Δέκα χρόνια χωρίς τήν Μαρία τῆς Τζοκόντας…

Ὁ Ἰρλανδός μυθιστοριογράφος, ἀκαδημαϊκός, μεσαιωνοδίφης, κριτικός, δοκιμιογράφος, λαϊκός θεολόγος…

… ἕνας ἀπό τούς Χριστιανούς ἀπολογητές μέ τή μεγαλύτερη ἐπιρροή στήν ἐποχή μας, ἔχει γράψει: «Ἡ φιλία γεννιέται τή στιγμή ἐκείνη πού ἕνα ἄτομο λέει σέ ἕνα ἄλλο: “Τί; Κι ἐσύ; Νόμιζα ὅτι ἤμουν μόνο ἐγώ”»…

Πρίν κάμποσα χρόνια, βρέθηκα στήν Ἰαπωνία, στό νησί Ἰμαμπάρι, γιά τήν παραλαβή ἑνός νεότευκτου σκάφους τοῦ Ὁμίλου Τσάκου. Ταξίδεψα μόνος μου, μέσω Φρανκφούρτης καί Γιοκοχάμα, κι ὕστερα πῆρα δύο τραῖνα κι ἕνα βαπόρι μέχρι νά φθάσω, βράδυ καί ἐξαντλημένος, στό ξενοδοχεῖο.

Ἀνέβηκα ἀμέσως στό δωμάτιο καί ἔκανα ἕνα ζεστό μπάνιο. Σκέφτηκα νά μείνω μέσα, ἀλλά κάποια στιγμή ντύθηκα καί κατέβηκα στό «Λόμπυ»… Ζήτησα ἕνα ποτό καί μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ εἶδα ἕνα –σχετικά μικρό καί «ὄρθιο»– πιάνο στό βάθος. Ζήτησα ἀπό τήν ρεσεψιονίστ τήν ἄδεια «νά τό δοκιμάσω», πῆρα τό «ἐντάξει» καί κάθισα, προσπαθώντας νά παίξω κάποια σκόρπια ἀποσπάσματα ἀπό τό «Χαμόγελο τῆς Τζοκόντας» τοῦ Μάνου Χατζιδάκι. Καθώς βασάνιζα τά σκληρά γιαπωνέζικα πλῆκτρα, ἀκούω πίσω μου μιά φωνή «Παῖξε το “ὅταν ἔρχονται τά σύννεφα” ἄν τό καταφέρνεις»…

Γύρισα καί εἶδα τήν Μαρία, τήν κόρη τοῦ καπετάν Παναγιώτη καί τῆς ἰατροῦ Εἰρήνης Σαρόγλου-Τσάκου. «Σ’ ἀρέσει κι ἐσένα ὁ Χατζιδάκις;» τήν ρώτησα. «Μοῦ ἀρέσει πολύ ἡ Τζοκόντα του» μοῦ ἀπάντησε καί κάθισε στήν πολυθρόνα, δίπλα στό πιάνο.

Θά ἔπαιξα κάπου μισή ὥρα ἤ καί περισσότερο καί ὅταν σταμάτησα, τήν ρώτησα: «Πῶς σοῦ φάνηκε;». Ἔσκασε ἕνα σαρδόνιο χαμόγελο καί μοῦ εἶπε «Εὐτυχῶς πού ὁ Χατζιδάκις σέ ἀκούει πλέον ἀπό πολύ μακρυά!»…

Ἄν εἶναι κάτι πού ἐκτιμῶ πάντα σέ ἕναν ἄνθρωπο, αὐτό εἶναι τό χιοῦμορ! Τό καλό, δηκτικό, κοφτερό χιοῦμορ. Καί ἡ συζήτηση μέ τήν Μαρία τράβηξε μέχρι ἀργά. Μιλήσαμε γιά Μουσική, γιά Ναυτιλία, γιά τόν Τύπο καί τήν πολιτική, γιά τήν Κούβα, τήν ὁποία ἔτυχε νά ἔχουμε ἐπισκεφθεῖ καί οἱ δύο…

Μέ εὐχαρίστηση διαπίστωσα ὅτι εἶχε –ὅπως καί ἐγώ– θετικές ἐντυπώσεις ἀπό τήν Kούβα καί τούς Κουβανούς, παρά τίς διαφωνίες μας γιά τό πολιτικό σύστημα τοῦ νησιοῦ.

Ζήτησα πάλι ἄδεια ἀπό τήν ἀμίλητη καί ἄχρωμη ρεσεψιονίστ καί παίδεψα κατ’ ἐξακολούθηση τά πλῆκτρα, γιά ἕναν σκοπό τῶν «Μπουένα Βίστα Σόσιαλ Κλούμπ».

Εἶδα πάλι ἐκεῖνο τό χαμόγελο καί ἔσπευσα. «Μή μοῦ πεῖς καί τώρα γιά τό πόσο μακρυά βρίσκεται ὁ Κομπάι γιατί ζοῦν ἀκόμη κάνα-δυό ἀπό τό συγκρότημα» τῆς εἶπα καί γελάσαμε…

«Μπά; Κι ἐσύ ἀγαπᾶς τούς “Μπουένα Βίστα;”» τῆς εἶπα καί ἔκτοτε ἀνταμώσαμε κάποιες ἀκόμη φορές, συζητώντας πάντα γιά μουσική καί Ναυτιλία. Θυμᾶμαι πού μέ ρώτησε ἄν ἔχω ἀσχοληθεῖ μέ τά τραγούδια τῆς θάλασσας.

Στήν κουβέντα βρήκαμε ὅτι τά περισσότερα ἑλληνικά τραγούδια ἔχουν τήν θάλασσα στούς στίχους καί πολλά τήν ἁρμύρα καί τό κῦμα στήν μελωδία τους…

Ἐκεῖνο τό πρωί, ἐνῶ βρισκόμουν μέ τό αὐτοκίνητο στό φανάρι τῆς Βασιλέως Γεωργίου μέ τήν Γρηγορίου Λαμπράκη, μέ κατεύθυνση τό ἐξοχικό στή Σαλαμῖνα, χτύπησε τό τηλέφωνό μου. Ἦταν ἡ Ἕλενα, ἡ «ψυχή» τῆς ἐπικοινωνίας στό Μαιευτήριο «Ρέα», μέ τό ὁποῖο εἶχα τότε συνεργασία. «Πέθανε ἡ φίλη σου, ἡ Μαρία Τσάκου!» μοῦ εἶπε…

Γύρισα σπίτι καί τό βράδυ, κοιτάζοντας τό φεγγάρι, γέμισα ἕνα ποτήρι κόκκινο κρασί καί ἔβαλα στό πίκ-ἄπ τό «Χαμόγελο τῆς Τζοκόντας». Πέρασαν ἀπό τότε δέκα χρόνια, χωρίς τήν Μαρία…

Απόψεις

Τό βρήκαμε τώρα: Γιά τά λάθη τῶν θεσμῶν φταίει ὁ «μηδενιστικός λαϊκισμός»!

Μανώλης Κοττάκης
Οἱ δικαστές κατηγοροῦν τούς πολῖτες ὅταν ἐκεῖνοι δέν καταλαβαίνουν τίς ἀποφάσεις τους – Τά κόμματα κατηγοροῦν τούς ἀντιπάλους τους ὅταν ἐκπίπτουν οἱ προσδοκίες πού καλλιεργοῦν

Ἡ ματαίωση ἑνός ταξιδίου

Εφημερίς Εστία
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΙ οἱ Τουρκολάγνοι ἀναλυτές γιά τά αἴτια τῆς ματαίωσης τοῦ ταξιδίου τοῦ Τούρκου Προέδρου Ταγήπ Ἐρντογάν στήν Οὐάσιγκτων.

Βιαία καταστολή καί συλλήψεις στά ἀμερικανικά πανεπιστήμια

Εφημερίς Εστία
Νέα Ὑόρκη.– Ἡ ἐπέκτασις τῶν διαδηλώσεων κατά τοῦ πολέμου στήν Λωρίδα τῆς Γάζας σέ ὅλο καί μεγαλύτερο ἀριθμό πανεπιστημίων στίς ΗΠΑ ἀνεκόπη μέ ἀστυνομικές ἐπιχειρήσεις, οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν σέ χίλιες ἑξακόσιες, μέχρι στιγμῆς, καθώς ἐπίσης καί στήν ἐκκένωση τῶν ἀκαδημαϊκῶν χώρων πού τελοῦσαν γιά μέρες ὑπό κατάληψιν.

Πρωτομαγιά στό ὑπερῶον τοῦ σοῦπερ μάρκετ

Δημήτρης Καπράνος
Πήραμε τό αὐτοκίνητο γιά νά κατέβουμε στό κέντρο. Ὁ καθένας εἶχε νά πάει στήν δική του δουλειά. Στήν Κάνιγγος, πρός τό Πασαλιμάνι, μᾶς κόβει μιά τροχονόμος.

Σάββατον, 2 Μαΐου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΦΕΤΕΡΙΣΤΑΙ