Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 18 Αὐγούστου 1920
Αἱ Ἀθῆναι δέν ὑπεδέχοντο χθές τόν Νικητήν, σύροντα εἰς τόν θρίαμβόν του τά πλούσια ἐθνικά λάφυρα τῆς νίκης του. Ὑπεδέχοντο τόν τραυματίαν τοῦ πολέμου, ὁ ὁποῖος ἔχυσε τό αἷμά του ἐπί τοῦ μακρυνοῦ μετώπου, ποῦ εἶδε τούς μεγαλειτέρους ἡρωισμούς του καί τάς λαμπροτέρας του νίκας. Καί δι’ αὐτό ἡ ὑποδοχή του εἶχε κἄποιαν μυστικήν ὡραιότητα, τήν ὁποίαν καμμία πομπή, κανένας παιάν, καμμία ἰαχή δέν εἶνε ἄξια νά χαρίσουν εἰς ἕνα θρίαμβον. Διά τήν χθεσινήν ὑποδοχήν. Ἐάν ἡ πόλις ἐφόρεσε τήν ἑορτάσιμον στολήν της, ἡ Μοῖρα, ἡ εὐνοϊκή πρός τόν ἐκλεκτόν της, εἶχε διακοσμήσει τάς ψυχάς μέ τήν ὑψηλήν διακόσμησιν τῆς ἀνθρωπίνης συμπαθείας. Καί δέν ὑπῆρξεν Ἑλληνική ψυχή, ἡ ὁποία δέν ἐκρήμνισε χθές τά τείχη της, ὅπως αἱ ἀρχαῖαι πόλεις, διά νά εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν ὁ ὠχρός Ὀλυμπιονίκης.
Ἡ Μοῖρα πράγματι ἠγάπησε μέ πάθος ἐρωμένης τόν ἐκλεκτόν αὐτόν, ὁ ὁποῖος τήν κατέκτησεν. Ἀφοῦ τοῦ ἐφίλησε τό μέτωπον εἰς τήν γέννησίν του καί ἀφοῦ τοῦ ἔφερεν εἰς τό λῖκνόν του ὅλα τά μαγικά δῶρα τῆς ψυχῆς καί τοῦ πνεύματος, μέ τά ὁποῖα ἡ ζωή του ὑπῆρξε μία συνεχής νίκη, μία συνεχής μεγαλουργία, ἕνας συνεχής θρίαμβος ὑπεράνω ὀρέων καί θαλασσῶν, δέν τόν ἀφῆκεν οὔτε μίαν στιγμήν μόνον εἰς τόν μεγάλον του δρόμον.
Καί ἀφοῦ τοῦ ἐστόλισε τό μέτωπον μέ ὅλας τάς δάφνας καί τά στήθη του μέ ὅλα τά παράσημα, τά ὁποῖα ἀπονέμει ἡ Ἱστορία, εἶδεν ὅτι τοῦ ἔλειπεν ἀκόμη ἡ δόξα ἑνός παρασήμου, τοῦ μεγάλου, ἱεροῦ παρασήμου, μέ τήν ἐρυθράν, αἱμοβαφῆ ταινίαν. Τοῦ ἔλειπε τό παράσημον τοῦ αἵματος. Καί τοῦ τό ἔδωκε καί αὐτό. Ὁ μέγας Τραυματίας, ἀποβιβαζόμενος χθές εἰς τήν κυανῆν ἀκτήν, τῆς ὁποίας τό φωτεινόν κῦμα τοῦ ἐκόμιζε τούς χαιρετισμούς πέντε Ἑλληνικῶν θαλασσῶν δέν ἔφερε τήν ροζέτταν τοῦ νέου παρασήμου εἰς τήν κομβιοδόχην του. Τήν ἔφερεν εἰς τήν ἐλαφράν ὠχρότητα τοῦ προσώπου του, ἡ ὁποία ὡμιλοῦσε διά τό τίμιον αἷμα, τό ὁποῖον ἐχύθη ὑπέρ Πατρίδος, ἀδιάφορον ποίους.
Καί ἐνῷ οἱ κώδωνες τῶν ἐκκλησιῶν ὕψωναν τούς δοξαστικούς των ἤχους πρός τόν Θεόν – Σωτῆρα, τόν θέτοντα τούς ἐχθρούς τῶν ἐκλεκτῶν Του ὑπό πόδιον τῶν ποδῶν των, ὁ μέγας Τραυματίας, ἀδελφός ὅλων τῶν γενναίων, οἱ ὁποῖοι ἐσφράγισαν μέ αἷμα τήν Ἀνάστασιν τῆς Πατρίδος, ἐβάδιζεν, ὁ Ὀδυσσεύς πολύπλαγκτος, πρός τήν ἀγαπητήν Ἰθάκην, ὅπου ἡ Πατρίς – Πηνελόπη δέν ἀπέκαμε ποτέ νά τόν περιμένῃ. Καί αἱ δάφναι ποῦ ἐστρώνοντο εἰς τόν δρόμον του ἦσαν δάφναι ψυχῶν. Καί αἱ σημαῖαι, πού ἀνέμιζαν ὑπέρ τήν κεφαλήν του ἦσαν χρώματα ψυχῶν. Καί ὁ θρίαμβος, ὅν ἔσυρεν ὀπίσω ἀπό τό νικηφόρον ἅρμα του δέν ἦτον ὁ θρίαμβος τῶν ἁλυσσοδεμένων σκλάβων. Ἦτον ὁ θρίαμβος τῶν ἐλευθέρων ψυχῶν, τῶν συρομένων ἀπό τά ἄνθινα δεσμά τῆς ἀγάπης καί τοῦ θαυμασμοῦ, ἦτο τῶν Ἑλληνικῶν ψυχῶν ὁ ἐλεύθερος θρίαμβος.
Ὡρισμένως ἡ Μοῖρα δέν διεκόσμησε ποτέ μέ περισσοτέραν λαμπρότητα τήν νίκην ἑνός ἐκλεκτοῦ της. Καί ὡρισμένως δέν ἐσφράγισε ποτέ μέ στερεωτέραν σφραγῖδα τό ἔργον του. Ἀπό τήν μεγάλην, ἱεράν σφραγῖδα τοῦ Πανελληνίου αἵματος, μέ τήν ὁποίαν ἐσφραγίσθησαν τά Ἑλληνικά Πεπρωμένα, ἔλειπε τό αἷμα τοῦ Ἀρχηγοῦ. Τό ἔδωκε καί αὐτό. Καί ὁ μέγας Τραυματίας ἐπιστρέφει εἰς τήν Ἰθάκην του, ἀφοῦ προσέφερε τό πᾶν ὑπέρ αὐτῆς.
Τόν νοῦν του, τήν καρδίαν του καί τό αἷμά του.
Εὐτυχής ὁ οἶκος τοῦ Ὀδυσσέως, θά ἐπανίδῃ πάλιν τάς λαμπράς, εἰρηνικάς του ἡμέρας.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ