Ἐπιτρέψτε μου σήμερα νά ἀσχοληθῶ μέ ὄχι καί τόσο εὐχάριστο ἀντικείμενο. Ἀλλά ὅλα εἶναι μέσα στήν ζωή.
Καί πάνω ἀπό ὅλα ὁ θάνατος. Ἡ Ἄμυ Παπαϊωάννου ἦταν μία γυναίκα γεμάτη χυμούς, ζωή καί πάθος γιά τήν δουλειά της. Αὐτό τό γνώριζαν πολύ καλά οἱ κατά καιρούς προϊστάμενοί της καί τήν «ξεζούμιζαν» στό ρεπορτάζ. Κι ἐκείνη, πού ἦταν ἄτομο μέ ἀνησυχίες καί ταλέντα, δέν ἔλεγε ποτέ «ὄχι». Ἀρκοῦσε ἕνα «πήγαινε ἐκεῖ» ἤ «θέλω ὁπωσδήποτε θέμα» καί θά ἐπιτελοῦσε στό ἔπακρον τήν ὅποια ἀποστολή τῆς ἀνέθετες.
Τήν ἔζησα ἀπό κοντά στό «Ἔθνος» τήν ἐποχή τοῦ Ἀλέκου Φιλιππόπουλου. Τήν εἶχε πάρει χαμπάρι καί τήν «ἔτρεχε» ἀνηλεῶς. Κι ἐκείνη ἀνταποκρινόταν, χωρίς νά ὑπολογίζει τήν κόπωση. Μέ τά χείλη πάντα βαμμένα σέ ἔντονο χρῶμα, μέ τό μαλλί πάντα προσεγμένο καί μέ ἕνα τσιγάρο συνεχῶς στό στόμα. Ὅποτε θέλαμε νά «βγάλουμε θέμα», ἡ Ἄμυ ἦταν ἕτοιμη νά τρέξει. Στήν πορεία, χαθήκαμε. Τό «Ἔθνος» ναυάγησε στά βαθειά, ὁ Ἀλέκος ἔφυγε ἀδόξως, ἡ Ἄμυ τόν ἀκολούθησε σέ κάποιες ἀποτυχημένες προσπάθειες, χάθηκε στόν ὠκεανό τῆς ἀνυποληψίας στήν ὁποία περιέπεσαν τά ΜΜΕ, ἦρθε καί ἡ κρίση, ξέμεινε… Πέθανε πρίν λίγες μέρες, καί ἄν δέν ἐνημέρωνε τό Νοσοκομεῖο τήν Ἕνωση Συντακτῶν γιά «τήν δημοσιογράφο πού ἔχουμε ἐδῶ τό σῶμα της», δέν θά βρισκόταν κάποιος νά τό παραλάβει…
Τό σῶμα ἐκεῖνο πού ἔτρεξε τόσο, πού κάθισε ἀπέναντι σέ διασημότητες, πού ἔφτιαξε –ἴσως– διασημότητες. «Πῶς γίναμε ἔτσι, παιδιά;», πού ἔλεγε ὁ Λουκιανός… Μέσα στό ἴδιο μικρό διάστημα, ἔφυγε ἀπό τήν ζωή καί ὁ Νῖκος Ἀναγνωστόπουλος. Μία ἀπό τίς πλέον συμπαθεῖς προσωπικότητες τῆς κοινωνικῆς καί τῆς πολιτικῆς ζωῆς τῶν Ἀθηνῶν. Ὁ «ἀγαπητός Νῖκος» ἤ «ὁ φίλος τοῦ νεκροῦ», ὅπως τόν ἀποκαλοῦσαν –μᾶλλον κοροϊδευτικά– οἱ δημοσιογράφοι.
Δέν ἄφηνε κηδεία γιά κηδεία ὁ Νῖκος, πού γνώριζε πολύ καλά τήν τέχνη τοῦ νά μαζεύει σταυρούς στίς ἐκλογές. Ἡ «πρωτιά» του στήν Α΄ Ἀθηνῶν τό 1974 λέγεται ὅτι τοῦ στοίχισε πολύ ἀκριβά. Διότι –λένε– θεώρησε δεδομένη τήν ἀνάθεση στόν ἴδιο ἑνός σημαντικοῦ ὑπουργείου ἀπό τόν Κωνσταντῖνο Καραμανλῆ. «Ἀπαίτησε», ὅπως λέγεται, τό ὑπουργεῖο ἀλλά ὁ Καραμανλῆς, πού μᾶλλον «δέν σήκωνε» τέτοια συμπεριφορά, τόν ἀπέπεμψε. Ἀφῆστε, δε, πού εἶχε ὑποσκελίσει τόν Γεώργιο Ράλλη, ὁ ὁποῖος μέχρι τότε «μονοπωλοῦσε» τήν πρώτη θέση στήν πλέον «εὐγενῆ» περιφέρεια τῆς χώρας. Εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Γ. Ράλλης εἶχε πολύ «στραβώσει» μέ τήν ἐμφάνιση Ἀναγνωστόπουλου. Καί ὅταν ὁ Ράλλης στενοχωριόταν, δέν αἰσθανόταν καλά καί ὁ Κων. Καραμανλῆς!
Ἔτσι, ὁ συμπαθέστατος Νῖκος, πού εἶχε ἐκλεγεῖ μέ τήν ΕΡΕ τό 1963 καί τό 1965, ἔφυγε, χολωμένος, γιά τήν Ἀργεντινή τό 1978. Τό 1981 ἐπέστρεψε, μέ προτροπή τοῦ Κωστῆ Στεφανόπουλου, καί ἐπανεξελέγη, ὅπως καί τό 1985 καί τό 1989! Μέ τό σύνθημα «Ἔλειψα ποτέ ἀπό κοντά σου;»… Ἀριστοῦχος τοῦ ΕΜΠ, πολιτικός μηχανικός, ἔζησε ἀθόρυβα, μόνος καί ξεχασμένος τά τελευταῖα χρόνια. Ὁ Νῖκος Ἀναγνωστόπουλος δώρισε τήν περιουσία του στό ἑλληνικό δημόσιο. Καί μόνο γι’ αὐτό, ἔπρεπε νά τόν θυμόμασταν. Ἤ μήπως γι’ αὐτό τόν ξεχάσαμε εὔκολα;