ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 6 Μαΐου 1919

Τόν συνήντησα ἐπιστρέφοντα ἀπό τό Παλαιόν Φάληρον. Καί τόν συνήντησα τυχαίως, τόν θλιβερόν ἄνθρωπον, μέσα εἰς τό τράμ;

-Ἀπό ποῦ;

-Ἀπ’ τό Παλῃό, κάθως βλέπεις…

Τό ἔβλεπα, πράγματι, καί ἦτον ἐντελῶς περιττόν νά ἐρωτήσω. Ἀλλ’ αὐτή ἡ ἀνάκρισις, τήν ὁποίαν συνηθίζομεν νά κάμνωμεν ὅλοι μας, ὑπό τύπον φιλικοῦ ἐνδιαφέροντος ἤ διά νά πληρώσωμεν τά κενά μιᾶς τυπικῆς συνομιλίας, εἶνε ἡ ἠλιθιωτέρα ἀνάκρισις τοῦ κόσμου, ὅταν δέν εἶνε μία ἁπλῆ καί κακή ἀδιακρισία. Ἡ ἰδική μου θά ἠμποροῦσε νά ὑπαχθῇ εἰς τό τελευταῖον εἶδος, ἄν κρίνω ἀπό τόν ἀναστεναγμόν, ὁ ὁποῖος συνώδευσε τήν ἀπάντησιν τοῦ φίλου μου. Καί, ἐπειδή, ὅταν εἰσέλθῃ κανείς εἰς ἕνα κακόν ἤ ἀπρεπῆ δρόμον, ἐξακολουθεῖ νά βαδίζῃ εἰς αὐτόν, ἐξηκολούθησα κ’ ἐγώ μοιραίως τήν περιττήν, ἀδιάκριτον καί κακήν ἀνάκρισιν, πού εἶχα ἀρχίσει.

-Ἐπῆγες νά πιάσῃς σπίτι γιά τό καλοκαῖρι;

Ἐκεῖνος ἐπροσποιήθη ὅτι δέν ἤκουσε, φροντίσας ν’ ἀπασχοληθῇ μέ κἄποιαν ἐρώτησιν πρός τόν εἰσπράκτορα τοῦ τράμ. Ἐγώ, ἐξαιρετικῶς ἠλίθιος τήν ἡμέραν ἐκείνην, –ὤ! κἄποιες στιγμές ἠλιθιότητος!– ἐπανῆλθα δριμύτερος εἰς τό θέμα, ὡς ἐνοχλητική μυῖγα, ποῦ ξανακολλᾷ εἰς τήν πληγήν, ἀπό τήν ὁποίαν τήν διώχνουν.

-Πρόκειται νά παραθερίσῃς στό Παλῃό;

Μέ νέον ἀναστεναγμόν, μοῦ ἀπήντησεν:

-Ἀλλά ἔμεινα, φίλε μου, ὁλόκληρον τόν χειμῶνα.

-Ἄ, ἔτσι; Λαμπρά! Τώρα μπαίνετε, ἐπί τέλους, στήν καλή σας ἐποχή, ἐκεῖ κάτω. Θά ὑπέφερες λιγάκι τόν χειμῶνα ἀπό μοναξιά καί συγκοινωνία, ἀλλά θ’ ἀποζημιωθῇς τώρα. Ἔχεις ἕξη μῆνες Παραδείσου ἐμπρός σου! Πόσο σέ ζηλεύω!…

-Μή μέ ζηλεύεις, φίλε μου! ἀνεστέναξε πάλιν.

Ἕνας ἄνθρωπος ἔχων στοιχειώδη εὐφυΐαν, θά ἐννοοῦσεν ὅτι οἱ συνεχεῖς αὐτοί ἀναστεναγμοί κἄτι ἐσήμαιναν ἐπί τέλους. Ἐγώ ὁμολογῶ εἰλικρινῶς, ὅτι δέν ἐνόησα τίποτε ἀπολύτως. Καί ἐξηκολούθησα:

-Νά μή σέ ζηλέψω; Τί λές, ἀδελφέ; Εἶνε νά μή σέ ζηλέψω;

Χωρίς νά τό καταλάβω, τόν εἶχα πνίξει πλέον τόν ἄνθρωπον. Καί ἀπεφάσισε ν’ ἀπαλλαγῇ ὁ ἴδιος, ἐπί τέλους, ἀπό τό μαρτύριον, εἰς τό ὁποῖον τόν εἶχα ὑποβάλει. Καί μοῦ ἐξέθεσε λεπτομερῶς τήν τραγῳδίαν του, τήν ὁποίαν ἔπρεπε νά ἔχω ἐννοήσει, μαντεύσει ἤ ὑποπτευθῇ τοὐλάχιστον, ἄν δέν ἤμουν τόσον ἠλίθιος τήν ἡμέραν ἐκείνην.

-Νά μή μέ ζηλέψῃς, ἁπλούστατα, εἶπε, χωρίς ἀναστεναγμόν τήν φοράν αὐτήν, διότι φεύγω ἀπό τήν ἐξοχή μου. Μάλιστα, κύριε! Φεύγω. Τώρα, ποῦ ἔρχονται οἱ ἄλλοι, οἱ εὐτυχεῖς, ἐγώ τούς παραχωρῶ τήν θέσιν μου καί φεύγω. Πηγαίνω νά παραθερίσω σέ κἄποια ζεστή τρύπα στήν Ἀθήνα. Καί τόν χειμῶνα, τόν Ὀκτώβριον, ὅταν οἱ ἄλλοι, οἱ εὐτυχεῖς, θ’ ἀρχίσουν νά φεύγουν ἀπ’ τήν ἐξοχήν, ἐγώ θά ξαναγυρίσω πάλι, μαζῆ μέ τό κρύο, μέ τῇς λάσπες, μέ τῇς βροχές, μέ τό χαλάζι. Εἶμαι, βλέπεις, ἕνα περίεργον ἀποδημητικόν πτηνόν. Κάνω τό ἀντίθετον ἀπό ὅ,τι κάνουν ὅλα τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς Γῆς.

Καί, διά ν’ ἀποφύγῃ προφανῶς νέαν αἴτησιν ἐξηγήσεων ἀπό τήν ἠλιθιότητά μου, ἀπεφάσισε νά μοῦ τάς δώσῃ ὁ ἴδιος καί ν’ ἀπαλλαγῇ τελείως πλέον ἀπό ἐμέ.

-Ὁ λόγος εἶνε ἁπλούστατος! ἐξηκολούθησε. Τόν χειμῶνα εἶχα πιάσει ἕνα σπιτάκι μέ χίλιες πεντακόσιες δραχμές γιά ὅλη τή σαιζόν. Γιά τό ἴδιο σπιτάκι μοῦ ζητοῦν πέντε χιλιάδες γιά τό καλοκαῖρι. Πηγαίνω λοιπόν στήν Ἀθήνα νά πιάσω μέ χίλιες πεντακόσιες τό σπίτι τοῦ ἀνθρώπου, ποῦ θά πιάνῃ μέ πέντε χιλιάδες τό σπίτι τῆς ἐξοχῆς. Ἐνόησες; Μία εὐτυχία δηλαδή καί μία δυστυχία, ποῦ μετατίθενται ἐναλλάξ. Αὐτό εἶνε ὅλο!

Εἶνε περιττόν τώρα νά προσθέσω ὅτι δέν ἔκαμα ἄλλην ἐρώτησιν καί δέν ἔλαβα ἄλλην ἀπάντησιν. Τό τράμ μᾶς ἀπεβίβασε σιωπηλούς καί τούς δύο εἰς τήν στάσιν τῆς Ἀκαδημίας.

Ἐπιθυμῶ ὅμως νά προσθέσω ἕνα ἐπιμύθιον εἰς τήν ἀληθινήν αὐτήν ἱστορίαν. Καί ἰδού ἡ συμβουλή μου: Μήν ἐρωτᾶτε ποτέ ἕνα ἄνθρωπον, κατοικοῦντα εἰς τήν ἐξοχήν κατά τό διάστημα τοῦ χειμῶνος, ἄν θά ἐξακολουθήσῃ νά μείνῃ εἰς αὐτήν καί τό καλοκαῖρι. Εἶνε μία κακή πρᾶξις. Καί εἶνε μία ἀσπλαγχνία τοῦ χειροτέρου εἴδους. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, καί δέν εἶνε ὀλίγοι, ποῦ κατοικοῦν συστηματικῶς τόν χειμῶνα εἰς τήν ἐξοχήν καί ἐπανέρχονται συστηματικῶς τό καλοκαῖρι εἰς τήν πόλιν. Ἠμποροῦν νά σᾶς περιγράψουν λεπτομερῶς ὅλα τά θέλγητρα τῆς χιονισμένης Κηφισιᾶς καί ὅλας τάς γοητείας τῆς Φαληρικῆς σοροκάδας. Ἀγνοοῦν ὅμως ἀπολύτως τί συμβαίνει ἐκεῖ τό καλοκαῖρι. Κυττάζετέ τους εὐλαβῶς, ὅταν τούς συναντᾶτε εἰς τόν δρόμον σας, καί περνᾶτε. Μήν τούς ἐρωτᾶτε τίποτε! Εἶνε τά ἀντίστροφα χελιδόνια!

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Βόμβα ἀπό τήν Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων: Ἐπί θητείας Κεραμέως διέρρευσαν τά 20.000 mails

Εφημερίς Εστία
Γιατί ὁ πρόεδρός της Κωνσταντῖνος Μενουδάκος ἀρνήθηκε νά λάβει ὑπ’ ὄψιν του τό πόρισμα ἐσωτερικοῦ ἐλέγχου πού συνέταξε τό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν γιά νά ἐπιρριφθεῖ ἡ εὐθύνη στόν Διευθυντή Ἐκλογῶν, μέ παραπομπή σέ χρόνο πρό τῆς ἀναλήψεως καθηκόντων τῆς σημερινῆς ὑπουργοῦ – Καί οἱ 300 προσφυγές συνδέονται μέ τήν ἐπιστολική ψῆφο – Μόνον 45.000 ὁμογενεῖς ἐνεγράφησαν στήν πλατφόρμα

Τό Αἰγαῖο τῶν ψευδαισθήσεων καί ἡ τουρκική «θάλασσα τῶν νησιῶν»

Εφημερίς Εστία
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ἐπιθετικότης δέν περιορίζεται σέ αὐτά πού λέγει ἤ πράττει σήμερα ὁ Ταγίπ Ἐρντογάν.

Συνδικαλιστές ἔδωσαν ἄδεια γιά περιγραφή ἀγῶνος τοῦ Τσάμπιονς Λήγκ, ἀλλά ἡ ΕΡΤ εἶπε ὄχι στήν Ἐκκλησία γιά τήν Ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος

Εφημερίς Εστία
Πρό δυσάρεστης ἐκπλήξεως εὑρέθησαν χιλιάδες πιστοί πού προχθές, Μεγάλη Τετάρτη, ὅταν ἄνοιξαν τούς τηλεοπτικούς δέκτες τους γιά νά παρακολουθήσουν τήν Ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος, εἶδαν ἐπαναλήψεις τηλεοπτικῶν σειρῶν.

Ἡ λαϊκή ποίηση καί τό Θεῖον Δρᾶμα

Δημήτρης Καπράνος
«Ἀπό τήν καρδιά βγαίνουνε τά στιχάκια» ἔλεγε ἡ κυρία Τάσια Κουράκου, ἡ δασκάλα μας, πού κάθε τόσο μᾶς διάβαζε κάποιους στίχους ἀπό τήν λαϊκή, τήν δημώδη ποίηση.

Σάββατον, 2 Μαΐου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟ ΕΛΗΣΜΟΝΗΣΕ; Ἀποροῦμεν μέ τήν ἀφέλειαν τοῦ κ. Παπανδρέου, ὁ ὁποῖος ἔσπευσε νά διαψεύσῃ τήν εἴδησιν μιᾶς Ἀγγλικῆς ἐφημερίδος, περί τῆς παραγγελίας εἰδικοῦ ἀεριωθουμένου ἀεροπλάνου, διά τά βασιλικά ταξίδια: «Ἐκφράζω –εἶπε– τήν λύπην μου, διά τήν εἴδησιν, ἡ ὁποία εἶναι ἐντελῶς ἀνυπόστατος». Ἀλλά, πῶς τολμᾷ νά τά λέγῃ αὐτά, ἀφοῦ καί ὁ ἴδιος ὡμολόγησεν ἐπισήμως, κατά τήν πρωθυπουργίαν του τοῦ Δεκεμβρίου, ὅτι ἡ Κυβέρνησις τοῦ παρήγγειλε τό ἀεροπλάνον αὐτό, ἀντί 35 περίπου ἑκατομμυρίων δραχμῶν;… Μέχρι τοιούτου σημείου ἔχει χάσει τήν μνήμην του, διά τά πρόσφατα γεγονότα; ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝ. ΣΥΜΒ. ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΙ ΔΙΩΞΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΡΚΙΑΝ Τό Ἐθνικόν Συμβούλιον Ἑλληνίδων ἀπηύθυνεν εἰς τό Διεθνές Συμβούλιον Γυναίκων καί τά ἀνά τόν κόσμον ἐθνικά συμβούλια γυναικῶν ἔντονον διαμαρτυρίαν διά τάς διώξεις τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τόν ἀνήκουστον κατατρεγμόν τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τοῦ Πατριαρχείου. Καταγγέλλει τάς πράξεις αὐτάς ὡς καταφώρους παραβιάσεις τῶν ἀρχῶν τοῦ ΟΗΕ καί τῆς παγκοσμίου διακηρύξεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί ζητεῖ δικαίαν καί ἀνθρωπιστικήν μεταχείρισιν τοῦ Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Τουρκίας καί ἀπόλυτον σεβασμόν τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. * Ἐπειδή ἡ 3η Μαΐου 1964 ἦταν Κυριακή καί ἡ «Ἑστία» δέν εἶχε κυκλοφορήσει, σταχυολογοῦμε κείμενα ἀπό τό φύλλο τῆς προηγουμένης ἡμέρας, 2ας Μαΐου 1964.