-ΟΛΟΙ ΚΑΛΑ; -ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 17 Σεπτεμβρίου 1923

Ἔκαμνα τήν τυπικήν ἐρώτησιν πρός τόν φίλον τῆς πρωινῆς συναντήσεως.

-Τί κάνεις; Καλά; Ὅλοι καλά στό σπίτι;

-Δυστυχῶς, ὄχι! μοῦ ἀπήντησε μελαγχολικῶς. Μή τά ρωτᾶς. Βάσανα.

-Ἔχεις κανέναν ἄρρωστο;

-Δέν μέ ρωτᾶς, ἄν ἔχω καί κανένα καλά;

-Μά, τί Διάβολο; Ἐπιδημία;

-Ξέρω κ’ ἐγώ, φίλε μου, τί νά σοῦ πῶ; Ἡ μητέρα μου, ἡ γυναῖκα μου, ἡ πεθερά μου, ἡ ἀδελφή μου, ὅλες ᾑ γυναῖκες, τέλος πάντων, τοῦ σπιτιοῦ μου ὑποφέρουν. Δέν εἶνε καθόλου καλά. Μά καθόλου!

-Μά τί ἔχουν, ἐπί τέλους; Κανένα κρυολόγημα; Καμμία ἀθρόα δηλητηρίασις; Κανένα μόλυσμα;

-Πολλά μοῦ γυρεύεις, φίλε μου! Ἕνα πρᾶμα ξέρω μόνον: ὅτι ὑποφέρουν. Εἶνε ἀξιολύπητες. Γκρινιάζουν, παραληροῦν, κλαῖνε, μαλλώνουν, τρώγονται μέ τά ροῦχα τους, ἡ ζωή τους ἔγινε μαρτύριον.

-Ὅλες;

-Ὅλες ἀνεξαιρέτως! Δώδεκα Ἀπόστολοι –λέει ἡ παροιμία– καθένας μέ τόν πόνο του. Ἡ μητέρα μου ἔκλαιε μέ πύρινα δάκρυα σήμερα τό πρωί, γιατί εἶχε κἄτι ξεχάσει νά ψωνίσῃ χθές στά μαγαζιά καί γιατί ἡ κόρη της δέν τῆς τό θύμησε. Αὐτό ἦτο μία περιφρόνησις, πού τῆς εἶχε κάμει ἡ κόρη της καί ποῦ τῆς ἔκαιγε τήν καρδιά. Δέν ἤτανε ἡ πρώτη φορά ἔλεγε, ποῦ τῆς τὤκανε. Ἡ ἀδελφή μου ἔκλαιγε κ’ ἐκείνη, διότι ὅλα τά ἄδικα τῆς τά φορτώνει ἡ μητέρα της ἐκείνη. Κι’ ἀπό τά κλάματα τήν εἶχε πιάσει ἡ ἡμικρανία της.

-Τόσο κακό, λοιπόν, ἀπό τόσο ἀσήμαντα αἴτια;

-Δέν ὑπάρχουν ἀσήμαντα αἴτια γιά τῇς γυναῖκες. Μήπως εἶχε κανένα σημαντικό αἴτιο ἡ πεθερά μου, γιά νά κλεισθῇ στήν κάμαρά της καί ν’ ἀρνηθῇ τό πρωινό γάλα; Καί νά φωνάζῃ πῶς εἶνε δυστυχισμένη; Καί νά ζητῇ τόν θάνατον, γιά νά τήν λυτρώσῃ ἀπό τά βάσανά της; Ἁπλούστατα, ἡ μαγείρισσα, ἀντί νά φυλάξῃ τά κόκκαλα τοῦ ψαριοῦ ἀποβραδύς γιά νά τά προσφέρῃ τό πρωί στή γάτα της, ὅταν θά γύριζε ἀπό τά κεραμίδια, εἶχε ξεχάσει καί τά πέταξε στά σκουπίδια. Αὐτή ὅμως εἶχε κάμει ἐπίτηδες ἀπό ἔλλειψιν σεβασμοῦ πρός τό πρόσωπό της. Καί, γιά τήν ἔλλειψι αὐτή τοῦ σεβασμοῦ, φταίγαμε ὅλοι μας ποῦ δέν τήν λογαριάζουμε γιά τίποτε. Τί τήν ἤθελε, λοιπόν, τήν ζωή; Εἶχε κλεισθῇ στήν κάμαρά της, γιά νά πεθάνῃ.

-Ἡ γυναῖκά σου τοὐλάχιστον εἶνε καλά;

-Αὐτή δά εἶνε ποῦ εἶνε. Σήμερα σηκώθηκε ἀπό τά ξημερώματα τοῦ Θεοῦ καί ἄρχισε μιά γενική καθαριότητα τοῦ σπιτιοῦ, χωρίς κανένας νά τήν παρακαλέσῃ, ἀφοῦ μάλιστα μᾶς εἶχε φύγει πρό δύο ἡμερῶν ἡ καμαριέρα μας. Αὐτή ὅμως καταπιάσθηκε ὅλες τῇς δουλειές τῆς καμαριέρας. Ἔπλυνε τζάμια, ξεσκόνισε ἔπιπλα, ξαράχνιασε τούς τοίχους, μετεκίνησε ἔπιπλα, ἔκανε τό σπίτι ἄνω-κάτω. Ἔπειτα ἔπεσε πτῶμα σέ μία καρέκλα καί ἄρχισε νά ὀδύρεται. Μᾶς εἶπε πῶς εἶνε τό θῦμα ὁλωνῶν, πῶς κανένας δέν τήν λυπᾶται, πῶς ὅλοι θέλουμε τό κακό της, πῶς δέν φροντίζουμε νά βροῦμε καμαριέρα ἐξεπίτηδες γιά νά τήν τυραννοῦμε, πῶς δέν ἀντέχει πλέον σ’ αὐτή τή ζωή… Καί τά ὑπόλοιπα τά εἶπαν οἱ λυγμοί της. Καί ἔπειτα μέ ρωτᾶς, ἄν εἶνε ὅλοι καλά στό σπίτι. Κακά καί ψυχρά, φίλε μου!

-Τέλος πάντων, τοῦ εἶπα, δέν πρόκειται περί ἀρρώστειας, φίλε μου. Ἐνόμισα κ’ ἐγώ, πῶς ἔπεσε στό σπίτι σου κανένας τῦφος, ὅ μή γένοιτο.

-Καί τί εἶνε ἕνας τῦφος, μοῦ ἀπήντησε, μπροστά σ’ αὐτά ποῦ σοῦ διηγοῦμαι; Ἀπό ἕνα τῦφο, τέλος πάντων ἤ θά πεθάνῃ κανείς, ἤ θά γιατρευθῇ. Αὐτό εἶνε βάσανο αἰώνιο. Νά μποροῦσα τοὐλάχιστον, νά τούς πάω ἕνα γιατρό νά τῇς κυττάξῃ τῇς δυστυχισμένες αὐτές γυναῖκες…

-Γιατί δέν τούς πᾶς;

-Πῶς νά τούς τόν πάω, φίλε μου; Μήπως παραδέχονται πῶς εἶνε ἄρρωστες; Φαντάζονται ὅτι εἶνε λαμπρά στήν ὑγεία τους. Μ’ ἕνα συναχάκι, μ’ ἕνα κωλικόπονο, μέ μιά μικρή ζαλάδα φαντάζονται πῶς πεθαίνουν. Γυρεύουν τό γιατρό ἀμέσως. Τώρα ἔχουν ἀπάνω τους τέτοια τρομερά βάσανα, καί οὔτε σκέπτονται νά ζητήσουν γιατρό. Ἡ κατάστασίς τους τούς φαίνεται ἡ πειό φυσική κατάστασις τοῦ κόσμου. Εἶνε νά χάσῃς τά μυαλά σου, λοιπόν, ἤ δέν εἶνε;

Μέ ἀπεχαιρέτισε καί ἀπεμακρύνθη συντετριμμένος.

-Περαστικά, τέλος πάντων.

-Εὐχαριστῶ.

Τριγύρω μου οἱ συμπολῖται ἀντήλασσαν τόν πρωινόν χαιρετισμόν καί τήν συνειθισμένην ἐρωταπόκρισιν.

-Πῶς εἶνε ὅλοι στό σπίτι;

-Καλά, εὐχαριστῶ.

-Κ’ ἐσεῖς;

-Ἐπίσης, δόξα τῷ Θεῷ.

Ὅλοι ἔλεγαν ψέμματα.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Κατάθεσις φωτιά κορυφαίου τοῦ ΟΠΕΚΕΠΕ ἐμπλέκει Παπασταύρου καί Μπρατάκο!

Εφημερίς Εστία
Πῶς ὁδηγήθηκε σέ παραίτηση μετά ἀπό δύο συναντήσεις μαζί τους στό Μέγαρο Μαξίμου ὁ κύριος Σημανδράκος, πού εἶχε μπλοκάρει «παράνομα» ΑΦΜ – Τό ΠΑΣΟΚ βάζει στό κάδρο τῆς Προανακριτικῆς τόν Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη – Τά ἠχητικά τῆς ΕΥΠ «καῖνε» καί ἄλλους – Ὑπογραφές βουλευτῶν κατά Μυλωνάκη – Καταγγελίες συνδικαλιστοῦ γιά σκάνδαλο στόν κάμπο: Πῶς τό σιτάρι ἔγινε βιομηχανική τομάτα γιά νά δοθοῦν ἐπιλεκτικῶς ἀποζημιώσεις

Ζωή χωρίς ζωή

Μανώλης Κοττάκης
ΑΚΟΥΩ αὐτές τίς μέρες μέ προσοχή τίς συνεντεύξεις πού δίδει σέ τηλεοπτικούς καί ραδιοφωνικούς σταθμούς ἡ ὑπουργός Ἐργασίας Νίκη Κεραμέως γιά νά αἰτιολογήσει τίς νέες ρυθμίσεις γιά τό 13ωρο στόν ἴδιο ἐργοδότη καί γιά τήν δυνατότητα κατατμήσεως τῆς θερινῆς ἀδείας χιλιάδων ἐργαζομένων σέ τέσσερεις «δόσεις».

Νέοι διάλογοι ξεσκεπάζουν περισσότερο τούς «προστατευόμενους» ὑπουργούς

Εφημερίς Εστία
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ διαμηνύει τά τελευταῖα 24ωρα ὅτι δέν θά ἐπιχειρήσει καμμία συγκάλυψη στό σκάνδαλο τοῦ ΟΠΕΚΕΠΕ, ἀποφεύγοντας ὅμως νά κάνει ὁποιοδήποτε σχόλιο στούς ἀποκαλυπτικούς διαλόγους πού ἐμπλέκουν τό Μέγαρο Μαξίμου, ὑπουργούς, βουλευτές καί στελέχη ὑπουργείων, ἀλλά καί στίς δημοσιογραφικές ἀποκαλύψεις γιά τεράστιες ἐκτάσεις ἐλαιοκαλλιέργειας στόν διάδρομο προσγειώσεως – ἀπογειώσεως τοῦ στρατιωτικοῦ ἀεροδρομίου Ἐλευσῖνος!

Οἱ Ἕλληνες ναυτίλοι καί τό φῶς τοῦ Πολιτισμοῦ

Δημήτρης Καπράνος
Ὀφείλω νά συγχαρῶ τήν πρόεδρο τῆς Ἑνώσεως Ἑλλήνων Ἐφοπλιστῶν.

Σάββατον, 3 Ἰουλίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
O ΚΟΣΜΟΣ H ΚΟΚΑΡΔΑ