Η ΕΚΤΙΜΗΣΙΣ τοῦ πρέσβεως τῶν ΗΠΑ στήν Ἀθήνα εἶναι ὅτι μετά τίς ἐκλογές θά γίνει μία εἰλικρινής προσπάθεια, καί ἀπό τήν Ἑλλάδα καί ἀπό τήν Τουρκία, νά λύσουν τά μεταξύ τους προβλήματα.
Φοβούμεθα ὅτι ὡς ἐκτίμησις ἡ πρόβλεψις αὐτή εἶναι παντελῶς ἀβάσιμη, ὁπότε πρόκειται μᾶλλον γιά εὐσεβῆ πόθο. Γιά ἕναν εὐσεβῆ πόθο, πού ὑφίσταται τίς τελευταῖες πέντε δεκαετίες χωρίς ποτέ νά ἔχει κατά τό ἐλάχιστο πλησιάσει νά γίνει πραγματικότης.
- Τοῦ Εὐθ. Π. Πέτρου
Παρά ταῦτα, τόσο ὁ κ. Τσούνης καί οἱ προκάτοχοί του ὅσο καί οἱ προϊστάμενοί τους στό Σταίητ Ντηπάρτμεντ ἐπιμένουν. Φαίνεται ὅτι στίς διεθνεῖς σχέσεις αὐτές οἱ προσεγγίσεις καί οἱ προαποφασισμένες μεθοδολογίες εἶναι ἰσχυρότερες καί ἀπό τήν ἴδια τήν πραγματικότητα. Προτάσσονται ἔναντι τῆς ἐννοίας τοῦ δικαίου, ἔναντι τοῦ «γράμματος» τοῦ διεθνοῦς δικαίου, ἔναντι τῶν ἰσχυουσῶν καταστάσεων, ἔναντι τῶν βουλήσεων τῶν κρατῶν.
Θά ἦταν πολύ πιό ἀποδοτικό «νά τό πάρουν ἀπόφαση». Ὑπό τίς σημερινές συνθῆκες «οἱ προκλήσεις στίς σχέσεις Ἑλλάδος καί Τουρκίας» δέν εἶναι «ἐπιλύσιμες», ὅπως τονίζει ὁ κ. Τσούνης. Τό χειρότερο, οἱ πιέσεις πού ἀσκοῦνται ἀπό τόν «διεθνῆ παράγοντα» δέν κάνουν τήν κατάσταση εὐκολώτερη. Μᾶλλον τήν περιπλέκουν.
Ὁ κ. Τσούνης ὑπεγράμμισε ὅτι οἱ ΗΠΑ ἔχουν τήν πρόθεση νά συμβάλλουν στήν διευκόλυνση τῶν συζητήσεων καί στήν βελτίωση τῶν σχέσεων μεταξύ Ἑλλάδος καί Τουρκίας «ἐφ’ ὅσον αὐτό τούς ζητηθεῖ». Στούς Δελφούς ὅμως, ὅπου ὁ πρέσβυς τῶν ΗΠΑ ἔκανε αὐτές τίς δηλώσεις, ἐπλανᾶτο μιά «γερμανική σκιά». Πράγματι, ἐνῷ ἡ Ἑλλάς δέν θά εἶχε καμμίαν ἀντίρρηση νά δεῖ τόν ἀμερικανικό παράγοντα νά ἀσκεῖ ἕναν ἐπίσημο μεσολαβητικό ρόλο (ὁ ἀνεπίσημος πάντα ὑπάρχει, ἀλλά οὐδέποτε ἀπεδείχθη ἀποτελεσματικός) δέν ἰσχύει τό ἴδιο καί γιά τήν Τουρκία ἡ ὁποία διαχρονικῶς ἐμπιστεύεται τήν Γερμανία. Πρόκειται γιά τήν σημερινή ἔκφανση τοῦ διαχωρισμοῦ θαλασσίων καί ἠπειρωτικῶν κρατῶν. Ὡς ναυτικό κράτος ἡ Ἑλλάς βλέπει μέ περισσότερη συμπάθεια τήν μεγάλη ναυτική δύναμη τῆς ἐποχῆς, τίς ΗΠΑ. Ἀπ’ ἐναντίας ἡ Τουρκία καί ἡ Γερμανία ὡς ἠπειρωτικές δυνάμεις καταλαβαίνονται καλύτερα. Γιά τόν ἴδιο λόγο οἱ Τοῦρκοι εὑρίσκουν διαύλους ἐπικοινωνίας μέ τήν Ρωσσία, μίαν ἐπίσης ἠπειρωτική δύναμη, μέ τήν ὁποία ἡ Ἑλλάς προσπάθησε κατά καιρούς νά συνδιαλλαγεῖ χωρίς μεγάλη ἐπιτυχία.
Εἶναι λοιπόν προφανές ὅτι κάθε σκέψη γιά γερμανική μεσολάβηση στά ἑλληνο-τουρκικά, ἀκόμη καί μέ τίς εὐλογίες τῶν ΗΠΑ, πρέπει νά εἶναι γιά τήν Ἀθήνα ἀπορριπτέα ἐκ προοιμίου. Ἄλλως τε καί ἡ Τουρκία ὅταν ὑποστηρίζει ὅτι δέν χρειάζονται «μεσολαβητές» σέ μιά συζήτηση μέ τήν Ἑλλάδα λέγει τήν μισή της σκέψη. Ἐννοεῖ δέν χρειάζονται «Ἀμερικανοί μεσολαβητές». Τούς Γερμανούς θά τούς καλοδεχόταν. Καί φαίνεται τώρα ὅτι οἱ Ἀμερικανοί δέν εἶναι ἀρνητικοί ἔναντι μιᾶς τέτοιας προοπτικῆς.
Ἐμεῖς ποιόν λόγο θά εἴχαμε νά τήν ἀποδεχθοῦμε; Ὁ κ. Τσούνης ὁμίλησε γιά «εἰλικρινῆ προσπάθεια» ἐπιλύσεως τῶν προβλημάτων. Καί δέν ἔχουμε καμμίαν ἀμφιβολία ὅτι καί ὁ ἴδιος εἶναι εἰλικρινής ὅταν τό λέγει αὐτό καί τό Σταίητ Ντηπάρτμεντ ἔχει εἰλικρινῆ διάθεση νά συμβάλλει στήν σταθερότητα. Γιά τήν ἄλλη πλευρά τοῦ Αἰγαίου ἀμφιβάλλουμε. Γιά τήν γερμανική μεσολάβηση ἀμφιβάλλουμε. Θά ἀμφέβαλλαν καί οἱ Ἀμερικανοί ἄν εἶχαν μελετήσει τίς ἰδιαιτερότητες τῆς περιοχῆς μας. Ἀρχίζοντας ἀπό τόν 19ο αἰῶνα καί τήν σιδηροδρομική σύνδεση Βερολίνου –Βαγδάτης μέσῳ Κωνσταντινουπόλεως.