θά θυμηθοῦν ὅτι ἀπό ἐκεῖ πέρασαν ὁ Στέφανος Μᾶνος καί ὁ Ἀνδρέας Ἀνδριανόπουλος, ὅπως καί (ἀπό τό Πασόκ τοῦ Σημίτη) ὁ Βασίλης Κοντογιαννόπουλος. Αὐτή, ὅμως, εἶναι ἡ πολιτική ἐν Ἑλλάδι, καί δέν βλέπω νά ἀλλάζει εὔκολα…
Ὁ Μίμης Ἀνδρουλάκης, λοιπόν, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ, «ἔγραψε» τήν πολιτική (ὡς πρός τά κόμματα) ἀλλά συνέχισε νά γράφει ἄλλα πράγματα, παρουσίασε ἕναν πολύ ἐνδιαφέρον –καί ἐπίκαιρο λόγῳ τῶν ἡμερῶν– πόνημα. Μέ τόν δικό του σουρρεαλιστικῶς σαφῆ τρόπο, μέ ἐκεῖνο τό ὕφος πού πάει νά σέ «μπερδέψει» ἀλλά ἀμέσως σοῦ δείχνει τήν διέξοδο, ἀναφέρεται στήν ζωή του, τήν ρίζα του, τούς φίλους καί τούς συγγενεῖς, ἀλλά ὅλα αὐτά, κεντημένα σέ ἕνα πολύχρωμο «πάτσγουορκ». Μέσα στήν «παλαιομοδίτικη» εἰκόνα πού δημιούργησε ἡ παρουσία σχεδόν ἀποκλειστικά στελεχῶν τοῦ Πασόκ καί ὀλίγη ἀπό Σύριζα (ὁ Ἀνδρουλάκης, ὡς συγγραφέας ἀσφαλῶς καί ἐπιθυμεῖ εὐρύτερο ἀκροατήριο καί ἀγοραστικό κοινό) ξεχώρισε ὁ αἱρετικός λόγος τοῦ συγγραφέα, ὁ ὁποῖος ἀπέφυγε τίς «κορῶνες» καί προσπάθησε νά στείλει ἕνα (ἀκόμη) μήνυμα γιά τό «Πολυτεχνεῖο», δίνοντας βάση κυρίως στόν αὐθορμητισμό καί τήν ἀνάγκη πού γέννησαν τό ἐγχείρημα καί ὄχι σέ λεπτομέρειες καί κομματικές πιρουέτες, πού ἐπιχειρήθηκαν ἀπό ἄλλους ὁμιλητές.
Γιά τό βιβλίο μίλησαν ὁ Κώστας Λαλιώτης (ἐξ οὗ καί ἡ ἔντονη παρουσία πασοκικῶν στελεχῶν τῆς Β΄ Πειραιῶς, στήν ὁποία ἐκλεγόταν βουλευτής), ὁ λογοτέχνης Στέφ. Μίλεσης, ὁ ἱστορικός Βασ. Τσοκόπουλος καί ὁ φίλος δημοσιογράφος Δημήτρης Μανιάτης. Ὁ Κώστας Λαλιώτης, πού εἶχε πολύ καιρό νά ἐμφανισθεῖ καί νά μιλήσει δημοσίως, ἴσως «τράβηξε» ὑπέρ τό δέον τήν ὁμιλία του. Εἶχε, ὅμως, πολλά νά πεῖ καί …τά εἶπε!
«Ἐγώ τί νά σᾶς πῶ; Ἐγώ γράφω. Τό βιβλίο πῆρε τόν δρόμο του καί εἶναι κτῆμα πλέον ἄλλων» εἶπε ὁ πονηρός Ἀνδρουλάκης, γνωρίζοντας ὅτι τό κοινό εἶχε καταπονηθεῖ. Κάποια ὥρα, πάντως, θά μιλήσουμε μαζί του γιά ὁρισμένες λεπτομέρειες τοῦ παλαιότερου Πειραιᾶ, τίς ὁποῖες μᾶλλον τοῦ ἔχουν μεταφέρει μονόπλευρα. Καλή τύχη στό βιβλίο, ἀγαπητέ φίλε.