Κλαυδία: Τῆς εἶχαν ζητήσει νά μήν μιλᾶ γιά τήν γενοκτονία τῶν Ποντίων!

Σύστασις ἀπό τήν διοργανώτρια γιά νά μήν …ἐνοχληθεῖ ἡ Τουρκία – Ἀλλά ἐκείνη ἐπέμεινε καί μιλοῦσε γιά τήν ρίζα της καί τήν προσφυγιά – Τό παρασκήνιο πίσω ἀπό τό πρῶτο ἀμιγῶς ἑλληνικό τραγούδι πού ἐστάλη στήν διεθνῆ διοργάνωση τῆς Eurovision μετά ἀπό χρόνια καί κατέκτησε μέ τό σπαθί του τήν ἕκτη θέση

ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ χωρίς ἐμπόδια συνήθως δέν ὁδηγεῖ πουθενά! Τέτοιος πάντοτε ἦταν ὁ δρόμος τῶν Ποντίων, τήν μαύρη ἐπέτειο τῆς γενοκτονίας τῶν ὁποίων θυμόμαστε σήμερα. Ἕνας δρόμος γεμᾶτος ἐμπόδια, ὁ ὁποῖος καθρεφτίζεται καί στήν μουσική τους. Στόν λυγμό τῆς λύρας, στά κοφτά βήματα τοῦ πυρρίχιου, στήν ὑπερηφάνεια τοῦ Κότσαρι. Τῶν παραδοσιακῶν πολεμικῶν χορῶν τους. Τέτοια εἶναι ἡ ἱστορία της καί ἡ ἱστορία τῆς οἰκογένειας τῆς Κλαυδίας Παπαδοπούλου, ἡ ὁποία παλιννόστησε στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν τέως Σοβιετική Ἕνωση τό 1991 μέ τήν Ἐπιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας» τῆς Βιργινίας Τσουδεροῦ.

  • Tοῦ Mανώλη Κοττάκη

Παλιννόστησε μαζί μέ χιλιάδες ἄλλες (πού ρίζωσαν στήν Θράκη) καί ἐγκαταστάθηκε στόν Ἀσπρόπυργο. Ἡ γιαγιά τῆς νεαρᾶς Κλαυδίας (ἡ ὁποία εἶναι μία ἀπό τίς πρῶτες Ἑλληνίδες τοῦ κύματος ἐκείνου πού ἀποκτᾶ τήν καθολική ἀποδοχή καί ἀναγνώριση σέ πανελλήνιο ἐπίπεδο ‒ἔπρεπε νά περάσουν 34 ὁλόκληρα χρόνια γιά νά πάψουν νά μιλοῦν ρατσιστικά γιά Ρωσσοπόντιους) διηγεῖτο στήν ἐγγονή της, ὅταν ἦταν μικρή, ἱστορίες καί ἀπό τήν προσφυγιά τῶν Ποντίων. Ἱστορίες ἀπό τούς διωγμούς καί ἀπό τήν γενοκτονία τῶν Ποντίων.

Οἱ Πόντιοι, ὡς γνωστόν, εἶναι ἀγύριστα κεφάλια. Ὅταν τούς μπεῖ μιά ἰδέα στό κεφάλι δέν βγαίνει ποτέ ἀπό ἐκεῖ ἄν δέν τήν ὑλοποιήσουν. Αὐτό συνέβη μέ τήν Κλαυδία. Ἀφοῦ περιπλανήθηκε σέ διάφορα τηλεπαιχνίδια ὅπως τό «Ἑλλάδα ἔχεις ταλέντο» καί τό «Voice», ὅπου συγκέντρωσε ἐμπειρίες ἑρμηνεύοντας ἀγγλικά τραγούδια, αὐτό πού ἐπικράτησε στό μυαλό της μελετῶντας κάθε χρόνο τόν διαγωνισμό ἦταν πῶς θά πάει τραγουδῶντας ἕνα τραγούδι μέ ἑλληνικούς στίχους μέ τό ὁποῖο θά ταυτιστεῖ. Ἕνα ethnic τραγούδι μέ ἑλληνικό στίχο στήν κορυφή τῆς Εὐρώπης. Ὄχι ἕνα ἀναλώσιμο τραγούδι τοῦ τύπου «πέφτω καί κυλιέμαι σάν ζάρι». Ἕνα τραγούδι πού θά μείνει.

Τό στοίχημά της δέν ἦταν εὔκολο. Ἡ Κλαυδία ζεῖ σέ μία χώρα πού ὑποφέρει ἀπό ξενολαγνεία καί συνήθως δέν ὑπερασπίζεται τήν ἐθνική της ταυτότητα. Πού ἐπισήμως «ἀγαπᾶ» ἄλλες σημαῖες, ὄχι τήν ἑλληνική σημαία. Μαζί μέ μία ὁμάδα δημιουργικῶν νέων κατά βάση Ἑλληνόπουλων ἡ ὁποία ὀνομάστηκε Arcade καί πιό συγκεκριμένα τόν Δημήτρη «Ντιβέννο» Μπέλτσο, τόν Λουκᾶ Δαμιανάκο, τόν Παῦλο Μανώλη, τόν Γκάμπριελ Ράσσελ καί τόν Αἴγιον «Γκιώνι» Παρενάσι, ἔπλασαν τήν ἱστορία τῆς Ἀστερομάτας. Ἡ ὁποία ἀπό τό κουπλέ συγκλονίζει καί προϊδεάζει: «γλυκιά μου μάνα μή μοῦ κλαῖς/ μαῦρο κι ἄν σοῦ φοροῦνε / τό ξέθωρο τό σῶμα μου/ φλόγες δέν τό νικοῦνε / Τά χελιδόνια τῆς φωτιᾶς θάλασσες κι ἄν περνοῦνε / τοῦ ριζωμοῦ τά χώματα ποτέ δέ λησμονοῦνε / γλυκιά μου μάνα μή μοῦ κλαῖς / Καράβι εἶναι ἡ ζωή μου / πού ψάχνει γιά τόν γυρισμό / ἀγέρα τό πανί μου».

Μέ αὐτό τραγούδι, πού μιλᾶ γιά ριζωμό, γιά γυρισμό, γιά μάνα, γιά χώματα, γιά φλόγες, γιά λησμονιά ταυτίστηκε, ὅπως ἤθελε, ἡ Κλαυδία. Πήγαινε πίσω στήν ρίζα της, στόν ξερριζωμό καί βεβαίως, ὅπως ὑπονόησε σέ μία ἀπό τίς πρῶτες συνεντεύξεις της, πρίν ἐπέμβουν οἱ μεγάλες δυνάμεις, ἀναφερόταν ὑπαινικτικά στήν γενοκτονία τῶν Ποντίων. Τύχῃ ἀγαθῇ, ἡ ἐπιλογή τοῦ τραγουδιοῦ πού θά μᾶς ἐκπροσωποῦσε φέτος δέν ἔγινε μέ ἀπ’ εὐθείας ἀνάθεση πρακτική συνηθισμένη στήν ἀναξιοκρατική πατρίδα μας, ὅπως ἔγινε στόν ἀνήλικο υἱό ἑνός ἐφοπλιστῆ πρίν ἀπό μερικά χρόνια, ἀλλά μέ ἐθνικό τελικό στόν ὁποῖο μετεῖχαν χιλιάδες Ἕλληνες καί Ἑλληνίδες. Οἱ ψῆφοι τῶν ὁποίων ἦταν τό 50% τῆς βαθμολογίας τῶν διαγωνιζομένων. Ἀπό τόν ἐθνικό αὐτό τελικό φάνηκε ξεκάθαρα ὅτι οἱ Ἕλληνες ἤθελαν ἑλληνική γλῶσσα ἀτόφια. Οὔτε ὑποψία ξένης λέξεως. Ἤθελαν ἐθνική ταυτότητα. Ἤθελα ὑπερηφάνεια.

Τό ὄνειρο τῆς Κλαυδίας συναντήθηκε μέ τά ὄνειρα καί τούς καημούς ἑκατομμυρίων Ἑλλήνων πού ἀγαποῦν τήν ρίζα τους καί τήν ἱστορία τους. Καί τελικῶς ἐπελέγη. Ὁ πατέρας τῆς Κλαυδίας στόν Ἀσπρόπυργο, Πόντιος, φύσει συνεσταλμένος, ὅταν ἔμαθε τήν πρώτη ἐπιτυχία στόν ἐθνικό τελικό, τῆς εἶπε «κράτα τό κεφάλι χαμηλά καί ὅλα θά πᾶνε καλά.» Καί ἐκείνη κράτησε ἐκπέμποντας ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή σέ ὅλη τήν διάρκεια τῆς διοργανώσεως τό ἀπαράμιλλο ἦθος καί τήν λιτότητα τῆς ἐκφράσεως τῆς ποντιακῆς οἰκογένειας. Τῆς ἑλληνικῆς οἰκογένειας. Κράτησε τά ἐκπληκτικά ἑλληνικά της, στά ὁποῖα δέν παρεισέφρησαν ξένες λέξεις καί ἄς ξέρει τέλεια ἀγγλικά. Κράτησε τήν ἀγάπη της γιά τήν παράδοση, τήν ἱστορία τοῦ τόπου μας ἀλλά καί τοῦ γένους της. Τῆς τό εἶπε ἡ Νάνα Μούσχουρη στήν συνομιλία πού εἶχαν λίγο πρίν ἀπό τόν ἡμιτελικό: ὅτι εἶναι ἐνδιαφέρον πού ἐπέλεξε νά πεῖ κάτι παραδοσιακό.

Ὡστόσο ὁ δρόμος τῆς «Κλαυδίας» δέν ἦταν ἀνέφελος, ἦταν ἕνας δρόμος γεμᾶτος ἐμπόδια. Ἐμπόδια ἀπό ἔξω, ἀλλά ἐμπόδια, μικρότερα, καί ἀπό μέσα. Ὅταν κυκλοφόρησε τό πρῶτο videoclip τοῦ τραγουδιοῦ στό ὁποῖο μετεῖχαν γυναῖκες ἀπό τό Τετράλοφο τῆς Κοζάνης μέ ποντιακές φορεσιές καί ἡ Κλαυδία ἄφησε νά ἐννοηθεῖ στίς πρῶτες συνεντεύξεις της ὅτι τό τραγούδι συνδέεται μέ τήν ἱστορία τῶν Ποντίων καί τήν γενοκτονία …εἴχαμε τά πρῶτα παρατράγουδα. Ἡ τουρκική δημόσια τηλεόραση ( TRT) ἀντέδρασε στό ἄκουσμά του, ἀπείλησε ὅτι θά …ἀναλύσει τούς στίχους του καί ὅτι ἐάν βρεῖ κάτι μεμπτό θά …προσφύγει στήν Eurovision, ἀπό τήν ὁποία ἔχει ἀποχωρήσει, γιά νά τό καταγγείλει. Τό ἴδιο καί οἱ «φάνς» τῆς Eurovision Türkiye στήν γειτονική χώρα, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦσαν, ξέρουμε πῶς γίνονται αὐτά, μέ καταγγελίες.

Προκειμένου νά μή δημιουργηθεῖ ἔντασις καθώς ἡ Τουρκία δέν ἀναγνωρίζει τήν γενοκτονία τῶν Ποντίων ἡ ὁποία καθιερώθηκε νά τιμᾶται ἀπό τό 1994 στήν Ἑλλάδα, ἡ διοργανώτρια ἀρχή συνέστησε διακριτικά στήν ἐθνική ἀρχή νά παρακαλέσει στήν Κλαυδία νά εἶναι πολύ προσεκτική στίς συνεντεύξεις της ὅταν μιλᾶ γιά τήν ἱστορία τῶν Ποντίων. Νά ἀποφεύγει τόν ὅρο Γενοκτονία (Genocide) τόν ὁποῖο ἔφεραν στά μπλουζάκια τους, ὅπως εἴδαμε τήν παραμονή τοῦ μεγάλου τελικοῦ οἱ συγγενεῖς της στόν Ἀσπρόπυργο.

Ἐκείνη πολύ ἔξυπνα ἀκολούθησε τήν ποντιακή ἀρετή, τήν ὑπομονή. Συνέχισε σέ κάθε δημόσια συνέντευξή της μέ ὑπαινιγμούς νά ἀναφέρεται στήν ἱστορία τῶν παππούδων της, τῶν γιαγιάδων της καί στήν ἱστορία τοῦ ξερριζωμοῦ καί τῆς προσφυγιᾶς τῶν Ποντίων ἀπό τούς γενέθλιους τόπους τους, ἀλλά ἔκανε μιά προσευχή καί ἔδωσε στόν ἑαυτό της μία ὑπόσχεση, νά τιμήσει τήν γενοκτονία τῶν Ποντίων μέ τήν κορυφή στόν τελικό τοῦ διαγωνισμοῦ. Καί ἡ ποντιακή καρτερία της ἐπιβραβεύτηκε. Ὄχι μόνον ἀπέναντι στούς γείτονες πού ἐνοχλοῦνται ὅταν τούς θυμίζουν τά ἐγκλήματά τους. Δέν ἦταν ἡ πρώτη φορά ἄλλως τε. Καί τό 1978 εἶχαν διαμαρτυρηθεῖ ὅταν ἡ Μαρίζα Κώχ μέ τό «Παναγιά μου» θύμισε στήν Εὐρώπη τήν εἰσβολή τους στά Κατεχόμενα καί προσφάτως μέ τό «Φαμαγκούστα» γιά τήν μή προβολή τοῦ ὁποίου ἔκαναν παρεμβάσεις στό Netflix. Ἡ ποντιακή καρτερία της ἐπιβραβεύτηκε καί ἀπέναντι στήν καχυποψία τοῦ λεγόμενου κοσμοπολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος …ὑπέφερε σιωπηρῶς μέ τήν ἱστορία τῆς γενοκτονίας τῶν Ποντίων, ἄγευστος ἀπό ἱστορία ὅπως εἶναι. Δέν ἔδειχνε νά πολυπιστεύει στήν «Ἀστερομάτα».

Ὅταν ὁ ἐκ Σερρῶν παρουσιαστής τῆς μετάδοσης τῆς ΕΡΤ Γιῶργος Καπουτζίδης προανήγγειλε μέ ἀδημονία ὅτι μετά τήν Γερμανία πλησιάζει ἡ ὥρα τῆς Κλαυδίας νά τραγουδήσει ἡ συμπαρουσιάστριά του, κύρια Κοζάκου, σχολίασε, ἀμφίσημα, μᾶλλον μέ εἰρωνεία τόν ἐνθουσιασμό του ὡς ἑξῆς: «Ναί, πολλές ἐλπίδες ἔχεις …αὐξημένες προσδοκίες». Κάποιοι δέν πίστευαν στήν Κλαυδία οὔτε στό ἐσωτερικό, ἐπειδή ἁπλῶς δέν καταλαβαίνουν τόν πόνο τοῦ Πόντου καί τήν δύναμη τῆς γλώσσας. Καί ὅταν στό τέλος ἐξετέθησαν ὅλοι ὅσοι δέν πίστευαν ὅτι αὐτό τό τραγούδι θά πάει ψηλά ἐπειδή εἶχε ἀμιγῶς ἑλληνικό στίχο, τότε οἱ ὕμνοι τοῦ ἀμήχανου σχολιασμοῦ ἀφιερώθηκαν ἀποκλειστικά γενικῶς καί ἀορίστως γιά τήν Ἑλλάδα. Ὄχι γιά τήν Κλαυδία τῆς Ἑλλάδος.

Ἡ Κλαυδία γενικῶς χάλασε τήν σούπα. Καί μέ τήν ἀγάπη γιά τήν ἐθνική ταυτότητα καί μέ τήν ἀγάπη γιά τήν σημαία καί μέ τήν ἀγάπη γιά τήν παράδοση καί μέ τήν ἀγάπη γιά τήν γλῶσσα. Ἀλλά κυρίως τήν χάλασε ἐπειδή πρόβαλε τό στιβαρό πρότυπο τοῦ μέτρου, τοῦ ἤθους καί τῆς σοβαρότητας. Δέν χρειάστηκε νά γδυθεῖ γιά νά κερδίσει. Δέν χρειάστηκε νά δείξει τά στήθια της ἤ τά πόδια της γιά νά λάμψει. Δέν χρειάστηκε νά προκαλέσει μέ μιά φτιαχτή διαφορετικότητα σάν τοῦ Nemo γιά νά ἐντυπωσιάσει. Ἕνα τραγούδι μέ δυνατές ἑλληνικές λέξεις καί ἱστορίες πού ἄγγιξαν καί ἄλλους κατατρεγμένους λαούς, μερικά ἐντυπωσιακά ὁλόσωμα φορέματα, μιά ὡραία ἑλληνική χορογραφία τοῦ Φωκᾶ Εὐαγγελινοῦ, ἕνα ζευγάρι μεγάλα μαῦρα γυαλιά σάν τῆς Μούσχουρη, καί τά μαλλιά πίσω, καί ἡ πίστη στόν στόχο, ἔφτασαν. Ἕνας δρόμος μέ ἐμπόδια πάντοτε ὁδηγεῖ πάντοτε κάπου.

(Τό κείμενο αὐτό τό ἀφιερώνω στόν Γιῶργο Πετροσιάν, ὁ ὁποῖος ἔφτασε τό 1991 στήν Ἑλλάδα μέ τό ἴδιο Καραβάνι προσφύγων μέ τήν οἰκογένεια τῆς Κλαυδίας ἀπό τήν τέως Σοβιετική Ἕνωση καί ἐγκαταστάθηκε στήν Κομοτηνή. Δέν ἤξερε οὔτε μία ἑλληνική λέξη καί οἱ δάσκαλοί του στό σχολεῖο δέν ἦταν πολύ ὑποστηρικτικοί. Ὅταν ὅμως ἄρχισε νά τούς λέει φράσεις πού ἄκουγε καί ἀντέγραφε παρακολουθῶντας τήν ἐκπομπή 7 + 7 στό Mega μέ τόν Θεόδωρο Ρουσόπουλο [τόν καταλάβαινε γιατί μιλοῦσε ἀργά], ἐκεῖνοι τοῦ ἔδωσαν τήν προσοχή τους. Ἔφεραν βιβλία γραμματικῆς καί συντακτικοῦ καί τοῦ ἔμαθαν σήμερα νά μιλᾶ ἑλληνικά καλύτερα ἀπό ἐμᾶς τούς γηγενεῖς. Καί νά ἀτενίζει τό μέλλον μέ αἰσιοδοξία μέσα ἀπό τόν «Καφενέ» του, πού βρίσκεται ἀπέναντι ἀπό τήν Πυροσβεστική τῆς Κομοτηνῆς. Ἄν πᾶτε, θά τό βρεῖτε εὔκολα. Ἔξω ἀπό τό κατάστημά του κυματίζει μιά μεγάλη ἑλληνική σημαία.)


Κεντρικό θέμα