Τό περιστατικό τῆς γυναίκας πού ἔχασε τήν ζωή της ἀπό τήν βόμβα πού εἶχε ἡ ἴδια τοποθετήσει, σέ συνδυασμό μέ τά ἐκρηκτικά πού βρέθηκαν στό διαμέρισμα rbnb στό ὁποῖο διέμενε καί τό ὁποῖο εἶχε ἐνοικιάσει τρίτο ἄτομο, εἶναι μία ἀκόμη ἀπόδειξη ὅτι ἡ βία –μέ ὅλες τίς μορφές– ἐπανέρχεται δυναμικά στήν ἤδη βεβαρυμένη καθημερινότητά μας.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἔπειτα ἀπό τόν καταιγισμό τῆς συλλογικῆς πολιτικῆς βίας ἡ ὁποία κατέκλυσε τήν ζωή μας στήν ἐποχή τῶν μνημονίων, μέ τίς πάνω-κάτω πλατεῖες, τίς ἐπιθέσεις ἐναντίον πολιτικῶν καί τήν ἀκραία ρητορική στό Κοινοβούλιο, περάσαμε κάποιας μορφή ὕφεση. Χωρίς βία, χωρίς τρομοκρατικές ἐπιθέσεις.
Νά, ὅμως, πού τόν τελευταῖο καιρό ἐπανεμφανίσθηκαν οἱ κουκουλοφόροι ἐπιδρομεῖς (καί παρ’ ὀλίγον δολοφόνοι) στό τρισάθλιο κτήριο τῆς Νομικῆς (ἀλήθεια, πῶς ἀνέχονται οἱ καθηγητές νά διδάσκουν σ’ αὐτόν τόν ρυπαρό χῶρο ὡς «διανοούμενοι»; Δέν ντρέπονται γιά τήν εἰκόνα πού ἀντικρύζουν;) ἐμφανίσθηκαν οἱ βομβιστές, τόσο στήν «Ἑλλένικ Τραίην» (ἄλλο κι ἐτοῦτο πάλι!
Νά εἶσαι ὁ «Ἑλληνικός Σιδηρόδρομος», ἀλλά νά γράφεις τόν τίτλο σου στά ἀγγλικά ἐνῷ ἀνήκεις, ὡς ἑταιρεία, σέ Ἰταλούς!), ὅσο καί στό ΑΤΜ τῆς Τραπέζης στήν Θεσσαλονίκη.
Μιά περίπτωση πού θύμισε τόν Ξηρό τῆς 17Ν, στά χέρια τοῦ ὁποίου «ἔσκασε» ἡ βόμβα στό λιμάνι τοῦ Πειραιῶς καί βρέθηκε «ὁ μίτος τῆς Ἀριάδνης», ἄν βρέθηκε, δηλαδή.
Φυσικά, μεγάλη εἶναι καί ἡ δική μας εὐθύνη (τοῦ Τύπου) γιά τήν γιγάντωση τοῦ φαινομένου στήν χώρα μας. Δέν μπορῶ νά ξεχάσω ἐκεῖνες τίς ὧρες πού πέρασα στό «Ἔθνος», ἐπί Ἀλέκου Φιλιππόπουλου, γιά τά «πανηγύρια» πού ἔκανε ἡ ἐφημερίδα ὅταν ἡ «17Ν» μᾶς «προτίμησε» καί μᾶς ἔστειλε μιά ἀπό τίς προκηρύξεις, οἱ ὁποῖες ἀκολουθοῦσαν τίς ἐγκληματικές της ἐνέργειες!
Μόνο σαμπάνιες δέν ἀνοίξαμε, καθώς ἡ «Ἐλευθεροτυπία» τοῦ Χρήστου Τεγόπουλου μέ τόν Σεραφείμ Φυντανίδη μονοπωλοῦσε τίς μεγαλοστομίες καί τίς δίχως νόημα περιπλανήσεις στό διανοητικό ἔρεβος τήν δολοφόνων τοῦ Ἀξαρλιάν καί τόσων ἄλλων ἀνυποψίαστων ἀνθρώπων.
Θυμᾶμαι, σέ ἕνα συνέδριο δημοσιογραφικό, πού ἐξέφρασα τήν ἄποψη «νά πάψουν οἱ ἐφημερίδες νά δημοσιεύουν τίς προκηρύξεις τῶν δολοφόνων.» Μόνο πού δέν μοῦ εἶπαν «κάτσε κάτω!»…
Ἄς γυρίσουμε, ὅμως, στό σήμερα. Ἡ βία –μέ ὅλες τίς μορφές– ἔχει κατακλύσει πλέον τήν ζωή μας. Βία ἐκπέμπουν τά δισεκατομμύρια τῶν κινητῶν, βία ἐκπέμπουν τά σόσιαλ μήντια, βία στά σχολεῖα, στίς ἐπιχειρήσεις, στόν κινηματογράφο, στό θέατρο. Βία στίς «Εἰδήσεις», βία παντοῦ. Καί ὄχι μόνον ἐπειδή πουλάει, ὅπως κυνικά διαλαλοῦν οἱ ἐπί κεφαλῆς τῶν ἁπανταχοῦ καναλιῶν, ἀλλά ἐπειδή τήν θέλει καί τό κοινό, τό ὁποῖο ἔχει πλέον ἐκραγεῖ, κυρίως λόγῳ τῆς καταστάσεως πού δημιούργησε ὁ ἐγκλεισμός τῆς πανδημίας, ὁ ὁποῖος ὁδήγησε τούς περισσότερους σέ κατάθλιψη, μέχρι καί ἄνοια ἤ στήν υἱοθέτηση τῆς –κάθε μορφῆς– βίας ὡς διεξόδου καί ἰσορροπίας!
Παρακολουθῆστε μιά συνεδρίαση τῆς Βουλῆς. Ἀκοῦστε πῶς μιλοῦν, πῶς ἀπειλοῦν ὁ ἕνας τόν ἄλλον, πῶς χειρονομοῦν. Ἡ βία διδάσκεται, μπαίνει στά σπίτια, τροφοδοτεῖται ἀπό τίς συνθῆκες ζωῆς.
Ἡ ἐπιστήμη ὑποστηρίζει ὅτι ἡ ψυχική ἰσορροπία ἐπέρχεται μέσα ἀπό ἐκρήξεις. Ὁ τόπος ἠρεμεῖ ἔπειτα ἀπό ἕναν μεγάλο σεισμό καί μετασεισμούς. Πολύ φοβᾶμαι ὅτι βρισκόμαστε σέ περίοδο ἀπολύτως προσεισμική.
Ὁ κύριος σεισμός τῆς βίας δέν ἔχει σημειωθεῖ ἀκόμη.