Στόν ἀπόηχο τῆς Γενοκτονίας καί τῆς Ἱστορίας

Πανηγυρίζουν οἱ ἁπανταχοῦ Ἀρμένιοι γιά τήν ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τοῦ λαοῦ τους ἀπό τούς βαρβάρους

Κι ἐμεῖς, οἱ ἀδελφοί τους, ριγήσαμε βλέποντας τήν Πόλη μας νά ἀναφέρεται στό σχετικό ἔγγραφο μέ τό ὄνομά της: Κωνσταντινούπολις! Ἀντίδωρο σέ ὅλα αὐτά, ἕνα σημείωμα τοῦ λογίου οἰκονομολόγου Ἀνδρέα Τσιφτσιάν, γιά τόν παπποῦ του. Τό διάβασα καί μέ συγκλόνισε. Καί τό μοιράζομαι μαζί σας, ἀγαπητοί, σήμερα, Μεγάλη Δευτέρα, σέ ἐποχές δοκιμασίας…

«… Κάπως ἔτσι, μέσα σ’ αυτή τήν φωτιά “πέρασε” κι ὁ παπποῦς μου στήν Ἑλλάδα γιά νά γλυτώσει. Δέν ὑπάρχει σέ κανένα βιβλίο ἡ ἱστορία του. Δέν θά τήν διαβάσετε κάπου ἀλλοῦ. Ὑπάρχει, ὅμως, στήν ψυχή μας μέσα ἀπό τίς ἀφηγήσεις του. Δέν μιλοῦσε πολύ ὁ παπποῦς.

Ἀλλά τήν δική του ἱστορία θέλω νά σᾶς διηγηθῶ. Εἶναι ἕνας ἐλάχιστος φόρος τιμῆς στήν μνήμη του.

Ἔφτασε στήν Πόλη, ἀπό τήν Θεοδοσιούπολη ἤ ἀλλιῶς Ἐρζερούμ (Ἔρζ+Ρούμ, ἡ πόλη τῶν Ρωμιῶν), γιά νά πάρει τό πλοῖο γιά τήν Εὐρώπη. Ἀπό ἐκεῖ κρατάει ἡ σκούφια μας. Ἀπό τήν ἀρμενική συνοικία τῆς Πόλης. Τόν δρόμο τόν ἔκανε μέ τά πόδια. Ἔφυγε, ἀφοῦ ἔψαξε νά βρεῖ τά κεφάλια τῶν γονιῶν του, χωρίς ἀποτέλεσμα. Τούς βρῆκε σπίτι ἀκέφαλους καί τούς ἄφησε ἄταφους. Δώδεκα χρονῶν. Μεγαλοτσιφλικᾶδες νοικοκυραῖοι μέ περιουσία μεγάλη. Καί ξαφνικά… μόνος χωρίς τίποτα. Ἀπ’ τήν μία μέρα στήν ἄλλη. Ἔτσι ἔφυγε, χωρίς ἀποχαιρετισμό. Ταξίδι χωρίς γυρισμό γιά μιά νέα Πατρίδα, πού οὔτε ἤξερε ποιά θά ἦταν! Ὁ παπποῦς γλύτωσε, γιατί προσποιήθηκε τό τουρκάκι. Εἶπε ψέματα καί μπῆκε σέ ὀρφανοτροφεῖο τῆς Πόλης. Στήν Πόλη, μετά ἀπό περιπέτειες, μπούκαρε μαζί μέ ἄλλους σέ ἕνα γαλλικό πλοῖο γιά τήν Μασσαλία. Χώθηκε στά ἀμπάρια λαθρεπιβάτης, μέσα σέ κάτι βαρέλια, κρυφά. Ἕνας παράνομος. Ὅταν ἔπιασε λιμάνι, ὁ παπποῦς πήδηξε, νομίζοντας ὅτι ἔφτασε στήν Μασσαλία. Μετά ἀπό λίγο ἔμαθε ποῦ βρίσκεται.

“Ποῦ εἶμαι ἐδῶ;” ρώτησε. “Στήν Ἑλλάδα, στό Λαύριο!”.

Δούλεψε στά μεταλλεῖα κι ἔγινε ἀρχιεργάτης. Αὐτός εἶχε τά κουμάντα. Ἔκοβε κι ἔραβε ὁ παπποῦς. Ἔτσι μᾶς ἔμαθε κι ἐμᾶς, νά σηκωνόμαστε ὅταν πέφτουμε. “Νά μήν φοβᾶσαι νά πέσεις, νά φοβᾶσαι νά μήν μπορεῖς νά σηκωθεῖς”, ἔλεγε. Στά μέρη μας, στήν Δυτική Μακεδονία, ἦρθε ὅταν βρέθηκαν τά κοιτάσματα χρωμίου. Ἐκεῖ πάντρεψαν τόν “ξένο” μέ τήν γιαγιά μου. Ὀρφανή κι αὐτή. Δέν τήν διάλεξε ὁ παπποῦς τήν Ἑλλάδα. Αὐτή τόν διάλεξε. Φτωχομάνα, μά τόν ἀγκάλιασε. Ἦταν ἐπιτέλους ἐλεύθερος. Ἐλεύθερος! Αὐτή ἡ Πατρίδα, λοιπόν, γλύτωσε τόν παπποῦ μου ἀπό τήν τυραννία. Τῆς τό χρωστῶ. Γι’ αὐτό τήν πονῶ. Ἐλευθερία εἶναι ἡ Ἑλλάδα, μάνα πονεμένη κι αὐτή, ἅρπαξε στήν ἀγκαλιά της τόν ξένο καί τόν βύζαξε. Εἶδε σ’ αὐτόν τά δικά της παιδιά, πού κι αὐτηνῆς τῆς ἅρπαξαν. Πῶς νά τῆς τό ξεπληρώσω;

Ὁ παπποῦς δέν εἶχε τήν ἐπιλογή, ἀλλά ἄν ταξίδευα πίσω στόν χρόνο καί ἤμουν ἐκεῖ, μαζί του μέσα στ’ ἀμπάρια, θά τοῦ ψιθύριζα, “Πήδα ἐδῶ παπποῦ. Ἐδῶ ἔλα! Πήδα, ἐδῶ τελειώνει τό ταξίδι σου παπποῦ. ΕΦΤΑΣΕΣ!’’…

Αὐτός ἦταν ὁ παπποῦς μου… ὁ Ἀντρανίκ. Ὄχι, δέν μπερδεύτηκε. Κάποιον ψίθυρο θ’ ἄκουσε. Αὐτές τίς σειρές σοῦ τίς χρωστοῦσα, παπποῦ. Σ’ εὐχαριστῶ γιά τήν Πατρίδα πού μᾶς ἔδωσες!»…

Απόψεις

Σαμαρᾶς κατά «ραγιάδων» τῶν Ἀθηνῶν

Εφημερίς Εστία
Τί εἶπε ὁ πρώην Πρωθυπουργός κατά τῶν «ἐπαγγελματιῶν κατευναστῶν» χθές βράδυ στό «Σπίτι τῆς Κύπρου», σέ ἐκδήλωση γιά τό βιβλίο τοῦ Γιάννου Χαραλαμπίδη «ΕΟΚΑ Β΄ – Παρακράτος καί Χούντα» – «Γιατί ἡ Κυβέρνησις δέν ἀφιέρωσε τήν ἐφετινή χρονιά στήν προβολή τῆς ἐθνικῆς τραγωδίας;» – Βολές καί κατά Ντόρας: «Δέν ἐκφράζει τόν Ἑλληνισμό τό ψήφισμα γιά τό Κόσσοβο»

«Ὕφος», ἔπαρσις καί… πρωτόκολλα

Εφημερίς Εστία
Ο τρόπος μέ τόν ὁποῖο κατέληξε ὁ Δημήτριος Καλλιάνος ἀγγίζει ὅλους τούς Ἕλληνες, ἡ τοὐλάχιστον ἐκείνους πού εἶχαν σέ κάποια φάση τῆς ζωῆς τους τήν ἄτυχη ἐμπειρία νά εὑρεθοῦν, εἴτε οἱ ἴδιοι εἴτε κάποιος στενός συγγενής τους, σέ δημόσιο νοσοκομεῖο.

Ο Ιωάννης Καραγεώργης τιμήθηκε για την προσφορά του στο Φοιτητικό Οικοτροφείο της Αποστολικής Διακονίας

Εφημερίς Εστία
Υπερηφάνεια & κατάνυξη

Κακόγουστος παράστασις μέ κομπάρσο τόν Ἀρχιεπίσκοπο

Εφημερίς Εστία
Ἥμαρτον, Δέσποτα!

«Πράσινη ναυτιλία» καί πράσσειν ἄλογα…

Δημήτρης Καπράνος
Καί ξαφνικά ἔκαναν οἱ πολιτικοί μας τήν συγκλονιστική ἀνακάλυψη.