Η ΓΑΛΛΙΚΗ Ἐπανάσταση τοῦ 1789 σημάδεψε ἀνεξίτηλα, θετικά καί ἀρνητικά τήν μετέπειτα πορεία τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἀκολουθοῦν μερικές ἀναφορές καί σκέψεις πού διατύπωσαν πρωταγωνιστές ἤ κορυφαῖες πνευματικές προσωπικότητες τῆς ἱστορικῆς ἐκείνης περιόδου.
Ὁ Jean Paul Marat ἔχει μείνει στήν ἱστορία ὡς τέρας ἀπανθρωπιᾶς. Στό «Σχέδιο ποινικῆς νομοθεσίας» (1780) διερωτᾶται: «Μέ ποιόν τίτλο οἰκειοποιεῖστε μία γωνιά τῆς γῆς αὐτῆς (…) Μόνον ὕστερα ἀπό μία ἴση ἀνακατανομή τοῦ ὅλου θά μποροῦσε νά ὁρισθεῖ ἡ μερίδα πού σᾶς ἀναλογεῖ». Καί στό φυλλάδιό του «Τό Σύνταγμα» («La Constitution», 1789) σημειώνει: «Ὁ ἄνθρωπος πού τοῦ λείπουν τά πάντα ἔχει τό δικαίωμα νά ἀποσπάσει ἀπό ἕναν ἄλλο τό περίσσευμα πού ξεχειλίζει. Τί λέω; Ἔχει τό δικαίωμα νά τοῦ ἀποσπάσει καί ὅ,τι εἶναι ἀναγκαῖο σέ ἐκεῖνον, ἔχει τό δικαίωμα –ἀντί νά πεθάνει ἀπό τήν πεῖνα– νά τόν σφάξει καί νά καταβροχθίσει τήν ἀσπαίρουσα σάρκα του» καί (σέ ὑποσημείωση) «ὅποιο ἔγκλημα κι ἄν διαπράττει ὁ ἄνθρωπος, ὅποια προσβολή κι ἄν ἐπιχειρεῖ κατά τῶν ὁμοίων του, δέν ταράζει τήν τάξη τῆς φύσεως περισσότερο ἀπό ὅ,τι τό κάνει ἕνας λύκος ὅταν πνίγει ἕνα ἀρνί». (!)
Ὁ διαβόητος Saint-Just πίστευε ὅτι «δέν χρειάζονται οὔτε πλούσιοι οὔτε φτωχοί… ἡ εὐμάρεια εἶναι ἀτιμία! Ὁ δημόσιος κατήγορος στήν δίκη τῶν Γιρονδίνων Fouquier-Tinville ζήτησε «νά ἀπαλλαγεῖ τό Ἐπαναστατικό Δικαστήριο ἀπό τούς τύπους πού πνίγουν τήν συνείδησή του». Τό δικαστήριο «ἔχον ἐπαρκῶς διαφωτισθεῖ» καταδίκασε σέ θάνατο ὅλους τούς κατηγορουμένους. Ἕνας ἐξ αὐτῶν, ὁ παλαιός ἀξιωματικός Charles Valazé, τρύπησε τήν καρδιά του μέ ἕνα στιλέτο, κρυμμένο μέσα στά χαρτιά πού εἶχε προετοιμάσει γιά τήν ὑπεράσπισή του. «Ὤ, Ἐλευθερία! Πόσα ἐγκλήματα διαπράττονται ἐν ὀνόματί σου!», ὅπως εἶπε ἡ ἐπίσης ὁδηγηθεῖσα στήν γκιλοτίνα Madame Roland.
Ὁ Edmund Burke στό ἔργο του «Reflections on the Revolution in France» (1790) τονίζει: «Χρειάζεται χρόνος γιά νά παραχθεῖ ἡ ἑνότητα ἐκείνη τῶν πνευμάτων πού αὐτή μόνη μπορεῖ νά παραγάγει ὅσα ἀγαθά ἐπιδιώκουμε. Ἡ ὑπομονή μας θά κατορθώσει περισσότερα ἀπό τήν βιαιότητά μας… Ἡ καλή ἤ κακή ἐπιτυχία τοῦ πρώτου βήματος μᾶς παρέχει φῶς γιά τό δεύτερο, καί ἔτσι, ἀπό φῶς σέ φῶς, ὁδηγούμαστε μέ ἀσφάλεια σέ ὁλόκληρη τήν διαδρομή».
Καί ἄς ὁλοκληρώσουμε, λόγω στενότητας χώρου, μέ τίς σκέψεις δύο ἔξοχων Γερμανῶν. Ὁ Friedrich Schiller ἔχει γράψει (1782): «Ὅποιος μᾶς ἐπιβάλλει τήν βία, δέν μᾶς ἀμφισβητεῖ τίποτε λιγότερο ἀπό τήν ἀνθρωπιά, καί ὅποιος ὑφίσταται τήν βία, μέ τρόπο δειλό, ἀπορρίπτει ὁ ἴδιος τήν ἀνθρωπιά του». Καί ὁ Wolfgang Goethe, στό ἔργο του «Hermann und Dorothea» (1797): «… Ὅποιος, σέ καιρούς πού τρικλίζουν, τρικλίζει στίς σκέψεις του, μεγαλώνει τό κακό καί ὅλο πιό πέρα τό ἐξαπλώνει. Ἀλλά ὅποιος μένει σταθερός μέσα του, αὐτός πλάθει τόν κόσμο»…
*Νομικός – Οἰκονομολόγος