Ἕνας ἀριθμός μήπως καί ἀφυπνισθοῦμε…

Θά ἤθελα πολύ νά μήν εἶχα δεῖ τό κομματικό κάλεσμα γιά τήν συγκέντρωση διαμαρτυρίας μέ ἀφορμή τήν πολύνεκρη τραγωδία στά Τέμπη.

Καλοῦσαν τούς πολῖτες σέ διαμαρτυρία ἐκεῖνοι πού ἔγινε μιά στραβή στήν βάρδια τους, ἐκεῖνοι πού ρωτοῦσαν πότε θά σηκωθοῦν τά ἀεροπλάνα τό πρωί, ὅταν εἶχε γεμίσει ὁ τόπος μέ ἀπανθρακωμένα πτώματα σέ μαύρους σάκκους στό Μάτι! Ἐξέλιπεν ἡ τσίπα! Θέλω νά πιστέψω ὅτι ἡ συγκέντρωση ἦταν αὐθόρμητη. Καί ὅτι οἱ πολῖτες δέν χάφτουν πλέον τό ὅποιο κομματικό παραμύθι! Καί ὅσοι χρειάζονται παρότρυνση, ἄς διαβάσουν τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ.

«Φώναξα στό γραφεῖό μου τήν δεσποινίδα Ἰουλία, τήν δασκάλα τῶν παιδιῶν.

Ἔπρεπε νά τῆς δώσω τό μισθό της. “Κάθισε νά κάνουμε τόν λογαριασμό” τῆς εἶπα. “Λοιπόν… Συμφωνήσαμε γιά τριάντα ρούβλια τό μῆνα” τῆς λέω “Γιά σαράντα”. “Ὄχι, γιά τριάντα, τό ἔχω σημειώσει. Πάντοτε τριάντα ρούβλια δίνω στίς δασκάλες. Ἔχεις δύο μῆνες ἐδῶ.” “Δύο μῆνες καί πέντε μέρες”. “Δύο μῆνες ἀκριβῶς. Τό ἔχω σημειώσει.

Λοιπόν… Ἔχουμε ἑξήντα ρούβλια. Πρέπει νά βγάλουμε ἐννιά Κυριακές. Δέν δουλεύεις τίς Κυριακές. Πηγαίνεις περίπατο μέ τά παιδιά”. Ἡ Ἰουλία ἔγινε κατακόκκινη, μά δέν εἶπε λέξη. “Ἔπειτα ἔχουμε τρεῖς γιορτές.

Τρεῖς γιορτές μᾶς κάνουν δώδεκα ρούβλια τό μῆνα. Ὁ Κόλιας ἦταν ἄρρωστος τέσσερεις μέρες καί δέν τοῦ ἔκανες μάθημα. Μονάχα μέ τήν Βαρβάρα ἀσχολήθηκες. Τρεῖς μέρες εἶχες πονόδοντο, καί ἡ γυναῖκά μου σοῦ εἶπε νά ἀναπαυθεῖς. Δώδεκα καί ἑπτά δεκαεννιά. Ἀφαιροῦμε, μᾶς μένουν… σαράντα ἕνα ρούβλια. Σωστά;”… Τό σαγόνι τῆς Ἰουλίας ἄρχισε νά τρέμει, μά δέν ἔβγαλε ἄχνα. “Τήν παραμονή τῆς Πρωτοχρονιᾶς ἔσπασες ἕνα φλυντζάνι μέ τό πιατάκι του. Βγάζουμε δύο ρούβλια. Προχωροῦμε! Μιά μέρα δέν πρόσεξες τόν Κόλια, ἀνέβηκε ὁ μικρός στό δέντρο καί ἔσκισε τό σακκάκι του. Βγάζουμε ἄλλα δέκα ρούβλια. Ἄλλη μιά μέρα πού δέν πρόσεχες, ἔκλεψε μιά καμαριέρα τά μποτάκια τῆς Βαρβάρας. Πρέπει νά ἔχεις τά μάτια σου τέσσερα, γι’ αὐτό σέ πληρώνουμε. Λοιπόν, βγάζουμε ἄλλα πέντε ρούβλια. Στίς δέκα τοῦ Γενάρη σέ δάνεισα δέκα ρούβλια”… “Ὄχι, δέν ἔγινε τέτοιο πρᾶγμα” μουρμούρισε ἡ Ἰουλία. “Τό ἔχω σημειώσει!” τῆς λέω. “Βγάζουμε εἴκοσι ἑπτά ρούβλια, μᾶς μένουν δεκατέσσερα”.

Τά μάτια τῆς Ἰουλίας γέμισαν δάκρυα. “Μά, ἐγώ μιά φορά μονάχα δανείστηκα χρήματα. Τρία ρούβλια ἀπό τήν κυρία” μουρμούρισε, καί ἡ φωνή της ἔτρεμε. “Μπά; Δέν τά εἶχα σημειώσει αὐτά. Δεκατέσσερα ἔξω τρία, μᾶς κάνουν ἕντεκα. Πάρε τά χρήματά σου, ἀγαπητή μου. Τρία… τρία… τρία… ἕνα καί ἕνα… Πάρ’ τα”… Καί τῆς ἔδωσα ἕντεκα ρούβλια. Τά πῆρε μέ τρεμουλιαστά δάχτυλα καί τά ἔβαλε στήν τσέπη της. “Εὐχαριστῶ” ψιθύρισε.

Πετάχτηκα ὄρθιος. “Καί γιατί μ’ εὐχαριστεῖς;”… “Γιά τά χρήματα!”… “Μά ἐγώ, σέ ἔκλεψα. Σέ λήστεψα. Σοῦ ἔκανα μιά φάρσα γιά νά σοῦ γίνει μάθημα. Πάρε τά ὀγδόντα σου ρούβλια. Τά εἶχα ἕτοιμα στό φάκελο. Μά γιατί δέ φωνάζεις γιά τό δίκιο σου; Μπορεῖς νά ζήσεις σέ αὐτόν τόν κόσμο ἄν δέν πατήσεις λίγο πόδι; Γιατί εἶσαι ἄβουλη;”…

Μουρμούρισε μερικά εὐχαριστῶ καί βγῆκε… “Ἕνας ἀριθμός».

Ἀπό τά διηγήματα τοῦ μεγάλου Ἄντον Τσέχωφ.

Απόψεις

Ποιός κυβερνᾶ αὐτόν τόν τόπο;

Εφημερίς Εστία
Ὁ ἀρχηγός τῆς ΕΛ.ΑΣ. καταγγέλλει ὅτι καρατομήθηκε ἀπό τό ΚΥΣΕΑ ἕναν μῆνα μετά τήν ἀνανέωση τῆς θητείας του, ἐπειδή τό ζήτησαν ἀπό τό Μαξίμου ἄγνωστα «κέντρα ἐξουσίας» – Ποιά εἶναι ἄραγε; – Πρωτοφανεῖς ἀποκαλύψεις – Τοῦ ζητοῦσαν νά ἀπογυμνώσει Τμήματα ἀπό ἄνδρες καί νά τούς διαθέσει ὡς φρουρούς σέ στελέχη σταθμῶν τῆς διαπλοκῆς – Δέν ἔλαβαν ὑπ’ ὄψιν τους τίς εἰσηγήσεις του γιά τίς κρίσεις – Ἐνταφιάζεται τό ἐπιτελικό κράτος

Κανείς δέν φταίει γιά τό χάλι μας

Μανώλης Κοττάκης
ΑΠΑΡΙΘΜΩ γεγονότα τοῦ τελευταίου τριημέρου. Μερικά εἶναι φαινομενικά ἄσχετα μεταξύ τους, ἀλλά στήν οὐσία δέν εἶναι. Εἶναι οἱ ὄψεις τῆς ἴδιας χώρας. Τῆς ἴδιας πατρίδας. Τῆς ἴδιας νοοτροπίας.

Ἀμετανόητος ἐπέστρεψε ὁ κ. Παῦλος Πολάκης

Εφημερίς Εστία
Η ΟΜΟΦΩΝΟΣ ἀπόφασις τῆς Πολιτικῆς Γραμματείας τοῦ ΣΥΡΙΖΑ νά παραμείνει στά ψηφοδέλτια τοῦ κόμματος ὁ κ. Παῦλος Πολάκης, μετά τήν ἀπολογητική ἐπιστολή του πρός τόν Πρόεδρο, ἔδωσε τό δικαίωμα στόν βουλευτή Χανίων νά ἀπασφαλίσει ἀμέσως μετά καί νά ἀρχίσει νά κάνει αὐτό πού καλά γνωρίζει: λαϊκισμός μέσῳ κοινωνικῶν δικτύων καί λάσπη στόν ἀνεμιστῆρα.

Τιμή στόν ἄξιο δήμαρχο τῆς Φλωρεντίας

Δημήτρης Καπράνος
Τιμή στόν Ντάριο Ναρντέλλα, τόν 47χρονο δήμαρχο τῆς Φλωρεντίας, πού βούτηξε ἕναν ἀπό τούς σαχλαμαράκηδες ἀκτιβιστές, ὁ ὁποῖος πῆγε κι ἔρριξε πορτοκαλί μπογιά στό Παλάτσο Βέκιο, τό πλέον ἀξιόλογο ἀπό τά παλαιά κτήρια τῆς Φλωρεντίας, ὅπου στεγάζεται τό Δημαρχεῖο τῆς πανέμορφης πόλεως τῆς Τοσκάνης.

Τετάρτη, 20 Μαρτίου 1963

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΓΕΝΝΗΜΕΝΗ ΗΘΟΠΟΙΟΣ