Ἴσως κάποια στιγμή θά πρέπει νά πάρουμε μερικά μαθήματα ἀπό τούς ἀδελφούς Κυπρίους
Δέν μπορῶ νά πῶ ὅτι τά κάνουν ὅλα σωστά, ἀλλά σέ μερικά πράγματα, ἐκεῖνοι τολμοῦν, ἐνῶ ἐμεῖς καθόμαστε καί «κλαιγόμαστε»…
Ἐδῶ καί δύο μέρες βρίσκομαι στήν Λεμεσό. Σέ μιά πόλη, πού ἀπό «μεγάλο χωριό» γίνεται –μέ ὅλα τά ὑπέρ καί τά κατά– σύγχρονη μεγαλούπολη.
Θυμᾶμαι τήν Κύπρο ἀπό τό 1963, ὅταν μέ πῆρε μαζί του ὁ πατέρας μου σέ ἕνα ἰατρικό συνέδριο. Ἤμουν παιδάκι καί ἀπόρησα. «Μά, πῶς εἶναι δυνατόν, μπαμπᾶ, ἕνα τόσο μικρό νησί, νά ἔχει πρωθυπουργό, ὑπουργούς καί πρόεδρο τῆς δημοκρατίας;» ἀπόρησα. Κι ἄν θυμᾶμαι καλά, ὑπουργός Προνοίας τότε ἦταν κάποιος μέ ἀρμενικό ἐπώνυμο.
Ἔκτοτε ἔρχομαι στήν Κύπρο ὅσο πιό συχνά μπορῶ καί πάντα μέ ἕνα συναίσθημα, πού μοῦ προκαλεῖ ἕνα βάρος στό στῆθος. Ἔχοντας γυρίσει ὅλο τό νησί ἐλεύθερο, ἀλλά καί ἔχοντας ἐπισκεφθεῖ, λίγο μετά τήν εἰσβολή, τά «Κατεχόμενα» καί ἐνθυμούμενος τόν πατέρα μας νά μᾶς παίρνει μαζί του στά συλλαλητήρια «γιά τό Κυπριακό», παιδιά τοῦ δημοτικοῦ ἀκόμα, θυμᾶμαι μιά λαοθάλασσα νά ἀνεβαίνει –πεζῆ– ἀπό τήν Νίκαια στήν Ἀθήνα μέ ἕνα καί μοναδικό σύνθημα: «Ε-ε-ἕνωσις»! Κι ὕστερα θυμᾶμαι τήν δασκάλα μας, πού μᾶς διάβαζε τήν ἐφημερίδα, πρωί-πρωί στήν τάξη γιά νά μάθουμε ὅτι οἱ Ἄγγλοι εἶχαν ἀπαγχονίσει τόν Καραολῆ καί τόν Δημητρίου. Ὀνόματα πού ἔγιναν θρῦλοι στό παιδικό μυαλό κι ἀργότερα ὁδηγοί σέ μία πολύ μοναχική καί δύσκολη πορεία… Καί τώρα, περπατῶντας στά δρομάκια καί τούς πεζόδρομους τῆς παλιᾶς πόλεως τῆς Λεμεσοῦ, βλέπω στό βάθος τούς νεόδμητους οὐρανοξύστες. «Δέν πολυταιριάζουν μέ τό γύρω περιβάλλον» λέω στόν Κύπριο φίλο πού μέ συνοδεύει.
«Καί βέβαια ταιριάζουν. Δέν ἔχουμε τόσο μεγάλη ἅπλα καί ὅταν χτίζεις σέ ὕψος, κερδίζεις σέ ἐλεύθερους χώρους. Ἡ Νέα Ὑόρκη ἔχτισε τεράστιους οὐρανοξύστες καί ἔχει ἕνα ἀπέραντο Σέντραλ Πάρκ καί ἀπίθανους ἐλεύθερους χώρους, Ἄν χτίζεις σέ ὕψος, κερδίζεις σέ πράσινο, προσεχῶς» μοῦ λέει. Τείνω νά συμφωνήσω, ἀλλά μέ ἐμποδίζει ἐκεῖνο τό «προσεχῶς»…
«Ναί, προσεχῶς, ἄν δέν ἀνοίξει ὄρεξη τῶν ἐργολάβων καί τῶν νομοπαρασκευαστῶν καί δέν γεμίσει ἡ Κύπρος μέ οὐρανοξύστες καί “rbnb”» τοῦ ἀπαντῶ καί μέ λέει «Γκρινιάρη»…
Γιά σκεφτεῖτέ το, ὅμως. Ἐμεῖς εἴδαμε στά χαρτιά ἕναν οὐρανοξύστη στό Ἑλληνικό καί κοντεύουμε νά πάθουμε ἐγκεφαλικό. Ἄν, ὅμως –ἄν λέω– ἡ Ἀθήνα εἶχε χτιστεῖ «σέ ὕψος», πόσο θά εἶχε κερδίσει σέ ἐλεύθερους χώρους;
Ὁ Πειραιᾶς, ἄς ποῦμε, ἄν εἶχε χτίσει (ὅπως προέβλεπε τό σχέδιο τοῦ Σωτήρη Παπαπολίτη, ὅταν ἦταν ὑποψήφιος δήμαρχος ἀλλά τόν «ἔφαγε» τό ἴδιο του τό κόμμα) καμμιά δεκαριά οὐρανοξύστες στό λιμάνι, ἀπαλλοτριώνοντας συγχρόνως μερικές δεκάδες οἰκόπεδα δέν θά εἶχε ἀνασάνει; Νά, τώρα, πού 50 χρόνια μετά τόν Σκυλίτση, οἱ δημοτικοί ἄρχοντες τοῦ Πειραιᾶ ἀνακάλυψαν ὅτι ὁ «Πύργος» εἶναι μιά χαρά ἀπό στατική ἄποψη καί σύντομα θά τελειώσει! Κοιτάζω ἀπό τό παράθυρο τοῦ ἀτμοκίνητου τούς οὐρανοξύστες τῆς Λεμεσοῦ. «Βρέ μήπως καί πρέπει νά μιμηθοῦμε τούς Κυπρίους;» ἀναρωτιέμαι καί συγχρόνως κάνω τόν σταυρό μου. Διά πᾶν ἐνδεχόμενον…