Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 6 Νοεμβρίου 1923
Εἶνε περίεργον αὐτό, ποῦ συμβαίνει μέ τάς λέξεις. Μιά λέξις ἔξαφνα νέα ἤ λησμονημένη ρίπτεται εἰς τήν κυκλοφορίαν, διά νά ἐξυπηρετήσῃ ὡρισμένην συνεννόησιν ἐπί ὡρισμένης καταστάσεως. Οἱ περισσότεροι καλά-καλά δέν γνωρίζουν τήν σημασίαν της, ἐρωτοῦν τί σημαίνει ἤ δέν ἐρωτοῦν καθόλου καί ἐνοχλοῦνται ἁπλῶς ἀπό τόν νεωτερισμόν. Σιγά-σιγά, ἡ κυκλοφορία τῆς λέξεως αὐξάνει.
Ἀποκτᾶ κάποιαν δημοτικότητα. Μέ τόν καιρόν καταντᾶ νόμισμα ἀναγκαστικῆς κυκλοφορίας. Εἰσέρχεται εἰς τήν γενικήν χρῆσιν. Γίνεται ἀπαραίτητη. Καί τότε παύει πλέον νά ἐξυπηρετῇ ὡρισμένην κυριολεξίαν. Σημαίνει ὅλα τά πράγματα καί μερικά ἄλλα ἀκόμη. Δέν εἶνε πλέον λέξις. Εἶνε ὁ «ὀλίγος μαϊντανός», ὁ εἰσερχόμενος εἰς ὅλας τάς συνταγάς τῆς μαγειρικῆς.
Ἡ λέξις τῆς ἡμέρας σήμερον δέν πιστεύω νά ἀγνοῇ κανείς ποιά εἶνε. Ὁ παράγων! Αἱ περίφημοι ζυμώσεις καί αἱ καταστάσεις, αἱ προκύπτουσαι ἀπό τάς περιφήμους ζυμώσεις, τήν ἐδημιούργησαν.
Δέν πιάνει κανείς μίαν ἐφημερίδα εἰς τό χέρι του, χωρίς νά τήν συναντήσῃ εἰς τό ἄρθρον, τό χρονογράφημα, τό μικρόν χρονικόν, τήν εἴδησιν, τό τηλεγράφημα καί τήν ἀγγελίαν ἀκόμη. Δέν παρακολουθεῖ μίαν συζήτησιν, μίαν ὁμιλίαν ἕναν καυγᾶν, χωρίς νά τήν ἀκούσῃ δέκα φορές τό δευτερόλεπτον. Κλίνεται εἰς ὅλους τούς ἀριθμούς καί εἰς ὅλας τάς πτώσεις. Ὁ παράγων, τοῦ παράγοντος, τόν παράγοντα, οἱ παράγοντες, τῶν παραγόντων. Ὦ, παράγοντες λαμπρότατοι! Κατεκτήσατε ὁριστικῶς τήν ζωήν μας.
-Πότε θά τελειώσῃ, ἐπί τέλους, τό συνοικέσιον τῆς Μαρίκας;
-Μά εἶνε σχεδόν τελειωμένο! Ὑπάρχουν ὅμως μερικοί παράγοντες, τῶν ὁποίων ἀπαιτεῖται ἡ συγκατάθεσις.
-Πρόκειται περί σπουδαίων παραγόντων;
-Σπουδαιοτάτων μάλιστα! Ἐν πρώτοις, εἶνε ὁ παράγων τῶν πεθερικῶν. Καί ἐννοεῖται ὅτι ὁ παράγων αὐτός σχετίζεται μέ τόν χρηματικόν παράγοντα. Πῶς θά ζήσουν τά παιδιά; Ἡ Μαρίκα δέν ἔχει προῖκα. Ἐάν οἱ γονεῖς τοῦ γαμβροῦ τόν ἀποκληρώσουνι τί θά γίνῃ; Εἰς τήν ζωήν σήμερα, καθώς γνωρίζετε, ὁ σπουδαιότερος παράγων εἶνε τό χρῆμα. Καί διά τήν συζυγικήν εὐτυχίαν ὁ κύριος παράγων.
-Ὅσο γι’ αὐτό, ἀγαπητή μου, θά μοῦ ἐπιτρέψῃς νά διαφωνήσω. Ὁ κύριος παράγων διά τήν συζυγικήν εὐτυχίαν εἶνε ὁ ἔρως. Ὅλα τά ἄλλα μπορεῖ νά εἶνε ἀξιόλογοι παράγοντες, ἀλλά παράγοντες ὁπωσδήποτε δευτερεύοντες.
-Καί ὁ θεῖος τῆς Ἀμερικῆς τί ἀπέγινεν;
-Αὐτός μάλιστα! Αὐτός εἶνε σημαντικώτατος παράγων. Ἄν ἀποφασίσῃ νά τά τινάξῃ ἐγκαίρως…
-Ὑπολογίζετε, λοιπόν, ἐπί τοῦ παράγοντος τοῦ θανάτου;
-Ἀφοῦ δέν εἶνε δυνατόν νά ὑπολογίσῃ κανείς ἐπί τοῦ παράγοντος τῆς ζωῆς, τί θέλετε νά γίνῃ; Ὁ θεῖος εἶνε τρομερός τσιφούτης. Καί ἡ φιλαργυρία τῶν θείων εἶνε τρομερός παράγων διά τήν εὐτυχίαν τῶν ἀνεψιῶν.
Τό συμπέρασμα ὑπῆρξεν ὅτι ἡ εὐτυχία τῆς Μαρίκας, ὅπως καί ἡ εὐτυχία τῆς Ἑλλάδος, ἐξαρτᾶται ἀπό ἕνα πλῆθος παραγόντων. Ἐν τῷ μεταξύ, ἄς περιμένωμεν καί ἄς εὐχώμεθα διά τήν εὐτυχίαν καί τῶν δύο. Ἀλλά ὁ φίλος μέ τόν ὁποῖον εἴχαμεν τήν εὐτυχίαν νά παρακολουθήσωμεν τόν προηγηθέντα διάλογον, δέν ἔχει ὄρεξιν νά εὐχηθῇ καμμίαν ξένην εὐτυχίαν.
-Ἐγώ, φίλε μου, κυττάζω τά χάλια μου! Αὐτή δέν εἶνε κατάστασις, ἐπί τέλους. Φαντάσου, ὅτι εἶμαι ὑποχρεωμένος σήμερον νά γευματίσω οἰκογενειακῶς εἰς τό ξενοδοχεῖον, χωρίς νά ἔχω καμμίαν διάθεσιν διά παρομοίαν πολυτέλειαν. Ἀλλά ἡ μαγείρισσά μου, βλέπεις, μέ ἐγκατέλειψε, χωρίς καμμίαν προειδοποίησιν, συμπαρασύρασα καί τήν ὑπηρέτριαν. Ἔχασα, δηλαδή, διά μιᾶς τούς δύο κυριωτέρους παράγοντας τοῦ σπιτιοῦ μου.
Ἀλλά θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀφήσω τόν φίλον μου καί τούς παράγοντάς του, διότι τό μελάνι ἐξηντλήθη εἰς τόν στυλογράφον μου. Καί τό μελάνι εἶνε ἀπαραίτητος παράγων διά τόν στυλογράφον.
Διότι, ἐπί τέλους, χωρίς τόν παράγοντα τοῦ πνεύματος ἠμπορεῖ νά γραφῇ ἕνα χρονογράφημα, ἐνῷ, χωρίς τόν παράγοντα τῆς μελάνης, ὅλοι οἱ ἄλλοι παράγοντες κλπ. κλπ.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ