Σάν χθές, 16 Σεπτεμβρίου, ἔφυγε ἀπό τήν ζωή ἡ μοναδική καί ἀξεπέραστη «ντίβα» Μαρία Κάλλας.
Ἡ Ἑλληνίδα Μαρία Καλογεροπούλου, πού πέρασε μιά σύντομη ζωή σάν παραμύθι, πού ταλαιπωρήθηκε στά πρῶτα της καλλιτεχνικά βήματα, πού ἦταν γιά χρόνια ἀντιμέτωπη μέ τήν μητέρα καί τήν ἀδελφή της, καί πού τελικά πλήρωσε, ἀκριβά, τήν ἀφοσίωση σέ ἕναν μεγάλο ἔρωτα, μέ τόν ἐπίσης μοναδικό, ἀλλά σκληρό στήν συγκεκριμένη περίπτωση, Ἀριστοτέλη Ὠνάση.
Ἔχοντας μελετήσει μέ λεπτομέρειες καί ἐπί μακρόν τόν βίο καί τήν πολιτεία τοῦ μοναδικοῦ Ἕλληνα ἐφοπλιστοῦ, ἡ συμπεριφορά του ἀπέναντι στήν Μαρία Κάλλας εἶναι τό μοναδικό μελανό σημεῖο πού τοῦ καταλογίζω.
Ἦταν ἄδικο γιά ἕναν ἄνθρωπο μέ τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, γιά μιά γυναῖκα, πού διέθετε τήν μοναδική ἱκανότητα νά καθηλώνει μέ τήν φωνή της, νά ἀντιμετωπισθεῖ ἔτσι ἀπό τόν ἄνθρωπο πού ἀγάπησε καί πίστεψε. Ἄν διαβάσει κανείς τά βιβλία πού ἀναφέρονται στήν ζωή τῆς Μαρίας, θά ἀντιληφθεῖ πόσο πολύ πρέπει νά ἀγάπησε τόν Ὠνάση, ἀφοῦ γι’ αὐτόν ἔφυγε ἀπό τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος τήν ἀνέδειξε καί τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε καί σεβόταν, τόν Μπαττίστα Μενεγκίνι.
Θά ξαναπώ ὅτι ἀνήκω στούς ἐλάχιστους, ἀλλά πολύ τυχερούς θνητούς πού εἶχαν τήν εὐκαιρία νά δοῦν καί νά ἀκούσουν τήν Μαρία Κάλλας στήν Ἐπίδαυρο. Σέ ἐκεῖνο τό μοναδικό αὐθεντικό σκηνικό, τήν θαύμασα στήν «Νόρμα» τοῦ Μπελλίνι, μιά ἑρμηνεία πού μέ συνοδεύει σέ ὅλη μου τήν ζωή καί πού μέ κατέστησε πιστό καί ἀφοσιωμένο θαυμαστή της.
Δέν εἶναι τυχαῖο πού ἀκόμη καί σήμερα οἱ ἑρμηνεῖες τῆς Μαρίας Κάλλας θεωροῦνται μοναδικές καί οἱ ἠχογραφήσεις της φιλοξενοῦνται στίς δισκοθῆκες ὅλων ἐκείνων πού ἀσχολοῦνται σοβαρά μέ τήν κλασσική μουσική καί τήν ὄπερα.
Τελευταία μου ἐπαφή μέ τήν Μαρία Κάλλας ἦταν τό βιβλίο τοῦ ἀγαπητοῦ συναδέλφου Μιχάλη Δημητρίου, τό ὁποῖο καί σᾶς συνιστῶ νά διαβάσετε. «Δέν εἶμαι ἡ Μαρία, εἶμαι ἡ Κάλλας» εἶναι ὁ τίτλος, καί σέ αὐτό ὁ συγγραφέας μέ βάση μαρτυρίες ἀλλά καί γραπτές πηγές οἰκοδομεῖ τό πορτραῖτο τῆς σπουδαίας αὐτῆς Ἑλληνίδας.
Αὐτές τίς μέρες ἀναμένεται νά προβληθεῖ στήν ἑλληνική δημόσια τηλεόραση ἡ σειρά «Ἡ Μαρία πού ἔγινε Κάλλας», σέ σκηνοθεσία τῆς ἱκανότατης σκηνοθέτιδος Ὄλγας Μαλέα.
Εἶναι βέβαιο ὅτι πρόκειται γιά ἕνα τολμηρό, εὐαίσθητο καί δύσκολο ἐγχείρημα, γι’ αὐτό καί τό περιμένουμε μέ μεγάλο ἐνδιαφέρον.
Δέν εἶναι δά καί τό πιό ἁπλό νά μεταφέρεις στήν μικρή ὀθόνη μία τόσο μεγάλη ἱστορία καί προσωπικότητα. Ὡστόσο, καλό εἶναι νά μήν ξεχνιέται αὐτή ἡ τεράστια φυσιογνωμία.
Εἶναι εὐτύχημα πού σέ αὐτήν τήν χώρα, ἡ ὁποία ἔχει τήν μοναδική ἱκανότητα «νά τρώει τά παιδιά της», παρατηρεῖται τελευταίῖα ἕνα ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τήν «κάστα ντίβα» τῆς ὄπερας.
Σέ ὅποια χώρα τοῦ κόσμου καί ἄν ταξιδέψεις, σέ ὅποια ὄπερα καί ἄν βρεθεῖς, κάπου θά ὑπάρχει τό ὄνομα καί ἡ φωτογραφία τῆς Μαρίας.
Εὐχῆς ἔργον ἡ διατήρηση τῆς οἰκίας της, εὐχῆς ἔργον ἡ ἵδρυση τοῦ ὁμωνύμου μουσείου, εὐχῆς ἔργον ὅ,τι καταπιάνεται μέ τήν Κάλλας.
Ἑλλάδα δέν εἶναι μόνον ὁ «Ζορμπᾶς» καί τό συρτάκι. Ἑλλάδα εἶναι καί ἡ Μαρία Κάλλας. Καιρός νά ἀσχοληθοῦμε πιό σοβαρά μαζί της.