Μιά ζωή μέ χρονοκαθυστέρηση φθάνει ἡ μόδα καί σέ ἐμᾶς
Ἀκόμη καί σήμερα, στήν ἐποχή τῆς ταχύτητας καί τῆς ἀστραπιαίας μεταδόσως τῶν πληροφοριῶν, ἔπρεπε νά περάσει ἀρκετός καιρός γιά νά ξεσπάσει ἡ ἑλληνική ἐκδοχή τῶν παρενοχλήσεων. Κανονικά ἔπρεπε νά εἴχαμε τίς πρῶτες δονήσεις ἅμα τῇ ἀνακοινώσει τοῦ σκανδάλου Γουάινστιν ἤ τῆς ἱστορίας τοῦ (ἄτυχου καί τελικῶς δικαιωθέντος) Κέβιν Σπέισι, πού τόσο εἴχαμε ἀγαπήσει ὡς τόν ὑποχθόνιο τύπο τοῦ «Χάουζ ὄβ κάρντς»…
Θά πείτε «κάλλιο ἀργά, παρά ποτέ», ἄν εἶναι τελικά νά βγεῖ ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία σέ καλό. Νά μήν μπλέξουν ὅμως σέ τίποτε ἄδικες ἤ ὑπερβολικές καταγγελίες, νά μήν ἐκτεθοῦν πρόσωπα γιά νά δικαιωθοῦν ἀργότερα, ἀφοῦ, ὅμως, θά ἔχουν διασυρθεῖ. Εἶναι –ἐξ ἄλλου– κάτι πού στήν χώρα μας συμβαίνει πολύ συχνά…
Τώρα, ὅμως, πού μπήκαμε σέ αὐτόν τόν χορό, ὁ ὁποῖος καί «γαργαλιστικός» καί «πιπερᾶτος» καί «τολμηρός» εἶναι, δύσκολα θά ἡσυχάσουμε.
Καί καθώς τοῦ Ἕλληνα τοῦ ἀρέσει νά βλέπει τόν ὅποιον «ἐπώνυμο» καί «διάσημο» νά τσιτσιρίζεται καί νά σιγοψήνεται στήν ἀργή φωτιά, νά ἑτοιμάζεστε γιά «νέες περιπέτειες», καί μάλιστα σέ συνέχειες! Ἄς μήν ξεχνᾶμε ἐπίσης ὅτι στήν Ἑλλάδα ὁ ὅρος τοῦ «σελέμπριτι» ἔχει ἐσχάτως διευρυνθεῖ πολύ. Ἀρκεῖ νά περάσει μιά κυρία ἤ ἕνας κύριος ἔξω ἀπό τήν πόρτα ἑνός στούντιο γυρισμάτων γιά νά χαρακτηρισθεῖ «σελέμπριτι» καί νά τοῦ δοθοῦν εὐκαιρίες νά φωτογραφηθεῖ καί νά ποζάρει σέ ἐφημερίδες, περιοδικά, ἀλλά καί στά πολυάριθμα «μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης», τά ὁποῖα καταδυναστεύουν τήν ζωή μας!
Πάω, πού λέτε, προχθές νά κουρευτῶ. Ὁ Νῖκος, ὁ κουρέας, παραδοσιακός, δέν βάζει γλῶσσα μέσα.
– Τά ἔμαθες; Καταγγέλλει ἡ Σούλα Μπέμπα τόν συνθέτη Μπάμπη Φαλτσέτο!
– Ποιά εἶναι ἡ Σούλα Μπέμπα καί γιά ποιό λόγο καταγγέλλει τόν …πῶς τόν εἶπες;
– Τόν Φαλτσέτο, παιδί μου, ἐκεῖνον πού ἔχει γράψει τό τραγούδι πού παίζεται στούς τίτλους τοῦ σίριαλ «τρελές μῦγες», στό ὁποῖο παίζει καί ἡ Μπέμπα, ἡ ὁποία τά εἶχε παλαιότερα μέ τόν συνθέτη, ἀλλά μετά τόν ἄφησε γιά νά τά φτιάξει μέ τόν ἰδιοκτήτη τοῦ καναλιοῦ!
Ἔντρομος, καθώς ὁ κουρέας κρατᾶ ψαλίδι καί τό μάτι του γυαλίζει, ἀναγκάζομαι νά μπῶ στό κλῖμα, μπᾶς καί μοῦ κόψει κανά αὐτί, καμμιά μύτη!
– Καί σέ ποιό κανάλι παίζονται οἱ «τρελές μῦγες» γιά νά τό ἀκούσω κι ἐγώ τό τραγούδι καί νά βγάλω συμπέρασμα;
– Μά ποῦ ζεῖς Χριστιανέ μου; Δέν βλέπεις τηλεόραση; Δέν ἀκοῦς τά τραγούδια; Δέν μαθαίνεις ποιός ἠθοποιός τά ἔχει μέ ποιάν; Πῶς περνᾶς τίς ὧρες σου;
– Ὁμολογῶ ὅτι διαβάζω περισσότερο τώρα μέ τήν καραντίνα! τοῦ ἀποκαλύπτω…
– Νά διαβάζεις, ἀλλά τά σωστά πράγματα. Νά ἀγοράζεις τίς ἐφημερίδες πού ἔχουνε «ψαχνό». Νά μαθαίνεις τά «μή τού» ἀπό πρῶτο χέρι.
Ἄν καί τρέμω στήν ἰδέα νά βρεθῶ μέ ἕνα αὐτί λιγότερο, τολμῶ νά ρωτήσω.
«Τί εἶναι πάλι ἐτοῦτο τό “μή τού”;»
Γίνεται ἔξαλλος ὁ Νῖκος. «Καλά, δέν τρώγεσαι! Τίποτα δέν μαθαίνεις ἐσύ;» λέει προσβλητικά.
Τινάζω βιαστικά τίς τρίχες ἀπό τό πουλόβερ μου, πληρώνω καί τόν χαιρετῶ.
«Πᾶνε νά ρίξεις καμμιά ματιά νά ἀνοίξεις τά μάτια σου! “Μή τού” νά διαβάσεις καί νά φρίξεις!» μοῦ λέει μέ περιφρόνηση…
Καί φεύγω, γεμᾶτος ντροπή γιά τήν ἄγνοιά μου καί «Μή τόν» (εἴδατε) …