Ἔπεσε τό μάτι μου σέ μιά εἴδηση τῆς 22ας Νοεμβρίου τοῦ 2022. Περυσινή, δηλαδή. Ἀναφερόταν στό «πόσα ἔλατα θά κοποῦν ἐφέτος γιά τά Χριστούγεννα»…
Θυμήθηκα ὅτι καί τό 2022, τό καλοκαίρι, εἴχαμε μεγάλες πυρκαϊές, ἀλλά, παρ’ ὅλα αὐτά κόπηκαν ἔλατα προκειμένου νά στολίσουν γιά λίγες ἡμέρες κάποιο σαλόνι, ὥστε νά ἔχουν φυσικό χρῶμα τά Χριστούγεννα καί ἡ Πρωτοχρονιά. Ἀλήθεια, θά κοποῦν κι ἐφέτος ἔλατα γιά νά στολίσουν κάποιοι τά σπίτια τους καί γιά νά καταλήξουν τά ἄτυχα δένδρα στόν κάδο τῆς ἀνακυκλώσεως; Φυσικά, θά μᾶς ποῦν οἱ καλῶς γνωρίζοντες, ὅτι τά ἔλατα πού κόβονται προέρχονται ἀπό εἰδικά φυτώρια καί τά τοιαῦτα. Ἀλλά εἶναι αὐτή ἐπαρκής δικαιολογία γιά μιά χώρα τῆς ὁποίας τά δάση ἔχουν σχεδόν ἐξαφανισθεῖ; Δέν εἶμαι γεωπόνος οὔτε ὑπουργός «Ἀγροτικῆς Ἀνάπτυξης» (δέν μοῦ ἄρεσε τό «Γεωργίας», ἀλλά καί τί νά τό κάνεις ὅταν δέν ἔχεις γεωργική παραγωγή;), ἀλλά εἶμαι πολίτης αὐτῆς τῆς χώρας κι ἔχω ἀνέβει σχεδόν ὅλα τά ψηλά βουνά τῆς πατρίδας μου. Ἔχω κοιμηθεῖ κάτω ἀπό τά ἔλατα, ἔχω διασχίσει ἐλατοδάση, ἔχω κατέβει μέ τσουλήθρα πλαγιές, γλιστρῶντας πάνω στά στρώματα φύλλων ἤ βελονιῶν. Καί ποτέ μου δέν μπόρεσα νά ἀντιληφθῶ καί νά χωνέψω αὐτή τήν ἄσκοπη καί δίχως νόημα κοπή τῶν ἐλάτων γιά τά Χριστούγεννα.
Οὐδεμία σχέση ἔχουν οἱ δικές μας χειμερινές ἑορτές μέ τό «O, Tannenbaum» τῶν Γερμανῶν, πού κάποιοι δικοί μας μετέτρεψαν σέ «Ὦ, ἔλατο» καί μᾶς τό φόρεσαν ὡς ἔθιμο ἑλληνικό.
Ἐμεῖς, ἡ πτωχή πλήν τιμία Ἑλλάς, τό καραβάκι εἴχαμε γιά τά Χριστούγεννα, πού τό κρατοῦσαν τά παιδιά κι ἔλεγαν τά κάλαντα κι ὕστερα τό στόλιζαν στό σπίτι. Καί ὅταν τηρούσαμε τά δικά μας ἔθιμα, δέν εἶχαν ὅλα τά σπίτια σαλόνι. Ἕνα-δυό δωμάτια, πού μετά τήν ἔλευση τῶν προσφύγων ἔμαθαν καί τήν πάστρα καί ἄστραφταν στίς γιορτές.
Καραβάκι εἴχαμε, μέχρι νά ἔρθει τό γερμανοτραφές ἔλατο, πού ὅμως ἦταν συνθετικό καί τό ἀμπαλάραμε τυλιγμένο μέ νάυλον, στό πατάρι. Ὥσπου κάποιος ὀκνηρός σκαρφίστηκε τό ἀληθινό καί εἴδαμε τά πρῶτα κομμένα ἔλατα στά «μεγάλα σαλόνια». Κι ὅταν λίγδωσε τό ἀντεράκι μας, τό «φυσικό ἔλατο» γίνηκε τῆς μοδός.
Καί κατέβαιναν τά «ἀγροτικά» ἀπό τό Βελούχι καί ἀράδιαζαν κρεουργημένα ἔλατα στίς γωνιές τῆς παραλιακῆς, στίς παρυφές τῆς ἐθνικῆς, καί ἔσπευδαν οἱ Ἕλληνες νά τά ἀγοράσουν μέ τά δανεικά, πλήν οὐχί ἀγύριστα…
Καί σκέπτομαι, ὁ ἀφέλης. Μιά κι εἴχαμε ὅλη ἐτούτη τήν οἰκολογική καταστροφή τό καλοκαίρι, μέ τήν καταστροφή τοῦ δάσους τῆς Δαδιᾶς, ἀλλά καί ἄλλων ἑλληνικῶν δασῶν, μιά καί ἡ χώρα ἀποψιλώνεται πλέον συστηματικά, μήπως εἶναι καιρός νά βγεῖ κι ἕνα φιρμάνι πού νά ἀπαγορεύσει τήν κοπή τῶν ἐλάτων; Δέν ξέρω «τί θά τά κάνουν τά ἔλατα» ἐκεῖνοι πού ἔχουν δημιουργήσει φυτώρια, ἀλλά ἄς τούς ἀποζημιώσει τό κράτος καί ἄς ἀφήσουν τά δέντρα νά ζήσουν! Καί ἄς ἀλλάξουν δραστηριότητα, βρέ παιδιά. Δέν εἶναι δά καί ἐπάγγελμα ἡ καταστροφή τοῦ λιγοστοῦ πράσινου πού μᾶς ἔχει ἀπομείνει.
Ζητᾶμε πολλά;