Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΟΡΕΜΑ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 28 Ἰουνίου 1919

Εἰς τήν πρώτην τῶν «Ἀδελφῶν Καραμάζωφ» κἄποιος κύριος ἔρριψε τήν ἑξῆς ἀπροσδόκητον ἐρώτησιν πρός τόν διπλανόν του:

-Πές μου, στό Θεό σου, παρακαλῶ! Θά μποροῦσες ν’ ἀγαπήσῃς ποτέ μιά γυναῖκα ντυμένη κατ’ αὐτόν τόν τρόπον;

Καί τοῦ ἔδειξεν ἐπί σκηνῆς τήν δεσποινίδα Κατερίναν Ἰβάνοβνα Βερκότστβα, μέσα εἰς τό ἀπηρχαιωμένον ἔνδυμα τῆς ἐποχῆς της.

-Ἐσύ; τοῦ εἶπεν ὁ ἄλλος, μή τολμῶν νά ριψοκινδυνεύσῃ ἀμέσως τήν γνώμην του.

-Ἐγώ κατ’ οὐδένα τρόπον! ἀπήντησε κατηγορηματικῶς ὁ ἄλλος. Θά ἐνόμιζα πῶς κάνω κόρτε μέ τή μακαρίτισσα τή γιαγιά μου, τῆς ὁποίας μιά νεανική φωτογραφία βρίσκεται στό οἰκογενειακό μας ἄλμπουμ. Φορεῖ τό ἴδιο καί ἀπαράλλαχτο μεταξωτό φόρεμα σάν τήν Κατερίνα Ἰβάνοβνα. Ὑποθέτω ἀκόμη ὅτι φοροῦσε καί κρινολῖνο. Καί πολλές φορές, σέ βεβαιῶ, ἀπορῶ πῶς βρίσκομαι στή ζωή.

-Δηλαδή;

-Δηλαδή ἀπορῶ πῶς ὁ μακαρίτης ὁ παπποῦς μου κατώρθωσε νά ἐρωτευθῇ μιά γυναῖκα μέ κρινολῖνο καί πῶς ἑπομένως ἐγώ εὑρέθηκα ἐπί ἐννέα μῆνας μέσα στήν Μογκολφιέρειον αὐτήν σφαῖραν.

Ὁ διάλογος, ποῦ ἄρχισε κατά τήν παράστασιν, εἶχε συνεχισθῇ κατά τό διάλειμμα.

-Καί ἡ Γρούσενκα; Τί σοῦ λέει πάλι ἡ Γρούσενκα; Μιά κοκκότα, φίλε μου, μιά διεφθαρμένη γυναῖκα ποῦ ἔσερνε τούς ἄνδρες πίσω της σά λαχανιασμένα σκυλάκια, ποῦ ἐξεμυάλισε καί τό γέρο Καραμάζωφ ἀκόμη, ἡ Γρούσενκα μέσα σ’ ἕνα φόρεμα πρό τοῦ ὁποίου ἀποκαλυπτόμεθα εὐλαβῶς εἰς τήν παλαιάν προγονικήν ἐλαιογραφίαν τοῦ τοίχου! Εἶνε δυνατά ποτέ αὐτά τά πράγματα; Τί νά σοῦ κάμῃ κ’ ἡ δυστυχισμένη ἡ Καλογερίκου; Τί νά σοῦ κάμῃ κι’ ὁ καϋμένος ὁ Γαβριηλίδης; Ὅταν τούς ἔβλεπα νά φιλιοῦνται ἀπάνω στό κρεββάτι, μοῦ φαινότανε, σέ βεβαιώνω, πῶς μοῦ ἄδειαζαν κουβάδες μέ κρύο νερό στή ράχι μου.

-Μά μοῦ φαίνεται πῶς τό ἴδιο αἴσθημα ἐδοκίμαζαν ἀπάνω-κάτω κ’ ἐκεῖνοι.

-Δέν ξέρω τί ἐδοκίμαζαν ἐκεῖνοι! Ξέρω ὅτι, ἐγώ τουλάχιστον, οὐδέποτε ἐνθυμήθηκα τόσον πολύ ὅλους μου τούς πεθαμένους, ὅσο στήν ἀντιμετώπισιν τῶν μακαβρίων αὐτῶν ὀργίων.

Οἱ δύο ἄνθρωποι ἐσιώπησαν καί ἐξηκολούθησαν νά παρακολουθοῦν τήν παράστασιν μέ μίαν πένθιμον ἔκφρασιν, ἡ ὁποία δέν ἦτο ἀποκλειστικόν ἀποτέλεσμα τῶν φρικτῶν πραγμάτων, τά ὁποῖα ἐξετυλίσσοντο ἐπί τῆς σκηνῆς. Ἔξαφνα ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε σχηματίσει, φαίνεται, ἀκόμη ὁριστικήν γνώμην, ἔλαβε τόν λόγον:

-Καί ὅμως, φίλε μου, ἡ ἀναχρονιστική αὐτή γυναίκα δέν νομίζεις πῶς ἔχει κἄποιο ἀνεξήγητον θέλγητρον, ἕνα θέλγητρον ἐξωτικόν; Κἄτι τι ποῦ εἶνε ἔξω τῆς ἐποχῆς μας τέλος πάντων; Κἄτι σπάνιον καί δυσεύρετον; Κἄτι πολύ παλαιόν, ποῦ, ἕνεκα τῆς παλαιότητός του ἀκριβῶς, γίνεται νέον; Στήν ἀγκαλιά μιᾶς τέτοιας μουσειακῆς γυναίκας, εἶμαι βέβαιος πῶς θά ἔχῃ κανένας τό αἴσθημα ὅτι ἔκαμε μίαν κατάκτησιν μοναδικήν, ὕστερ’ ἀπό ἕνα ταξεῖδι διά μέσου τῶν αἰώνων. Τό θεωρεῖς μικρό αὐτό γιά μιά ραφιναρισμένη καί δύσκολη αἴσθησι, κορεσμένη ἀπό τά παρόντα καί τά σύγχρονα;

Ὁ ἄλλος ἔρριψεν ἕνα βλέμμα γύρω του, εἰς τήν πλατεῖαν, καί εἶπε:

-Τί νά σοῦ πῶ; Ἡ δική μου ἡ αἴσθησις τρέφεται ἀποκλειστικῶς ἀπ’ τήν κοντή φούστα καί τό γυμνό λαιμό. Εἶμαι ἀνίκανος νά συγκινηθῶ ἱστορικῶς καί μουσειακῶς.

Τό περίεργον εἶνε ὅτι οἱ δύο αὐτοί ἄνθρωποι, ὁμιλοῦντες περί ἔρωτος, δέν ὡμίλησαν καθόλου περί γυναικός. Ὡμίλησαν ἀποκλειστικῶς περί ἐνδύματος. Τό ἔνδυμα εἶνε λοιπόν ποῦ κάμνει τήν γυναῖκα, ὅπως τό ράσον κάμνει τόν μοναχόν; Δέν ὑποθέτω! Ὑπό κάθε ἔνδυμα, ἐπί τέλους, καί ὑπό κάθε κάλυμμα ὑπάρχουν τά αἰώνια μάτια, τά αἰώνια χείλη, τά αἰώνια στέρνα, ὅλα τά αἰώνια γυναικεῖα θέλγητρα καί ὅλοι οἱ αἰώνιοι μαγνῆται. Ἀλλά ἡ γυναίκα δέν εἶνε ἰδέα. Εἶνε ἡ μεγαλειτέρα πραγματικότης εἰς τόν κόσμον αὐτόν, τήν ὁποίαν κανένας Πυρρωνισμός καί κανένας Ἀγνωστικισμός, δέν ἠμπορεῖ ν’ ἀμφισβητήσῃ. Ἑπομένως εἶνε κἄτι τι ἀπολύτως σύγχρονον. Καί δέν ἠμπορεῖ νά τήν ἀγαπήσῃ κανείς παρά μόνον εἰς τήν σύγχρονόν της ἐμφάνισιν.

Αὐτό εἶνε βεβαίως σοβαρόν πλεονέκτημα πρός ὄφελος τοῦ ἔρωτος. Κάθε ἕξη μῆνες, ποῦ ἀλλάζει ἡ μόδα, ἀγαποῦμε τήν ἰδίαν γυναῖκα ὡς νά ἦτον ἄλλη. Καί δι’ αὐτό ἀκριβῶς ὑπάρχουν καί μερικοί ἔρωτες, ποῦ ζοῦν περισσότερον ἀπό μίαν ἑξαμηνίαν. Διαφορετικά, τά λαμπρά αὐτά παραδείγματα τῆς ἐρωτικῆς μακροβιότητος θά ἦσαν ἀκόμη σπανιώτερα.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Ροζάκης δικαιώνει «Ἑστία»: Χάρτες μέ 6 μίλια στά νησιά μας ἀνατολικά τοῦ 25ου μεσημβρινοῦ!

Εφημερίς Εστία
Καί 6 μίλια ἐναέριος χῶρος! – Mέ ἄρθρο του στήν «Καθημερινή» ἀποκαλύπτει τό παρασκήνιο τῶν διερευνητικῶν ἐπαφῶν τοῦ 2003 ἐπί Σημίτη καί ἐπιβεβαιώνει τίς πληροφορίες μας – «Προσωρινά μέτρα διευθέτησης πρακτικοῦ χαρακτῆρα» προτείνει ὁ Εὐ. Βενιζέλος γιά τό Αἰγαῖο καί τήν Μεσόγειο – Ἡ Τουρκία ἐκπρόσωπος τῶν Τουρκοκυπρίων!

Τό νέο κόμμα «κάμερα» χωρίς ὀργανώσεις καί ἡ ἀπέραντη ἡσυχία τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ

Μανώλης Κοττάκης
TO KOMMATIKO φαινόμενο ἐξελίσσεται. Ὅταν ἀποκαταστάθηκε ἡ Δημοκρατία, τά κόμματα ἔχαιραν μεγάλης αἴγλης καί ἐκτιμήσεως. Ἡ Νέα Δημοκρατία καί τό ΠΑΣΟΚ εἶχαν ἕκαστο ἕνα ἑκατομμύριο μέλη. Σέ κάθε χωριό καί σέ κάθε πόλη ἄνοιγαν γραφεῖα τοπικῶν ὀργανώσεων. Οἱ κομματικοί μηχανισμοί ἦταν γιγαντιαῖοι καί κινητοποιοῦσαν κόσμο: γιά ἀφισοκόλληση, γιά μεταφορά σέ συγκεντρώσεις ἐκτός νομῶν, γιά οἰκονομική ἐξόρμηση μέ κουπόνια, γιά πολλά. Στίς ἐκλογές γιά τήν ἀνάδειξη τοπικῶν ἐπιτροπῶν καί νομαρχιακῶν ἐπιτροπῶν μετεῖχε χιλιάδες κόσμος. Σέ μιά ἐποχή οἱ ὀργανωμένοι ὀπαδοί τῆς Νέας Δημοκρατίας μετεῖχαν καί σέ ἐσωκομματικά δημοψηφίσματα γιά τό ποιοί ὑποψήφιοι θά περιληφθοῦν στά ψηφοδέλτια τῆς Νέας Δημοκρατίας. Τό μοντέλο τοῦ μαζικοῦ κόμματος καί τοῦ κόμματος ἀξιωματούχων σήμερα πεθαίνει. Εἶναι στά σπαράγματά του. Ὁ ΟΠΕΚΕΠΕ, στόν ὁποῖο τό κόμμα παρενέβαινε γιά νά γίνουν πλούσιοι ὀλίγοι προὔχοντες εἰς βάρος χιλιάδων ἐντίμων νεοδημοκρατῶν, εἶναι ὁ ἐνταφιασμός αὐτοῦ τοῦ μοντέλου. Σήμερα αὐτό τό μοντέλο λειτουργίας κόμματος ἔχει ἀπομείνει νά τό ἐφαρμόζει μόνο τό ΚΚΕ τό ὁποῖο διαθέτει ὀργανωμένη βάση. Ἡ Νέα Δημοκρατία καί τό ΠΑΣΟΚ περιορίζονται στήν διεξαγωγή ἐσωκομματικῶν ἐκλογῶν γιά τήν ἀνάδειξη ἀρχηγοῦ, καί τέλος. Ἡ δημοκρατία τελειώνει ἐκεῖ. Ἀλλά ἡ πυραμίδα πρός τά κάτω ἔχει ἀλλοιωθεῖ καί, ὅπως θά ἀναλύσουμε μέ ἀποκαλύψεις, ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό τό μοντέλο τοῦ καθολικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ. Σέ […]

Δύσκολες ὧρες γιά τόν κ. Βορίδη στό Ἡράκλειο Κρήτης

Εφημερίς Εστία
ΣΚΗΝΕΣ πού θυμίζουν ἐποχές μνημονίων διεδραματίσθησαν τό Σάββατο βράδυ στό Ἡράκλειο Κρήτης, μέ δεκάδες κουκουλοφόρους νά ἐπιτίθενται στόν κ. Μάκη Βορίδη, ὁ ὁποῖος συνοδευόμενος ἀπό τήν οἰκογένεια, δειπνοῦσε σέ ἑστιατόριο τῆς πόλεως.

Πού εἶδε τόν κόσμο, σάν ἔργο Τέχνης

Δημήτρης Καπράνος
«Μιά τόσο μακρινή ἀπουσία.» Ἦταν μιά ταινία τοῦ ἐξαίρετου Σταύρου Τσιώλη.

Τετάρτη, 27 Ὀκτωβρίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟ ΛΙΚΕΡ ΤΩΝ ΔΟΝ-ΖΟΥΑΝ