ΠΡΟΧΘΕΣ τό βράδυ ἀποφάσισα μέ βαρειά καρδιά νά ἀποχωρήσω ἀπό πάνελ τῆς δημόσιας τηλεόρασης, στό ὁποῖο, παρόντος τοῦ ὑπουργοῦ Ἐπικρατείας Δημήτρη Τζανακόπουλου…
… ἐσυζητεῖτο ἡ ἐπιστολή Καραμανλῆ πρός Μπούς γιά τό Σκοπιανό. Δέν πρόκειται νά μπῶ στήν οὐσία τοῦ ἐπεισοδίου οὔτε νά ἀντιδικήσω μέ συνάδελφό μου δημοσίως – εἶναι πάγια ἀρχή μου, ἀπό τήν ὁποία σπανίως παρεκκλίνω. Προσπερνῶ τό θέμα –περιορίζομαι νά σημειώσω μόνο ὅτι οἱ δημοσιογράφοι ἐκτός ἀπό ἐρωτήσεις ἔχουμε καί ἄποψη γιά τά πράγματα– καί σπεύδω νά σᾶς ἐξηγήσω τί προσπάθησα νά πῶ. Ἐπιχείρησα νά κάνω δύο πράγματα.
Πρῶτον νά καταθέσω τήν μαρτυρία μου γιά τά γεγονότα, καθώς ὡς ἀρχισυντάκτης καί Διευθυντής Σύνταξης τῆς «Ἀπογευματινῆς» εἶχα ἀκολουθήσει τόν Κώστα Καραμανλῆ σέ ὅλα σχεδόν τά ταξίδια του στόν κόσμο (Οὐάσιγκτων, Νέα Ὑόρκη, Μόσχα, Πεκῖνο, Παρίσι κ.λπ.), εἶχα συνομιλήσει ἀρκετές φορές μαζί του γιά μείζονα θέματα καί εἶχα καλή γνώση τοῦ διπλωματικοῦ παρασκηνίου τῆς ἐποχῆς. Πρίν φθάσω, λοιπόν, στήν ἐρώτηση πρός τόν ὑπουργό Ἐπικρατείας, θύμησα ὅτι τήν ἐπίμαχη ὀνομασία «Μακεδονία-Σκόπια» τήν φόρτωσε στήν πλάτη τῆς ἑλληνικῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς ὁ Κώστας Σημίτης μέ ρητή ὁδηγία του στόν εἰδικό διαπραγματευτή Χρῆστο Ζαχαράκι (αὐτό πρόλαβα νά τό πῶ), ὅτι ὁ Καραμανλῆς πλήρωσε τήν ἀντίρρησή του στό σχέδιο Ἀννάν μέ ὑποκλοπές καί ἀναγνώριση τῶν Σκοπίων ὡς «Μακεδονία» ἀπό τίς ΗΠΑ, ὅτι ἡ ἀποδοχή τοῦ πλαισίου Νίμιτς ἦταν πράγματι τακτική κίνηση, γιατί ὁ Πέτρος Μολυβιάτης γνώριζε ἐκ τῶν προτέρων πώς θά τήν ἀπορρίψουν οἱ Σκοπιανοί, καί πώς ἐν τέλει ἡ ἐπιστολή Καραμανλῆ πρός Μπούς (ἕναν μῆνα μετά τόν ἐντοπισμό καί τήν ἀποκάλυψη τοῦ δικτύου τῶν ὑποκλοπῶν τῶν ΗΠΑ ἐναντίον του τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2005) ἦταν μία κίνηση πού ἀφοροῦσε τίς ἑλληνοαμερικανικές σχέσεις στό σύνολό τους. Περισσότερο ἀπό πέντε λεπτά γιά ὅλο αὐτό χωρίς διακοπές δέν χρειαζόμουν. Ἔπειτα, θά ρωτοῦσα τόν εὐερέθιστο ἀγαπητό Τζανακόπουλο, ἀπό τό Μέγαρο τοῦ ὁποίου (Ἀρχεῖο Διπλωματικῆς Ὑπηρεσίας Πρωθυπουργοῦ) διέρρευσε ἡ ἐπιστολή, ἄν τήν διάβασαν καλά πρίν τήν δώσουν στήν δημοσιότητα (καί καλό εἶναι νά μήν ἀρνοῦνται τήν διαρροή, γιατί ἄλλοι πιθανοί δρᾶστες στό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν, Συριζαῖοι, μᾶς ἔδειξαν ἀμέσως τό Μαξίμου). Θά ρωτοῦσα, λοιπόν, τόν ἀγαπητό Δημήτρη, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τό σύνθημα γιά τήν διακοπή μου (δέν ἔχω πρόβλημα μέ τόν τραμπουκισμό του, εἶμαι μαθημένος ἀπό τά ἀμφιθέατρα σέ κάτι τέτοια), τά ἑξῆς:
-Τήν διαβάσατε τήν ἐπιστολή Καραμανλῆ πρός Μπούς πρίν τήν δώσετε στήν δημοσιότητα; Ἄν ναί, γιατί δέν διακρίνατε σέ αὐτήν, ἀπό τό 2005 παρακαλῶ (νά γιατί ἦταν τακτική κίνηση εὐρύτερης στρατηγικῆς), τήν ἀπειλή τοῦ Πρωθυπουργοῦ γιά τό μελλοντικό βέτο, στό σημεῖο πού ἔλεγε στόν Μπούς ὅτι τυχόν λύση γιά τό ὄνομα «θά ἄρει ἕνα μεῖζον ἐμπόδιο πού βρίσκεται στόν δρόμο τῆς ἐνσωμάτωσης τῆς πρώην Γιουγκοσλαβικῆς Δημοκρατίας τῆς Μακεδονίας στίς εὐρωατλαντικές δομές;». Γιατί δέν τό διαβάσατε αὐτό, ἀγαπητέ κύριε Τζανακόπουλε; Γιατί δέν προσέξατε πώς ἀναφερόταν σέ «προσχέδιο ἀπόφασης τοῦ Συμβουλίου Ἀσφαλείας τοῦ ΟΗΕ», στό ὁποῖο, ὡς γνωστόν, μετέχουν Κίνα-Ρωσσία, μέ ὅ,τι αὐτό σημαίνει; (Οἱ Πρέσπες δέν πέρασαν ἀπό Συμβούλιο Ἀσφαλείας.) Γιατί δέν διαβάσατε τό ρῆμα στήν φράση Καραμανλῆ «αὐτή ἡ πρόταση ἀπέχει ἀπό τίς θέσεις μας, ἀλλά θά ἤμασταν ἕτοιμοι νά τήν δεχτοῦμε ὡς βάση συζήτησης γιά τήν ἐπίτευξη λύσης»; Δέν σᾶς ἔκανε ἐντύπωση πώς τά Σκόπια τήν ἀπέρριψαν; Αὐτά τά ἐξόχως «ἐπικίνδυνα» γιά τόν τόπο καί τήν δημοκρατία θά ρωτοῦσα. Γιά νά ἀποδείξω ὅτι πολλά μικρά «ἴσως» στήν ἐξωτερική πολιτική ὁδηγοῦν σέ ἕνα μεγάλο «ὄχι». Ἀντιθέτως, πολλά ἡρωικά ἀστόχαστα «ὄχι» ὁδηγοῦν σέ ἕνα μεγάλο καί ταπεινωτικό «ναί», ὅπως τόν Ἰούλιο τοῦ 2015.
Ἐπιπροσθέτως, εἶχα τήν πρόθεση νά ρωτήσω τόν κ. Τζανακόπουλο στήν πορεία τῆς συζήτησης. Τήν δεύτερη ἐπιστολή Καραμανλῆ πρός Μπούς τῆς 31ης Μαρτίου 2008, μέ τήν ὁποία ξεκαθαρίζει πώς θά βάλει τό βέτο ἐξ αἰτίας τοῦ ὀνόματος «Μακεδονία» καί τῆς σύνδεσής του μέ ἀλυτρωτισμό, γιατί δέν τήν δώσατε καί αὐτήν στήν δημοσιότητα; Μήπως διότι τίς στιγμές ἐκεῖνες, τήν ἄνοιξη τοῦ 2008, πού ὁ πρώην Πρωθυπουργός ἔπαιζε τό κεφάλι του κορώνα γράμματα λέγοντας «ὄχι», στό ὄνομα τῶν ἀγέννητων καί τῶν νεκρῶν αὐτῆς τῆς χώρας, κάποια παιδάκια τῆς νεολαίας τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ἑλληνόπουλα κατά τά λοιπά, ἐπί ἡγεσίας Τζανακόπουλου ἔκαναν πορεία μέσα στά Σκόπια ζητώντας «ἀναγνώριση μακεδονικῆς μειονότητας καί μακεδονικοῦ ἔθνους»!
Δυστυχῶς, δέν τά κατάφερα νά μιλήσω. Στό διάλειμμα, μέ κρύο αἷμα συνειδητοποίησα πώς δέν θά τά κατάφερνα οὔτε μετά. Γι’ αὐτό καί ἔφυγα. Ἦταν μιά κακή στιγμή γιά ὅλους μας. Δέν πιστεύω στίς ἀποχωρήσεις καί στίς ἐντάσεις. Ὅλη μου ἡ πορεία τό μαρτυρᾶ. Ὄφειλα, ὅμως, νά διαφυλάξω τήν προσωπική μου ἀξιοπρέπεια. Ἄν ἡ συζήτηση ἦταν γιά τό ἔλλειμμα, θά μοῦ ἦταν ἀδιάφορο. Ἐκεῖ θά ἤμουν ἀκόμη. Ἀλλά ἐπρόκειτο γιά μιά συζήτηση γιά τήν πατρίδα καί γιά τήν ἀνεξαρτησία. Οὔτε κάν γιά τόν Καραμανλῆ. Μιά συζήτηση πού, ναί, ἤθελε πέντε λεπτά παραπάνω ἀπό ἕνα λεπτό πού ἀπαιτεῖται νά διατυπώσεις μιά φράση ἀπό τό τζούκ μπόξ τῶν sos ἐρωτήσεων. Θέλει βάσανο ἡ ἀλήθεια. Τό ὁμολογῶ. Ἡ δέ ἐλευθερία καί ἡ δημοκρατία δέν μετρῶνται μέ τό δευτερόλεπτο καί μέ τήν ἀτάκα. Μᾶλλον δέν ἔγινα ἀντιληπτός. Ποῦ θά πάει; Θά γίνω κάποτε!