ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Η ΝΕΡΟΠΟΝΤΗ

Ἡ προχθεσινή νεροποντή δέν ἐτέθη μόνον, μέ μοναδικήν ταχύτητα καί ζῆλον, εἰς τήν ὑπηρεσίαν τοῦ ὑπουργείου τῶν Ἐσωτερικῶν διά τό τόσον ἐπεῖγον ἔργον τοῦ καθαρισμοῦ δρόμων, ὑπονόμων, οἰκοπέδων, κεραμιδιῶν, τοίχων, αὐλῶν καί σύμπαντος τοῦ σταύλου τοῦ Ἀθηναϊκοῦ Αὐγείου.

Δέν ἐξετέλεσε μόνον γενικήν μπουγάδαν τῶν ἀπ’ αἰῶνος ἀπλύτων τῆς πρωτευούσης καί τῶν περιχώρων. Δέν παρουσίασε μόνον, ἐντός μιᾶς ἡμέρας, μέ ὄψιν ἀναδυομένης Ἀφροδίτης τήν αἰωνίαν αὐτήν κατσιβέλαν τήν ὀνομαζομένην Ἀθῆναι. Δέν ἔκαμε μόνον τήν ἀτμόσφαιραν κρύσταλλον, τόν οὐρανόν καθρέπτην καί τά δένδρα… πράσινα. Μᾶς ἔδωκε καί θεάματα μοναδικά.

Ἀλλά τό μοναδικώτερον θέαμα τό εἶδαν οἱ γείτονες Φαληρεῖς καί ὅσοι ἔτυχε νά παρευρεθοῦν ἐκεῖ μεταξύ 8-12 πρωϊνῆς. Τά νερά τοῦ Κηφισσοῦ, τά ὁποῖα ἔπνιγαν ἄλλοτε τά Καμίνια καί μετέβαλλαν ὁλόκληρον τό ἁλίπεδον εἰς Βενέτσια σούλ μάρε, ἀπό τήν ὁποίαν δέν ἔλειπαν οὔτε αἱ αὐτοσχέδιοι δογικαί γόνδολαι, ἐξώρμησαν καί πάλιν καί ἐχύθησαν εἰς τήν διώρυγα τῶν ἀντιπλημμυρικῶν ἔργων τῆς Λιμενικῆς, ἡ ὁποία διῶρυξ ἔχει ἀναλάβει, ὡς γνωστόν, νά σώσῃ τόν κόσμον ἀπό νέον κατακλυσμόν καί ὅπως δήποτε ἐκράτησεν ἕως τώρα τήν ὑπόσχεσίν της. Ἀλλά κἄτι ἔκτακτον συνέβη τήν φοράν αὐτήν. Ἡ διῶρυξ, μεταξύ Μοσχάτου καί Φαληρικῆς ἀκτῆς, ζευγνύεται ἀπό δύο-τρεῖς ξύλινες γέφυρες, ποῦ κατά τά τελευταῖα ἔτη δέν εὑρίσκοντο πολύ καλά εἰς τήν ὑγείαν τους. Ἡ μία ἀπ’ αὐτές, παρά τό ἐργοστάσιον τοῦ Ἠλεκτρικοῦ, εἶχε καταρρεύσει κατά τό ἥμισυ καί εἶχε γύρει μονόπαντα, ὡς ξεπλατισμένον θηρίον. ᾙ ἄλλες δύο, ἄν δέν εἶχαν κοψομεσιασθῇ τόσον θλιβερά, ὅσον ἡ ἀδελφή τους, δέν ἐστέκοντο πολύ καλά στά σακατεμένα πόδια τους. Γεμᾶτες τρῦπες καί μπαλώματα, ἐσάλευαν, σάν τό φυλλοκάλαμον, ἐπάνω στά μελαγχολικά νερά. Καί ἐζητοῦσαν τόν Θάνατον, λυτρωτήν τῶν πόνων, ὅπως ἔλεγε καί ὁ παλαιός ποιητής. Ἡ προσευχή των εἰσηκούσθη ἐπί τέλους. Ἡ μανία τοῦ ἀφηνιασμένου νεροῦ τούς ἔβαλε μίαν τρικλοποδιά καί, καθώς δέν ἐχρειάζοντο καί πολύ γιά νά σωριασθοῦν στά ξεχαρβαλωμένα πόδια τους, ἐγκρεμοτσακίσθηκαν καί ᾑ τρεῖς, εἰς τό ἴδιον δευτερόλεπτον, ὡς ἐκ συνθήματος.

Τό τί ἔγεινε τότε δέν περιγράφεται. Ἡ περίφημος διῶρυξ ἔφραξεν ἀποστόμως εἰς τρία διάφορα σημεῖα. Τά νερά ἐξεμάνησαν. Ἐφούσκωσαν, ἐπάφλασαν, ἐρρόχθησαν, ἐξεχείλισαν καί κατέκλυσαν ὅ,τι εὑρῆκαν ἐμπρός τους: Χωράφια, περιβόλια, ἀγρούς, σπίτια, αὐλές, ὑπόγεια. Ταυτοχρόνως τό ρεῦμα κατεγίνετο, μέ ὅλα τά μέσα τῆς ὑδρομηχανικῆς ποῦ διέθετε, νά ξεφράξῃ τόν δρόμον του καί νά τραβήξῃ πρός τά ἐμπρός. Ἐπί τέλους τόν ἐξέφραξε. Καί τότε οἱ εὐτυχεῖς τζαμπατζῆδες τοῦ θεάματος εἶδαν νά κατρακυλοῦν πρός τήν θάλασσαν ξύλα, κούτσουρα, ντοῦγες, παλούκια, εἰς ἕνα δαιμονιῶδες ἀνακάτωμα. […]

Ἀλλά ἡ παράστασις δέν ἐτελείωσεν ἕως ἐδῶ. Εἰς διάστημα μιᾶς ὥρας, ὡς νά εἶχε σημάνει ἔξαφνα συναγερτήριον σάλπισμα, ἡ ἀμμουδιά ὁλόκληρη ἐγέμισεν ἀπό τά πλέον ἑτερόκλητα γένη τῶν ἀνθρώπων. Γέροι, γρῃοῦλες, γυναικοῦλες, παιδιά, ἐφωδιασμένοι μέ τσουβάλια, μέ καλάθια, μέ σχοινιά καί μέ γάντζους ἀκόμη, κατέκλυσαν τήν ἀκτήν. Μετ’ ὀλίγον δέν ἔβλεπε κανείς τίποτε ἄλλο παρά ἀνθρώπινα σχήματα σκυμμένα εἰς τήν ἄμμον καί χειρονομοῦντα μέ ὅλους τούς δυνατούς τρόπους. Εἰς ἔργον ὅλοι! Καί ἐμάζευαν. Τί ἐμάζευαν; Δρυός πεσούσης, πᾶς ἀνήρ ξυλεύεται, λέγει ἡ παροιμία. Ἀλλά καί γεφύρας πεσούσης, πᾶς ἀνήρ κάμνει τό ἴδιον, φαίνεται. Δέν ἐμάζευαν ὅμως μόνον ξύλα, κούτσουρα, καδρόνια, ντοῦγες, ὅπως θά μποροῦσε νά ὑποτεθῇ. Ἐμάζευαν καί φρύγανα, κάρβουνα, φουσκί, πράσινες ἐλῃές, ντομάτες, κόκκινες κολοκύθες καί πᾶσαν ἀγαθωσύνην. Διότι ἡ τρελλή νεροποντή δέν εἶχε ξερριζώσει μόνον τῇς δυστυχισμένες γέφυρες τῆς Λιμενικῆς. Εἶχε κάμει τόν γῦρόν της καί ἀπό τά γειτονικά περιβόλια. Καί, ἐπῆρε μαζῆ της, ὡς νά ἦτο Γερμανοβούλγαρος, ὅ,τι εὑρῆκε μπροστά της. Καί, ἀφοῦ τά ἐπῆρε, τά ἐκατρακύλισε πρός τήν θάλασσαν. Καί τά κύματα τῆς σοροκάδας τά παρέλαβαν. Σαρανταοκτώ ὧρες ἐπέρασαν ἔκτοτε, καί μαζεύουν ἀκόμη. Σήμερα τό πρωί εἶδα ἕνα παιδάκι νά σέρνῃ ἀπό πίσω του ἕνα καδρόνι τρεῖς φορές μεγαλείτερο ἀπό τό μπόι του. Ἔμοιαζε μέ μερμηγκάκι, ποῦ κουβαλεῖ στή φωλῃά του, μέ κόπους καί μόχθους, ἕνα φρύγανο, ὅταν λάμψῃ πάλι ὁ ἥλιος ἐπάνω ἀπό τόν κατακλυσμόν. Καί ἀπό πίσω ἡ μάννα του φορτωμένη μ’ ἕνα δεμάτι ξύλα. Τό τζάκι θά ἀνάψῃ αὐτά τά βράδια. Καί ὁ Ἥλιος ἐπεθεωροῦσε ἀπό ψηλά τό ἔργον τῆς καταστροφῆς καί τό ἔργον τῆς σωτηρίας.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Τό ἀκραῖο κέντρο τοῦ Μακρόν «βάζει» σέ περιπέτεια τήν Εὐρωζώνη

Εφημερίς Εστία
Ὁ Πρόεδρος πού πρῶτα συμμάχησε καιροσκοπικῶς μέ τόν κομμουνιστή Μελανσόν, στόν δεύτερο γῦρο τῶν βουλευτικῶν ἐκλογῶν γιά νά ἀποτρέψει τήν νίκη τῆς Λέ Πέν καί ἔπειτα τόν «ἐξαπάτησε» μέ τόν διορισμό Μπαρνιέ, τώρα διαμαρτύρεται πού Ἀριστερά καί Δεξιά ἑνώθηκαν καί ἔρριξαν τήν κυβέρνηση

Tά «φάλτσα» τῆς Κάλλας

Εφημερίς Εστία
ΥΠΑΡΧΟΥΝ σήμερα τέσσερα κέντρα ἐξουσίας μέσα στήν Δύση.

1.256.578 αἰτήσεις γιά τό ἐπίδομα θερμάνσεως!

Εφημερίς Εστία
ΤΟ ΡΕΚΟΡ αἰτήσεων γιά ἐπίδομα θερμάνσεως πού ἔχουν ὑποβληθεῖ, δεικνύουν τό πραγματικό πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζουν τά περισσότερα ἀπό τά ἑλληνικά νοικοκυριά, ἐξ αἰτίας τῆς ἀκρίβειας.

Διώκεται ἐπιμόνως πλέον ὁ Χριστιανισμός

Δημήτρης Καπράνος
Εἶναι περίεργη θρησκεία ὁ Χριστιανισμός.

Σάββατον, 5 Δεκεμβρίου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
O ΚΟΣΜΟΣ ΑΝ ΤΟ ΑΛΑΣ ΜΩΡΑΝΘΗ…