Προχθές, ἤμουν μέ φίλους στό Κολωνάκι, σέ γνωστό ρεστωράν, ὅταν ἄκουσα νά μέ φωνάζουν ἀπό ἕνα τραπέζι, στήν γωνία.
Μέ μεγάλη χαρά εἶδα τήν Βίκυ Λέανδρος, μέ τήν ἀδελφή της καί συγγενεῖς. Τήν συλλυπήθηκα γιά τήν ἀπώλεια τοῦ σπουδαίου πατέρα της καί βρῆκα τήν εὐκαιρία γιά μιά ἀκόμη φορά νά τῆς ἐκφράσω τόν θαυμασμό καί τήν ἀγάπη μου.
Κι ὕστερα, συζητῶντας μέ τούς φίλους, θυμηθήκαμε πόσο ἔχουμε φτωχύνει στόν λεγόμενο «καλλιτεχνικό» χῶρο. Πόσοι, ἀλήθεια, μεγάλοι Ἕλληνες καλλιτέχνες, πού ἔγιναν παγκοσμίως; γνωστοί, μᾶς ἔχουν ἀπομείνει; Ἡ Νανά Μούσχουρη καί ἡ Βίκυ Λέανδρος, ἄν δέν κάνω λάθος.
Ἔφυγαν γιά ψηλά ὁ Βαγγέλης Παπαθανασίου καί ὁ Ντέμης Ροῦσσος, ἔχουν φύγει ὁ Μίκης Θεοδωράκης καί ὁ Μάνος Χατζιδάκις. Καί πῶς, ἀλήθεια, ἔχουμε φερθεῖ στούς σπουδαίους αὐτούς ἀνθρώπους, πού ἔκαναν τό ὄνομα τῆς Ἑλλάδος γνωστό σέ ὅλο τόν κόσμο;
Ἑκατομμύρια δίσκοι τῆς Μούσχουρη, τῆς Λέανδρος, τοῦ Ντέμη, τοῦ Vangelis, τοῦ Μίκη, τοῦ Μάνου, βρίσκονται στίς δισκοθῆκες ὅλου τοῦ κόσμου. Τά τραγούδια πού ἔγραψαν ἤ ἑρμήνευσαν ἀκούγονται παντοῦ. Νά σᾶς πῶ ἐγώ κάποιες περιπτώσεις…
Ὁ Μάνος Χατζιδάκις, μέ «Τά παιδιά τοῦ Πειραιᾶ», ἔκανε τόν Πειραιᾶ γνωστό στά πέρατα τοῦ κόσμου. Λοιπόν, στόν Πειραιᾶ δέν ὑπάρχει οὔτε μία ὁδός Μάνου Χατζιδάκι, ἐνῶ ἀσκοῦνται πιέσεις τό δημοτικό θέατρο τῆς πόλεως νά ὀνομασθεῖ «Μίκης Θεοδωράκης».
Νά πᾶμε στήν Βίκυ Λέανδρος τώρα. Κάποια στιγμή, αὐτή ἡ σπουδαία, παγκοσμίου ἀκτινοβολίας καλλιτέχνις, πείσθηκε νά ἀναμιχθεῖ στά τῆς Τοπικῆς Αὐτοδιοικήσεως. Ἐξελέγη δημοτική σύμβουλος στόν Πειραιᾶ καί ὅλοι περιμέναμε (καί ἐγώ πρῶτος) νά ἀκούσουμε νά ἀνακοινώνεται τό ὄνομά της ὡς ὑπεύθυνης ἀντιδημάρχου στά θέματα τοῦ Πολιτισμοῦ. Κάτι τέτοιο δέν συνέβη! Καί, ἡ Βίκυ Λέανδρος δέν ἐπεχείρησε νά ἀσχοληθεῖ καί νά θέσει ὑποψηφιότητα δεύτερη φορά!
Δηλαδή ἔχεις στόν δῆμο σου ἕνα τέτοιο ὄνομα, ἔχεις στήν πόλη σου – ἐκλεγμένη– μιά τέτοια προσωπικότητα καί δέν τήν ἐκμεταλλεύεσαι!
Μέ τόν Ντέμη Ροῦσσο μέ συνέδεε παλαιά καί εἰλικρινής φιλία, ἀπό τήν χρυσῆ ἐποχή τῶν πόπ συγκροτημάτων τοῦ ’60-’70. Μάλιστα εἶχα ἀγοράσει ἀπό ἐκεῖνον ἕναν ἐνισχυτή μπάσου, τότε πού μάζευε χρήματα γιά νά φύγει στό ἐξωτερικό μέ τόν Βαγγέλη Παπαθανασίου καί τόν Λουκᾶ Σιδερᾶ, μέ τούς ὁποίους ἔγιναν «Τό παιδί τῆς Ἀφροδίτης».
Στήν Ἑλλάδα, ὁ Ντέμης Ροῦσσος δέν ἔτυχε ἀναγνωρίσεως ἀνάλογης μέ ἐκείνην πού γνώρισε σέ ὅλο τόν κόσμο. Αἰτία; Ὅταν ρωτήθηκε –ἐπί δικτατορίας– νά σχολιάσει ὅσα συνέβαιναν ἐδῶ, ἀρνήθηκε νά ἀπαντήσει.
«Δέν ξέρω τί νά πῶ. Φεύγω ἀπό τό ἀεροδρόμιο στήν Ἀθήνα καί δέν μοῦ μιλᾶ σχεδόν κανείς. Καί φθάνω στό ἐξωτερικό καί μέ περιμένουν πενῆντα δημοσιογράφοι στό ἀεροδρόμιο» μοῦ ἔλεγε. Ἀφῆστε δέ πού στήν κηδεία του ἤμασταν – δέν ἤμασταν καμμιά ἑκατοστή ἄτομα!
Φυσικά, ὁποιαδήποτε ἄλλη χώρα θά εἶχε σπεύσει νά χρησιμοποιήσει την Βίκυ Λέανδρος, νά τήν ἔχει ὁρίσει ὡς «πρεσβευτή καλῆς θελήσεως» μέ κάποιο ἀντικείμενο, ὅπως ἔχει γίνει μέ συζύγους ἐφοπλιστῶν καί ἐπιχειρηματιῶν. Ἀλλά, θά μοῦ πεῖτε, ποιός δίνει σημασία σέ τέτοιες λεπτομέρειες; Ὅταν ἔφευγε, τήν καληνύχτισα, κομψότατη, «μινιόν» ὅπως πάντα, ἔφυγε μέ τήν συντροφιά της. Στήν Ἀθήνα, τήν Ἑλλάδα, πού ἔχει ξεχάσει νά ἀναγνωρίζει πολύτιμες ἀξίες καί ἀποθεώνει τά μπακίρια…

