ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Η ΝΕΡΟΠΟΝΤΗ

Ἡ προχθεσινή νεροποντή δέν ἐτέθη μόνον, μέ μοναδικήν ταχύτητα καί ζῆλον, εἰς τήν ὑπηρεσίαν τοῦ ὑπουργείου τῶν Ἐσωτερικῶν διά τό τόσον ἐπεῖγον ἔργον τοῦ καθαρισμοῦ δρόμων, ὑπονόμων, οἰκοπέδων, κεραμιδιῶν, τοίχων, αὐλῶν καί σύμπαντος τοῦ σταύλου τοῦ Ἀθηναϊκοῦ Αὐγείου.

Δέν ἐξετέλεσε μόνον γενικήν μπουγάδαν τῶν ἀπ’ αἰῶνος ἀπλύτων τῆς πρωτευούσης καί τῶν περιχώρων. Δέν παρουσίασε μόνον, ἐντός μιᾶς ἡμέρας, μέ ὄψιν ἀναδυομένης Ἀφροδίτης τήν αἰωνίαν αὐτήν κατσιβέλαν τήν ὀνομαζομένην Ἀθῆναι. Δέν ἔκαμε μόνον τήν ἀτμόσφαιραν κρύσταλλον, τόν οὐρανόν καθρέπτην καί τά δένδρα… πράσινα. Μᾶς ἔδωκε καί θεάματα μοναδικά.

Ἀλλά τό μοναδικώτερον θέαμα τό εἶδαν οἱ γείτονες Φαληρεῖς καί ὅσοι ἔτυχε νά παρευρεθοῦν ἐκεῖ μεταξύ 8-12 πρωϊνῆς. Τά νερά τοῦ Κηφισσοῦ, τά ὁποῖα ἔπνιγαν ἄλλοτε τά Καμίνια καί μετέβαλλαν ὁλόκληρον τό ἁλίπεδον εἰς Βενέτσια σούλ μάρε, ἀπό τήν ὁποίαν δέν ἔλειπαν οὔτε αἱ αὐτοσχέδιοι δογικαί γόνδολαι, ἐξώρμησαν καί πάλιν καί ἐχύθησαν εἰς τήν διώρυγα τῶν ἀντιπλημμυρικῶν ἔργων τῆς Λιμενικῆς, ἡ ὁποία διῶρυξ ἔχει ἀναλάβει, ὡς γνωστόν, νά σώσῃ τόν κόσμον ἀπό νέον κατακλυσμόν καί ὅπως δήποτε ἐκράτησεν ἕως τώρα τήν ὑπόσχεσίν της. Ἀλλά κἄτι ἔκτακτον συνέβη τήν φοράν αὐτήν. Ἡ διῶρυξ, μεταξύ Μοσχάτου καί Φαληρικῆς ἀκτῆς, ζευγνύεται ἀπό δύο-τρεῖς ξύλινες γέφυρες, ποῦ κατά τά τελευταῖα ἔτη δέν εὑρίσκοντο πολύ καλά εἰς τήν ὑγείαν τους. Ἡ μία ἀπ’ αὐτές, παρά τό ἐργοστάσιον τοῦ Ἠλεκτρικοῦ, εἶχε καταρρεύσει κατά τό ἥμισυ καί εἶχε γύρει μονόπαντα, ὡς ξεπλατισμένον θηρίον. ᾙ ἄλλες δύο, ἄν δέν εἶχαν κοψομεσιασθῇ τόσον θλιβερά, ὅσον ἡ ἀδελφή τους, δέν ἐστέκοντο πολύ καλά στά σακατεμένα πόδια τους. Γεμᾶτες τρῦπες καί μπαλώματα, ἐσάλευαν, σάν τό φυλλοκάλαμον, ἐπάνω στά μελαγχολικά νερά. Καί ἐζητοῦσαν τόν Θάνατον, λυτρωτήν τῶν πόνων, ὅπως ἔλεγε καί ὁ παλαιός ποιητής. Ἡ προσευχή των εἰσηκούσθη ἐπί τέλους. Ἡ μανία τοῦ ἀφηνιασμένου νεροῦ τούς ἔβαλε μίαν τρικλοποδιά καί, καθώς δέν ἐχρειάζοντο καί πολύ γιά νά σωριασθοῦν στά ξεχαρβαλωμένα πόδια τους, ἐγκρεμοτσακίσθηκαν καί ᾑ τρεῖς, εἰς τό ἴδιον δευτερόλεπτον, ὡς ἐκ συνθήματος.

Τό τί ἔγεινε τότε δέν περιγράφεται. Ἡ περίφημος διῶρυξ ἔφραξεν ἀποστόμως εἰς τρία διάφορα σημεῖα. Τά νερά ἐξεμάνησαν. Ἐφούσκωσαν, ἐπάφλασαν, ἐρρόχθησαν, ἐξεχείλισαν καί κατέκλυσαν ὅ,τι εὑρῆκαν ἐμπρός τους: Χωράφια, περιβόλια, ἀγρούς, σπίτια, αὐλές, ὑπόγεια. Ταυτοχρόνως τό ρεῦμα κατεγίνετο, μέ ὅλα τά μέσα τῆς ὑδρομηχανικῆς ποῦ διέθετε, νά ξεφράξῃ τόν δρόμον του καί νά τραβήξῃ πρός τά ἐμπρός. Ἐπί τέλους τόν ἐξέφραξε. Καί τότε οἱ εὐτυχεῖς τζαμπατζῆδες τοῦ θεάματος εἶδαν νά κατρακυλοῦν πρός τήν θάλασσαν ξύλα, κούτσουρα, ντοῦγες, παλούκια, εἰς ἕνα δαιμονιῶδες ἀνακάτωμα. […]

Ἀλλά ἡ παράστασις δέν ἐτελείωσεν ἕως ἐδῶ. Εἰς διάστημα μιᾶς ὥρας, ὡς νά εἶχε σημάνει ἔξαφνα συναγερτήριον σάλπισμα, ἡ ἀμμουδιά ὁλόκληρη ἐγέμισεν ἀπό τά πλέον ἑτερόκλητα γένη τῶν ἀνθρώπων. Γέροι, γρῃοῦλες, γυναικοῦλες, παιδιά, ἐφωδιασμένοι μέ τσουβάλια, μέ καλάθια, μέ σχοινιά καί μέ γάντζους ἀκόμη, κατέκλυσαν τήν ἀκτήν. Μετ’ ὀλίγον δέν ἔβλεπε κανείς τίποτε ἄλλο παρά ἀνθρώπινα σχήματα σκυμμένα εἰς τήν ἄμμον καί χειρονομοῦντα μέ ὅλους τούς δυνατούς τρόπους. Εἰς ἔργον ὅλοι! Καί ἐμάζευαν. Τί ἐμάζευαν; Δρυός πεσούσης, πᾶς ἀνήρ ξυλεύεται, λέγει ἡ παροιμία. Ἀλλά καί γεφύρας πεσούσης, πᾶς ἀνήρ κάμνει τό ἴδιον, φαίνεται. Δέν ἐμάζευαν ὅμως μόνον ξύλα, κούτσουρα, καδρόνια, ντοῦγες, ὅπως θά μποροῦσε νά ὑποτεθῇ. Ἐμάζευαν καί φρύγανα, κάρβουνα, φουσκί, πράσινες ἐλῃές, ντομάτες, κόκκινες κολοκύθες καί πᾶσαν ἀγαθωσύνην. Διότι ἡ τρελλή νεροποντή δέν εἶχε ξερριζώσει μόνον τῇς δυστυχισμένες γέφυρες τῆς Λιμενικῆς. Εἶχε κάμει τόν γῦρόν της καί ἀπό τά γειτονικά περιβόλια. Καί, ἐπῆρε μαζῆ της, ὡς νά ἦτο Γερμανοβούλγαρος, ὅ,τι εὑρῆκε μπροστά της. Καί, ἀφοῦ τά ἐπῆρε, τά ἐκατρακύλισε πρός τήν θάλασσαν. Καί τά κύματα τῆς σοροκάδας τά παρέλαβαν. Σαρανταοκτώ ὧρες ἐπέρασαν ἔκτοτε, καί μαζεύουν ἀκόμη. Σήμερα τό πρωί εἶδα ἕνα παιδάκι νά σέρνῃ ἀπό πίσω του ἕνα καδρόνι τρεῖς φορές μεγαλείτερο ἀπό τό μπόι του. Ἔμοιαζε μέ μερμηγκάκι, ποῦ κουβαλεῖ στή φωλῃά του, μέ κόπους καί μόχθους, ἕνα φρύγανο, ὅταν λάμψῃ πάλι ὁ ἥλιος ἐπάνω ἀπό τόν κατακλυσμόν. Καί ἀπό πίσω ἡ μάννα του φορτωμένη μ’ ἕνα δεμάτι ξύλα. Τό τζάκι θά ἀνάψῃ αὐτά τά βράδια. Καί ὁ Ἥλιος ἐπεθεωροῦσε ἀπό ψηλά τό ἔργον τῆς καταστροφῆς καί τό ἔργον τῆς σωτηρίας.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Χάρτες μέ μειωμένες ἐπήρειες χωρίς χάραξη 12 μιλίων

Εφημερίς Εστία
Σέ …ὑποσημείωση, ὅτι ἡ Ἑλλάς δέν ἀπεμπολεῖ τό δικαίωμά της γιά ἐπέκταση – Εὐτυχῶς προβλέπει 100% ἐπήρεια στό Καστελλόριζο – Ἀντίδρασις τῆς Τουρκίας, ἐπειδή καταργεῖται τό «τουρκολιβυκό μνημόνιο» νοτίως τῆς Κρήτης καί ἀναγνωρίζεται ὅτι τά νησιά ἔχουν ὑφαλοκρηπῖδα

Ἴσα πέρα

Μανώλης Κοττάκης
TO 1982 διεξήχθησαν στό Μοντέγκο Mπαίυ τῆς Βραζιλίας οἱ ἐργασίες τῆς διασκέψεως γιά τό Δίκαιο τῆς Θάλασσας.

Ἡ Κομμισσιόν δέν περιέλαβε τήν Τουρκία στίς «ἀσφαλεῖς χῶρες»

Εφημερίς Εστία
Η ΚΟΜΜΙΣΣΙΟΝ δέν τόλμησε νά περιλάβει στόν κατάλογο τῶν «ἀσφαλῶν χωρῶν» πρός ἐπαναπροώθηση μεταναστῶν τήν Τουρκία, ὅπως ἔπραξε προσφάτως ἡ Ἑλλάς.

Ἡ Μεγάλη Πέμπτη τῶν ἀναμνήσεων…

Δημήτρης Καπράνος
Πάντα θά ἀγαπῶ τήν Μεγάλη Πέμπτη. Εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας πού ἔχει χαραχθεῖ στήν μνήμη μου περισσότερο ἀπό ὅλες τίς ἄλλες.

Σάββατον, 17 Ἀπριλίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΠΟΛΥΠΡΑΓΜΟΣΥΝΗ