ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΜΠΟ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 22 Ἀπριλίου 1918

Ὁ Ἀττικός κάμπος δέν ἔχει πάρει, ὡς φαίνεται, καμμίαν εἴδησιν περί τοῦ τί γίνεται εἰς τόν κόσμον. Ἐβγᾶτε δύο βήματα πάρα ἔξω ἀπό τήν ὁδόν Σταδίου νά καμαρώσετε τήν ἀπάθειάν του. Τί ἄν βροντᾷ τό κανόνι εἰς τήν ὑφήλιον; Τί ἄν βρέχῃ πῦρ καί σίδηρον ὁ οὐρανός; Τί ἄν χύνεται ποτάμι τό ἀνθρώπινον αἷμα; Αὐτός ὁ ἄθλιος, ἀφοῦ ἅπλωσε τούς πλουσιωτέρους του τάπητας –βάθος χρυσοπράσινον, κεντημένον μέ ἄσπρα, κόκκινα, γαλάζια καί κίτρινα ἀστράκια– διά νά ὑποδεχθῇ τήν Περσεφόνην του, καί ἀφοῦ ἐστόλισε τό ἀρχοντικό του μέ τήν βοήθειαν ὅλων τῶν θαλαμοστόλων τῆς Ἀνοίξεως, ἐπιμένει νά ἀγνοῇ ὅλα τά τραγικά μεγαλεῖα τῆς παρούσης στιγμῆς. Νά ἀγνοῇ, πρός Θεοῦ! τόν Κάϊζερ, βαδίζοντα εἰς τήν κατάκτησιν τῆς Οἰκουμενικῆς, καί τόν Γυιόν τοῦ Ἀετοῦ, βαδίζοντα εἰς τήν κατάκτησιν τῶν Ἀθηνῶν. Καί κεντᾷ διαρκῶς παπαροῦνες ἐπάνω στό γρασίδι…

Καί ἔβλεπα χθές τό δειλινόν, πειστήν καί λυγιστήν, ἀνάμεσα εἰς τό πανηγῦρι τοῦ κάμπου, τήν πρώϊμην παπαρούναν. Μέσα εἰς τά ἄσπρα, τά κίτρινα, καί τά γαλάζια ἀστράκια τῆς γῆς, «ὅπου δέν ἔχουν ὄνομα» –τί νά τό κάμουν τό ὄνομα;– «κ’ ἔχουν περίσσια κάλλη», αὐτή τοὐλάχιστον εἶχε τό χρῶμα τῆς ἡμέρας, τό χρῶμα τοῦ αἵματος. Ὁπωσδήποτε, δέν ἀποτελοῦν μίαν παραφωνίαν πρός τό περιβάλλον καί ἦτο συγχρονισμένη πρός τήν ἐποχήν. Αὐτή τοὐλάχιστον κἄποιαν ἰδέαν θά εἶχε τῶν συμβαινόντων.

Ἀλλά τί πλάνη! Οὔτε αὐτή ἡ ἀθλία δέν εἶχε καμμίαν ἰδέαν. Ἀγνοοῦσε τά πάντα. Δέν ἐγνώριζα τήν γλῶσσάν της διά νά τήν ἐρωτήσω. Αὐτή ἡ γλῶσσα, τήν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα οἱ ἄνθρωποι, εἶνε ἕνα γελοῖον κατασκεύασμα. Ὅλα τά ἄλλα πλάσματα τοῦ Θεοῦ, εἰς τόν κόσμον, ἔχουν ἕνα θαυμάσιον ὄργανον, μέ τό ὁποῖον συνεννοοῦνται μεταξύ των, Ζῷα, δένδρα, φυτά, λουλούδια καί οἱ μικροσκοπικοί ἀκόμη κόκκοι τοῦ ἄμμου τῆς ἀκρογιαλιᾶς, χωρίς νά ἀνήκουν εἰς ἕνα φυσικόν ἔθνος, εὑρίσκονται διαρκῶς εἰς μίαν τελειοτάτην καί φλυαροτάτην συνεννόησιν μεταξύ των. Ὁ ἄνθρωπος ὁμιλεῖ δέκα ἀνθρώπινες γλῶσσες καί δέν ἠμπορεῖ νά συνεννοηθῇ ὄχι πλέον μέ μίαν ἀνεμώνην, ἀλλ’ οὔτε μέ τόν ὅμοιόν του, τόν ὁμοεθνῆ του καί τόν ὁμόγλωσσόν του. Καί ποτέ δέν αἰσθάνθηκα τόσον πολύ τήν γελοιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου αὐτοῦ ὀργάνου, ὅσον τήν στιγμήν αὐτήν, ποῦ προσπάθησα νά κλέψω τά μυστικά μιᾶς παπαρούνας καί δέν τῆς ἔκλεψα οὔτε τό ἐλάχιστον μόριον. Εἶμαι βέβαιος ὅμως, ὅτι τό τρελλότατον αὐτό πλάσμα δέν ἔδινε καί αὐτό ἕνα μονόλεπτον διά τά συμβαίνοντα εἰς τόν κόσμον.

Ἡ πρώϊμη αὐτή μικρά, μολονότι εἶχε τό χρῶμα τοῦ αἵματος, δέν εἶχε τίποτε ἀπό τήν τραγικότητά του. Καί δέν ἦτο καθόλου σοβαρά νέα. Ἀφοῦ ἔπαιξε μέ μίαν καθυστερημένην ἀκτῖνα ἡλίου καί ἀφοῦ ἐχόρευσε μέ τό βραδυνόν ἀεράκι καί ἀφοῦ ἐφλυάρησε μέ ἕνα ἐσμόν ἀπό πακερέττες, ποῦ τήν εἶχαν τριγυρίσει, ἔκλεισε μέσα εἰς τά αἱματωμένα στηθάκια της τήν ἀκτῖνα καί ἕνα ὄνειρον σατανικόν καί ἀπεκοιμήθη. Μιά τσουκνίδα κοντά της εἶχε καί αὐτή τό ὕφος παραπολύ διεφθαρμένον. Καί μία μολόχα ἐπίσης. Ἀπελπισία! Ὅταν βλέπῃ κανείς τήν Ἄνοιξιν νά εἰρωνεύεται καί ἡ σωφρονεστάτη μολόχα ἀκόμη, πρέπει νά ἀπελπισθῇ τελείως διά τήν ἠθικήν καί τήν σεμνότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ.

Ἕνας γάϊδαρος, ἐπί τέλους, ἐσάλπισε τό σιωπητήριον ἐπάνω εἰς τόν ναρκωμένον κάμπον. Ἡ φωνή του καί αὐτουνοῦ εἶχεν ἕνα ὀργιαστικόν παλμόν, ἀποτέλεσμα τῶν φίλτρων τῆς Ἀνοίξεως, τά ὁποῖα εἶχε κλείσει ὁλόκληρα, μέ ἕνα ἀναστεναγμόν του, εἰς τάς πελωρίας χοάνας τοῦ ὀσφρητηρίου του. Καί, ἐν τούτοις, οὔτε αὐτός δέν εἶχε μυρισθῇ τίποτε ἀπό τά συμβαίνοντα εἰς τόν κόσμον τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό δέν ἠμπόρεσα νά τοῦ τό συγχωρήσω. Καί ἀπεφάσισα νά τοῦ ὁμιλήσω Γερμανιστί, διά νά ἐπέλθῃ κάποια συνεννόησις.

– Χέρ ντόκτορ! τοῦ εἶπα. Ἡ ἀδιαφορία σου περί τῆς παγκοσμίου καταστάσεως ὁμολογῶ, ὅτι μοῦ προξενεῖ κατάπληξιν. Διότι, τήν στιγμήν αὐτήν, δέν εἶσαι ἕνας ἁπλοῦς γάϊδαρος. Εἶσαι ἕνα πελώριον σύμβολον. Εἶσαι ἡ Ἀνθρωπότης τοῦ Πρώσσου Καίσαρος. Εἶσαι ἡ Ἀνθρωπότης τοῦ μεγάλου κοσμοκρατορικοῦ ὀνείρου, μέ τό σαμάρι, τό προωρισμένον νά φέρῃ τόν Καίσαρα καί τήν τοῦ Καίσαρος τύχην. Δέν τό ἐννοεῖς, λοιπόν, χέρ ντόκτορ!

Ἀλλά τήν φοράν αὐτήν φαίνεται ὅτι ὁ δόκτωρ μέ ἐνόησεν. Ὕψωσε τήν ὑπερήφανον κεφαλήν του πρός τόν οὐρανόν, διέστειλε τούς κολοσσιαίους ὑγρούς του ρώθωνας διά νά εἰσπνεύσῃ ὅλα τά αὐτοκρατορικά ἰδανικά, τά αἰωρούμενα εἰς τόν ἀέρα, ἄνοιξε τρεῖς πήχεις στόματος καί μοῦ ἀπήντησεν:

– Ντόϊτσλαντ ϋμπερ ἄλλες!

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Δεῖπνο τοῦ Θοδ. Κυριακοῦ στούς Ὑπουργούς τῶν ΗΠΑ, Ντάγκ Μπέργκαμ καί Κρίς Ράιτ

Εφημερίς Εστία
Στό διαρκῶς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον ὁ Ὅμιλος Antenna προέβη σέ μιά σημειολογική κίνηση στό πλαίσιο τῆς δεσμεύσεώς του νά προαγάγει τόν διάλογο καί τήν συνεργασία μεταξύ σημαντικῶν χωρῶν καί ἡγετῶν.

«Συνεργασία» μέ τήν κυβέρνηση τῆς ΝΔ ἀνεκοίνωσε ἡ Μαρία Δαμανάκη

Εφημερίς Εστία
Μέ τήν ἰδιότητά της ὡς μέλους τῆς ὀργανώσεως Ocean 5, ἀμισθί, καί ὄχι ὡς «συμβούλου» – Ἐγκωμιαστικό σχόλιο τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐπικρατείας Ἄκη Σκέρτσου σέ ἀνάρτησή του στό διαδίκτυο γιά τό πρόσωπό της «Ἀθόρυβος συνεισφορά» ὅπως τοῦ Παπανδρεϊκοῦ Δημήτρη Δόλλη γιά τήν ὑπόθεση τῶν θαλασσίων πάρκων

Διάβρωσις σέ ἐξέλιξη

Μανώλης Κοττάκης
Ἡ προφητεία του Τζίμη Πανούση γιά τόν προσωπικό ἀριθμό

Χρυσοχοΐδης: Ὁριστικῶς 1.000 κάμερες στό λεκανοπέδιο τόν Ἰούνιο

Εφημερίς Εστία
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Προστασίας τοῦ Πολίτου, κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, δήλωσε ὅτι τόν Ἰούνιο τοῦ 2026 θά ἀρχίσει ἡ ἐγκατάστασις τῶν 1.000 καμερῶν στούς δρόμους, οἱ ὁποῖες θά λειτουργοῦν μέ εὐθύνη τοῦ Ὑπουργείου Ὑποδομῶν.

Οἱ πόλεις θέλουν κατοίκους, ὄχι παρεπιδημοῦντες

Δημήτρης Καπράνος
Ἐμεῖς, πού ἔχουμε ζήσει τήν Ἀθήνα καί τόν Πειραιᾶ τῆς περασμένης εἰκοσαετίας, περάσαμε χρόνια σέ πόλεις πού ζοῦσαν, πού ἀνέπνεαν, πού πάλευαν νά διώξουν τό καυσαέριο, ἀλλά εἶχαν καί τό δικό τους ἄρωμα καί χρῶμα.