ΠΕΡΑΣΑ τό τριήμερο στό νησί πού γεννήθηκα: τήν Αἴγινα. Τά Μέσα Ἐνημέρωσης τήν «ἀνακάλυψαν» τά τελευταῖα τέσσερα χρόνια, ὅταν ἔγινε ὁ ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση.
Αἴφνης πληροφορήθηκαν ὅτι πλειάδα στελεχῶν τοῦ κυβερνῶντος κόμματος, ὅπως ὁ Ἀλέκος Φλαμπουράρης, ὁ Γιάνης Βαρουφάκης (τέως συριζαῖος), ὁ Νῖκος Βούτσης κ.ἄ., διαθέτουν οἱ ἴδιοι ἤ συγγενεῖς τους ἐξοχική κατοικία στό νησί. Ποιός… Καζαντζάκης, ποιός… Μόραλης, ποιός… Νικολάου καί ποιός…. Καπράλος, τό νησί –ἀστειεύομαι– ἔγινε γνωστό ἀπό τήν Ἀριστερά! Οἱ τακτικές ἐπισκέψεις τοῦ Πρωθυπουργοῦ λίγο ἔλειψε νά τῆς ἀποδώσουν τόν χαρακτηρισμό «συριζόνησος», περιγραφή πού ὅμως ἀπέχει παρασάγγας ἀπό τήν πραγματικότητα.
Ἀπό τίς ἐκλογές τοῦ 1974 ἕως τίς ἐκλογές τοῦ 2015, ἡ ΝΔ εἶναι σταθερά πρῶτο κόμμα. Τό προβάδισμά της δέν ἀνετράπη οὔτε ἀπό τό κῦμα τῆς ἀλλαγῆς πού σάρωσε τήν χώρα τό 1981 οὔτε καί ἀπό τόν οὔριο ἄνεμο πού εἶχε στά πανιά του τό 2015 ὁ ΣΥΡΙΖΑ. Ἡ ΝΔ προηγήθηκε καί τότε μέ μία μονάδα. Μία ἀπό τίς πρῶτες ὁμιλίες πού ἔκανε ὁ Κυριάκος ὡς νεοκλεγείς βουλευτής τό 2004 ἦταν στό νησί. Ἔχει ἐνδιαφέρον, λοιπόν, νά παρατηρεῖ κανείς τήν διεργασία πού εὑρίσκεται σέ ἐξέλιξη αὐτή τήν στιγμή σέ ἕνα νησί κατ’ ἐξοχήν κεντροδεξιό συντηρητικό καί νά τήν ἀντιστοιχεῖ μέ τούς ἀριθμούς τῶν δημοσιευμένων καί ἀδημοσίευτων δημοσκοπήσεων. Ταιριάζουν.
Οἱ ἀδημοσίευτες δημοσκοπήσεις ὑποστηρίζουν ὅτι ὑπάρχει ἕνα ἰσχυρότατο ρεῦμα «φύγετε ἀπό τήν ἐξουσία». Πρόκειται γιά ἕνα μαχητικό μπλόκ δυνάμεων, πού ἀδημονεῖ γιά τήν δήλη ἡμέρα. Τό βλέπεις στά πρόσωπα τῶν ἐκφραστῶν του. Ὅλοι σέ ρωτοῦν «πότε;». Οἱ ἐντυπώσεις τοῦ καφενείου –σᾶς βεβαιῶ, πῆγα σέ πάρα πολλά καί συνομίλησα μέ τούς συμπατριῶτες μου– συμφωνοῦν μέ τήν ὕπαρξη αὐτοῦ τοῦ ἰσχυροῦ ρεύματος «φύγετε». Μόνο πού ἡ κουβέντα σοῦ δίνει τήν δυνατότητα νά καταλάβεις καί τίς ἀποχρώσεις, αὐτά πού δέν πιάνουν τά ραντάρ. Τό ρεῦμα «φύγετε» εἶναι διασπασμένο. Μίλησα μεταξύ πολλῶν ἄλλων καί μέ ἕναν ὁδηγό νταλίκας. Γιά πολλές δεκαετίες, ἀνεξαρτήτως ἀρχηγοῦ τῆς ΝΔ, ἦταν πάντα πρῶτος στίς συγκεντρώσεις, πάντα πρῶτος στίς κινητοποιήσεις, πάντα πρῶτος καί στόν «κομματικό τουρισμό». Τόν θυμᾶμαι τό 1984, πολύ νεότερο, νά φεύγει μέ τόν πατέρα μου καί μέ ἄλλους μέ ποῦλμαν γιά νά πᾶνε στήν Θεσσαλονίκη νά ἀκούσουν τόν… Εὐάγγελο Ἀβέρωφ! Ἀνύποπτος ὅσο συζητούσαμε, τόν ἄκουσα νά μοῦ ἀναπτύσσει λόγο ὑπερδεξιό, ὑπερσυντηρητικό. Νά μοῦ ἀποκαλύπτει διαπληκτισμούς του μέ βουλευτές καί στελέχη τοῦ ΣΥΡΙΖΑ καί τῆς ΔΗΜΑΡ –Ρεπούση– πάντα μέ αἰτία. Τό βλέμμα του, ὅταν μιλοῦσε γιά τίς Πρέσπες, δέν εἶχε ἐκείνη τήν παλαιά ἠρεμία. Ἔβγαζε φωτιές! Ποιός; Ὁ πλέον φιλήσυχος πολίτης πού ἔχω συναντήσει στήν ζωή μου. Ὁ ἄνθρωπος πού φώναζε συνθήματα μόνο γιά τόν Παναθηναϊκό.
Ἀναζήτησα τά ποσοστά τοῦ «Ναί» καί τοῦ «Ὄχι» στό δημοψήφισμα, μελέτησα καί τά ποσοστά τῆς Ἀκροδεξιᾶς στίς τελευταῖες ἐκλογές (6,5%) –ποτέ δέν εἶχε τό νησί– καί μπῆκα ἀμέσως στό νόημα. Πρῶτο συνδυαστικό συμπέρασμα, λοιπόν, εἶναι πώς τό στοίχημα γιά τή ΝΔ εἶναι νά «ἑνοποιήσει» τό «φύγετε». Εὔκολο δέν εἶναι νά γυρίσεις πίσω ψῆφο πού λογίζεται ἀντισυστημική καί ἐμπνέεται ἀπό συνθήματα περί προδοσίας καί προδοτῶν οὔτε καί ἀκατόρθωτο ὅμως.
Παρατήρησα, ὅμως, καί ἄλλα πράγματα. Τίς τρεῖς αὐτές μέρες ἦταν στό νησί καί ὁ ὑπουργός Ἐπικρατείας Ἀλέκος Φλαμπουράρης. Διαθέτει οἰκία τά τελευταῖα εἴκοσι χρόνια. Ὁ ὑπουργός δέν ἄλλαξε τίς συνήθειές του. Στό «Ἐν Πλῶ» τήν Παρασκευή τό βράδυ, γιά νά ἀκούσει τόν Εἰκοσιπεντάκη μέ τό βιολί του, στό καφενεῖο τῆς Τασίας τοῦ «Γαλάρη» κάτω ἀπό τήν Δημαρχία τήν ἑπομένη, στοῦ «Φώντα», στήν Αἰγινήτισσα τήν Καθαρή Δευτέρα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἀρκετοί συμπολῖτες μου ἐνοχλοῦνται ὅταν τόν βλέπουν στό στέκι τους καί ἀποφασίζουν νά φύγουν. Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως –ὅπως διαπίστωσα– ὁ ὑπουργός δέν ἀποδοκιμάστηκε. Τά γνωστά πειραχτήρια, οἱ σερβιτόροι στήν Δημαρχία τοῦ εἶπαν, μέ τό θάρρος τῆς γνωριμίας ὑπό τύπον ἀστείου, μερικές βαρειές κουβέντες –δέν τίς ἀποκαλύπτω– ἀλλά ὁ Φλαμπουράρης εἶναι ἐκπαιδευμένος στό διαβρωτικό καί ἰοβόλο χιοῦμορ τῶν νησιωτῶν. Τό ὑπομένει ἀδιαμαρτύρητα.
Πέραν αὐτῶν ἔμαθα καί κάτι ἄλλο, πού ἐξηγεῖ τήν παθητικότητα: ἡ ἐπιδοματική πολιτική λειτουργεῖ. Πλήν Αἰγαίου, μεταφορικό ἰσοδύναμο γιά τίς μετακινήσεις τους μέ τήν ἀκτοπλοΐα εἰσπράττουν καί οἱ μόνιμοι κάτοικοι νησιῶν τοῦ Ἀργοσαρωνικοῦ. Κοντά στά 80 εὐρώ φθάνει ἡ ἐτήσια ἐπιδότηση εἰσιτηρίου πρός ἕκαστο γιά δέκα «πήγαινε-ἔλα» καί εἰσπράττεται μέ ἠλεκτρονικό κωδικό. Ἐξ οὗ καί οἱ σηκωμένοι ὦμοι.
Δίπλα στό θηριῶδες καί ἀγανακτισμένο «φύγετε», λοιπόν, ὑπάρχει ἐμφανῶς ἤ ἀφανῶς καί ἕνα κλῖμα ἀδιαφορίας γιά τήν πολιτική. Ἀδιαφορίας πού, εἴτε δημοσκόπηση διαβάσεις εἴτε ὑπουργό νά περνᾶ ἐπικοινωνιακά «ἀτουφέκιστος» ἀπό τό πλῆθος δεῖς, καταντᾶ στό τέλος ἀνοχή γιά τήν κυβέρνηση. Δέν εἶναι πλειοψηφικό τό ρεῦμα τῆς ἀνοχῆς ἀπέναντι στόν ΣΥΡΙΖΑ οὔτε κάν συμπαγές, εἶναι ὅμως μειοψηφικό καί ὑπαρκτό. Ἐκφράζεται, ὅπως τό ἔλεγε σέ φίλες της μία ἐργαζόμενη σέ σοῦπερ μάρκετ: «Αὐτοί μέ ἐξαπάτησαν καί εἶμαι θυμωμένη μαζί τους. Δέ θέλω, ὅμως, νά ἔρθουν καί οἱ ἄλλοι». Ἀορίστως: οἱ «ἄλλοι». Ἄβυσσος.
Περιττό, τέλος, νά ὑπογραμμίσω ὅτι διέκρινα, πίσω ἀπό τίς διεργασίες γιά τίς δημοτικές ἐκλογές στήν Αἴγινα, τά τρία ὑπαρκτά πολιτικά ρεύματα: ἀντισυριζαιϊκό, ἀντιδεξιό, ἀδιαμόρφωτο λαϊκό-πατριωτικό. Δέν ἔχει νόημα νά ὑπεισέλθω στά πρόσωπα, ἀλλά καί στίς αὐτοδιοικητικές κάλπες τά ἴδια παρατηροῦμε: τήν ἕνωση τῶν ἀστικῶν δυνάμεων ΝΔ-ΚΙΝΑΛ σέ ἕναν συνδυασμό. Τήν ἕνωση τῶν λαϊκῶν δυνάμεων σέ ἕναν ἄλλο. Καί τούς παντελῶς οἰκονομικά ἀδύναμους σέ ἕναν τρίτο.
Τήν ὥρα πού ὁ «Ἀχαιός» ἔλυνε τούς κάβους γιά Πειραιᾶ, παρατηροῦσα ὅλο τό μωσαϊκό τοῦ κόσμου πού ἀναχωροῦσε γιά τό Λιμάνι καί σκεφτόμουν: Δύσκολο νά μπεῖς στό μυαλό τοῦ Ἕλληνα. Ὅπως λέει καί ὁ φίλος μου, ὁ Γιάννης Προβῆς, «ὁ Ἕλληνας γιά ἄλλα ἐνοχλεῖται καί γιά ἄλλα ξεσπάει. Δύσκολη ἐξίσωση». Τελικῶς, καί αὐτές οἱ ἐκλογές θά μᾶς χαρίσουν ζωηρές συγκινήσεις.