Ὅταν τά ἀντικείμενα μποροῦν νά μιλήσουν

«Μά, τί τό θέλεις τό σαράβαλο; Νά πληρώνεις τέλη, καί κάθε τόσο νά χρειάζεται καί κάτι;». Ἡ σύζυγος διαμαρτύρεται, πού κρατῶ «μέ τά δόντια» ζωντανή, καμαρωτή, ἀστραφτερή καί κοτσονάτη τήν BMW 1602, μοντέλο τοῦ 1971, καί τήν καμαρώνω!

Ἀπορεῖ πού τήν περιποιοῦμαι τόσο, πού τήν ὁδηγῶ μέ προσοχή, πού τήν βγάζω βόλτα μέ τήν ἴδια τρυφερότητα μέ τήν ὁποία ἔβγαζα τήν ἐγγονή μας ὅταν ἦταν μωρό (τώρα δέν μέ ἀφήνει οὔτε νά τήν πιάσω ἀπό τό χέρι!)… Θά μποροῦσε νά ἀπορεῖ καί μέ τό πού κάθε τόσο «γυαλίζω» τό παλιό «τζούκ-μπόξ», ἕνα «Seeburg» τοῦ 1957, μέ διακόσμηση τά πίσω φανάρια τῆς «Chevrolet Impala», πού ἔχω «ἀραγμένο» στό γραφεῖο μου, μέ τό παλιό ραδιόφωνο «Vega», τό πρῶτο «παγκοσμίου λήψεως» πού ἔφερε ὁ πατέρας μας στό σπίτι, ἀγορασμένο ἀπό τόν «Κωτσόβολο, Ἀριστείδου 6», μισό αἰῶνα πρίν γίνει κι αὐτός «πολυεθνικός».

Ἐπίσης, θά μποροῦσε νά ἀπορεῖ μέ τό παλιό «ρόλ-τόπ» πού ἔχω στό γραφεῖο, δῶρο τοῦ θείου μας Βασιλείου Μούντανου, διακεκριμένου δικηγόρου τοῦ Πειραιῶς, ὅπως καί μέ τό παλιό γραφειάκι-μπουντουάρ καί τήν παλιά γραφομηχανή «oliver», πού μοῦ χάρισε ὁ θεῖος μας, συμβολαιογράφος Ἀνδρέας Πατσουράκος, ὅταν ἔκλεισε τό γραφεῖο του γιά νά ἀφιερωθεῖ ὁριστικά στήν ὀρειβασία. («Αὐτός πάει, πῆρε τά βουνά!» ἔλεγε ὁ πατέρας μας.)

Ἔχω κι ἕναν «κοῦκο», ἕνα πανέμορφο παλιό ἐκκρεμές, πού «δουλεύει» κανονικά, ἀλλά δέν τολμῶ νά τό θέσω σέ λειτουργία γιατί θά μᾶς ξυπνᾶ κάθε τόσο, μέ τήν ὑπέροχη «καμπάνα» του. Ἁπλῶς τό συντηρῶ σέ τακτά διαστήματα, μέ τό λαδάκι του, τό κούρδισμά του καί τά δοκιμαστικά του «ντίν-ντάν»…

– Καί τί θά τά κάνεις ὅλα αὐτά; Θά τά πετάξουν τά παιδιά ὅταν «φύγουμε» μοῦ λέει…

Κι ἐδῶ εἶναι πού «τρελαίνομαι», ἀλλά συνέρχομαι ἀμέσως ὅταν θυμᾶμαι ὅτι κι ἐγώ, νεότερος, οὐδεμία σχέση εἶχα μέ τά «παλαιά».

Ἀντιθέτως, εἶχα ἐγκαταστήσει στό «πατρικό» μας ἕνα σύγχρονο στερεοφωνικό, πού ἀγόρασα μέ τά χρήματα πού κέρδισα νεότατος, ἐργαζόμενος ὡς μουσικός, εἶχα στολίσει τό δωμάτιό μου μέ ἀφίσες τῶν Beatles καί τῶν Rolling Stones, σέ ἀντίθεση μέ τούς πίνακες-ἀντίγραφα τοῦ Ροῦμπενς, τοῦ Λύτρα, τοῦ Γύζη καί τοῦ Βολανάκη, πού κοσμοῦσαν τό ὑπόλοιπο σπίτι καί ἔπαιζα στό πιάνο, ὅπου μάθαμε Μπάχ καί Μότσαρτ, τά «ἱερόσυλα» κομμάτια τοῦ Ἔλβις καί τοῦ Λίτλ Ρίτσαρντ!

Ἀγάπησα τά πράγματα τοῦ πατέρα καί τῆς μάνας μου πολύ ἀργότερα, ὅταν κατάλαβα τήν ἀξία τους καί ὅταν τό συναίσθημα κατηύθυνε τίς ἐνέργειές μου. Καί παράλληλα ἀγόρασα ἀρκετά «κομμάτια» ἀπό παλαιοπωλεῖα, θέλοντας νά κρατήσω ζωντανή «τήν ἐποχή τῆς ἀθωότητας». Μπορεῖ νά φαίνεται ὑπερβολικό, ἀλλά ἔτσι αἰσθάνθηκα καί αἰσθάνομαι.

Καί δέν εἶναι μόνο οἱ ἀναμνήσεις, εἶναι καί κάποια πράγματα πού «μιλοῦν» μόνο σέ ἐμᾶς, τούς νέους ἐκείνης τῆς ὄμορφης ἐποχῆς. Ὅπως ὅταν ἀνοίγεις τό «καπό» τῆς BMW καί βλέπεις ὅλα τά ἐξαρτήματα τῆς μηχανῆς τακτοποιημένα, εὐδιάκριτα. Μπορεῖς νά τά ἀγγίξεις, νά τά καθαρίσεις, νά τά γρασάρεις, νά τά αἰσθανθεῖς. Λίγο εἶναι;

Απόψεις

Ἡ πυγμή «διαβάζεται» ὡς ἀδυναμία

Μανώλης Κοττάκης
ΠΟΙΑ εἶναι ἡ διαφορά ἑνός κοινωνικά φιλελεύθερου ἀπό ἕναν νεοφιλελεύθερο;

Πολιτικό φλέρτ Ζωῆς – Κασσελάκη

Εφημερίς Εστία
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ἱδρυτικό συνέδριο τοῦ Κινήματος Δημοκρατίας, τοῦ κόμματος τοῦ κ. Στέφανου Κασσελάκη, ἔκρυβε μιά ἔκπληξη μέ καθαρά ἐκλογική χροιά.

Γιά τήν καλύτερη λειτουργία τῶν Νοσοκομείων

Δημήτρης Καπράνος
Πέρασα κάποιες μέρες –νύχτες κυρίως– στό Πανεπιστημιακό Νοσοκομεῖο «Ἀττικόν».

Τετάρτη, 12 Μαΐου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ Η ΚΟΚΑΡΔΑ

Προχειρότης μέ τίς διαγραφές φοιτητῶν ἀπό τά ΑΕΙ

Εφημερίς Εστία
Ἀπό τό «δέν ἔχουν θέση στά Πανεπιστήμια οἱ τραμποῦκοι» τῶν κ.κ. Μητσοτάκη καί Μαρινάκη, στίς «ἀναστολές τῆς φοιτητικῆς ἰδιότητος» τῆς Ὑπουργοῦ Παιδείας Σοφίας Ζαχαράκη στήν Σύνοδο τῶν Πρυτάνεων ‒ «Διαγραφή μόνο μέ ἀμετάκλητη καταδίκη» ‒ Ὄπισθεν, μετά τίς ἀντιδράσεις τῶν Πρυτάνεων καί τούς νομικούς σκοπέλους