ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΕΙΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 17 Μαρτίου 1924

Εἰς τόν τοῖχον κἄποιου λαϊκοῦ ἑστιατορίου –μέτωπον τηλαυγές– ἦτο ἀνηρτημένος ἕνας πελώριος μαυροπίναξ ἀναγράφων τόν κατάλογον τῶν φαγητῶν τῆς ἡμέρας καί τάς μετριόφρονας πράγματι τιμάς του. Ἐσταμάτησα, λοιπόν, κ’ ἐγώ, μαζῆ μέ τούς ἄλλους διαβάτας, διά νά γευθῶ τήν σχετικήν φιλολογίαν.

Ἔξαφνα, ἕνα χέρι μ’ ἐτράβηξεν ἀπό τό σακκάκι καί μία φωνή βαθυφώνου ἀντήχησεν εἰς τό δεξί μου αὐτί.

-Μακρυά, τέκνον μου, μακρυά. «Ἀλλά ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ!»

Ἐνῷ ἐψιθύριζα αὐτομάτως τό συμπληρωματικόν «Ἀμήν», διέκρινα εἰς τό πλευρόν μου ἕνα γηραιόν λευίτην.

-Τί τρέχει, πάτερ μου;

-Ὁ Θεός νά σέ φυλάξῃ, τέκνον μου, ἀπό τάς μαγγανείας τοῦ Διαβόλου. Ἐληστεύθην. Μ’ ἐλήστευσαν αὐτοί οἱ ἄθλιοι ἐδῶ μέσα. Ἄς σωθοῦν, τοὐλάχιστον, οἱ ἄλλοι Χριστιανοί.

Καί ὁ ἀγαθός λευίτης ἐξηκολούθησε νά μέ σύρῃ ἀπό τό μανίκι.

-Καί ὅμως, αἱ τιμαί τῶν φαγητῶν, δέσποτα, εἶνε τιμαί τοῦ Θεοῦ.

-Ἀλλά αἱ μερίδες, τέκνον μου, εἶνε μερίδες τοῦ Σατανᾶ. «Αἱ μέν χεῖρες Ἠσαῦ, ἡ δέ φωνή Ἰακώβ». Ἐπλήρωσα τόν Τρισκατάρατον καί ἔφυγα νηστικός.

Ἐπροσπάθησα νά παραμυθήσω τόν ἀγαθόν λευίτην.

-Ὑπομονή, δέσποτα! «Μακάριος ὁ ἐν τῷ ὀλίγῳ ἀναπαυόμενος», εἶπεν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.

Ἦτο ἀπαρηγόρητος.

-Ἀλλά ὄχι, τέκνον μου, ἀνεστέναξε, καί ὁ πληρώνων τό «ὀλίγον» μέ τά «ἐλέη τοῦ Θεοῦ». Ὁ ἄνθρωπος τῆς Παραβολῆς ὁ ὁποῖος «κατείρχετο ἐξ Ἱεριχοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα», δέν εἶχεν ἐμπέσῃ εἰς χεῖρας ἀγριωτέρων ληστῶν. «Διεμερίσαντο τά ἱμάτιά μου οἱ κατάρατοι καί ἐπί τόν ἱματισμόν μου ἔθεντο κλῆρον». Καί, ὡς νά μή ἔφθανεν ἡ συμφορά μου, μέ ἐκόλασαν, ὡς ἐκ περισσοῦ, τά ὄργανα τοῦ Πονηροῦ.

Ἦτο περίεργον νά μάθῃ κανείς κατά ποῖον τρόπον «ἐκολάσθη» ὁ ἀγαθός λεΐτης.

-Σέ ἐκόλασαν, πάτερ μου; Κατά ποῖον τρόπον; Μήπως σέ ἐξώθησαν νά καταλύσῃς κρέας ἤ ἰχθύν ἐν ἡμέραις Τεσσαρακοστῆς;

-Κάτι τρομερώτερον, τέκνον μου!

Ὅταν ἐκάθησα εἰς τήν τράπεζαν, μετά τῶν ἄλλων χριστιανῶν, ὁ καταστηματάρχης μέ ἐπλησίασε, μοῦ ἠσπάσθη τήν δεξιάν καί μοῦ εἶπε: «Μιά φορά καί ἦρθες στό μαγαζί μου, δέσποτα, εὐλόγησον τήν βρῶσιν καί τήν πόσιν». Ἐννοεῖται, ὅτι δέν εἶχε φθάσει ἀκόμη ἡ ἰσχνοτάτη μερίς τοῦ πιλαφιοῦ μέ τά μύδια, οὔτε τό ξυνισμένο κρασί. Ποῦ νά ὑποπτευθῶ ὁ ἁμαρτωλός τί μέ ἀνέμενεν. Ὕψωσα τήν δεξιάν μου, συνέπλεξα τόν μέγαν δάκτυλον μέ τό λιχανόν, ἐν σχήματι Σταυροῦ, καί ηὐλόγησα τήν βρῶσιν καί τήν πόσιν. Ὁ Θεός νά μέ συγχωρέσῃ, τέκνον μου, «ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γιγνώσκω καί ἡ ἁμαρτία ἐνώπιόν μου ἐστί διά παντός». Κύριε ἐλέησον!

Ὁ ἀγαθός λευίτης δέν εἶχεν ἐμπέσει ἁπλῶς, εἰς χεῖρας αἰσχροκερδῶν. Εἶχεν εὐλογήσει ταυτοχρόνως, συνεργείᾳ τοῦ Πονηροῦ, τήν Αἰσχροκέρδειαν. Πῶς νά μή εἶνε ἀπαρηγόρητος;

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Γροθιές στό Κοινοβούλιο γιά πρώτη φορά μετά τό 1965!

Εφημερίς Εστία
Ἑξῆντα χρόνια πίσω «πῆγε» ἡ Ἐθνική Ἀντιπροσωπεία μετά τήν ἐπίθεση τοῦ ἀνεξαρτήτου βουλευτοῦ Λαρίσης Κ. Φλώρου ἐναντίον τοῦ βουλευτοῦ τῆς «Ἑλληνικῆς Λύσης» Βασίλη Γραμμένου ἐπειδή τοῦ ὕβρισε τήν μητέρα – Στήν Δικαιοσύνη μέ τήν διαδικασία τοῦ αὐτοφώρου ὁ δράστης τῆς πρωτοφανοῦς πράξεως – Μπόξ μετά τά χαστούκια

Ὑπερατλαντικά μηνύματα

Μανώλης Κοττάκης
ΟΙ Εκθέσεις ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τοῦ Σταίητ Ντηπάρτμεντ ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1990 μᾶς «δίνουν» ἕνα συγκεκριμένο συμπέρασμα: Στό περιεχόμενό τους καθρεφτίζεται ἡ διακύμανση τῶν σχέσεων μεταξύ Ἑλλάδος καί Ἡνωμένων Πολιτειῶν.

Ὄπλα, μαχαίρια καί φυσίγγια στά χέρια τῶν δολοφόνων τοῦ Λυγγερίδη

Εφημερίς Εστία
Φωτογραφίες μέ τά πειστήρια πού κατασχέθηκαν ἀπό τίς Ἀρχές κατά τίς ἔρευνες γιά τήν ἐξιχνίαση τῆς δολοφονίας τοῦ 31χρονου ἀστυνομικοῦ Γιώργου Λυγγερίδη στοῦ Ρέντη ἔδωσε στήν δημοσιότητα ἡ Ἑλληνική Ἀστυνομία.

Ἄς τήν λέμε «Λαμπρή» μήπως ἀλλάξει κάτι…

Δημήτρης Καπράνος
Τέτοιες μέρες, πού χαίρεται ἡ φύση ὅλη, τέτοιες μέρες πού «στήνει ὁ ἔρωτας χορό μέ τόν ξανθόν Ἀπρίλη», ἡ πατρίδα αὐτή συνήθιζε νά «τό ρίχνει ἔξω».

Σάββατον 25 Ἀπριλίου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΑΝΕΝΔΟΤΟΣ