ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΑΡΕΛΑΣ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 14 Αὐγούστου 1918

Ὁ Σίλλερ, ὁ ὁποῖος ἔγραψε τό ποίημα τῆς Καμπάνας, ἄν ἐπερνοῦσε τάς ἡμέρας αὐτάς ἀπό τά Φαληρικά ἀκρογιάλια, θά ἔγραφεν ὡρισμένως τό παντόν τοῦ περιφήμου ἀριστουργήματός του. Θά ἔγραφε τό ποίημα τῆς Βαρέλας. Καί δέν θά ὑπῆρχεν ἀνάγκη νά ἀνήκῃ εἰς τήν οἰκογένειαν τῶν Ἀθηναίων ἐστέτ τοῦ ρετσινάτου διά νά τό γράψῃ. Τοῦ ἔφθανεν ὅτι ἦτο ποιητής. Καί εἶνε ἀδύνατον ἕνας ποιητής, σταματῶν μίαν στιγμήν ἐμπρός εἰς τήν ὑποβλητικήν αὐτήν βαρελοπαράταξιν, ποῦ τελεῖται κάθε τέτοιαν ἐποχήν «παρα θῖν’ ἁλός πολυφλοίσβοιο», νά μείνῃ ἀσυγκίνητος καί στεῖρος.

Εἰδικῶς ὁ ποιητής τῆς Καμπάνας, ὁ ὁποῖος εἶδε νά ἐξορμοῦν ἀπό τά χάλκινα στήθη της ὅλα τά πνεύματα τῆς ζωῆς καί τοῦ ὀνείρου, δέν ἦτο δυνατόν νά μήν ἀντιληφθῇ τήν μυστικήν ἱεροτελεστίαν, ποῦ τελεῖται, κατά τάς σεληνοφωτίστους αὐτάς νύκτας, εἰς τήν σιωπηλήν ἀκτήν. Διότι ἀπό τά χαώδη ἔγκατα τῆς μεγαλειώδους βαρέλας, ἡ ὁποία ἀντικρύζει, τήν στιγμήν αὐτήν, τό γλαυκόν πέλαγος μ’ ἕνα ρωμαντισμόν ἀσυμβίβαστον, κατά τό φαινόμενον, πρός τήν προγαστορικήν της μακαριότητα, ἐξορμοῦν λεγεῶνες ὡραίων, μυστηριωδῶν πνευμάτων καί στήνονται χοροί ἐπάνω εἰς τήν ὑγράν ἄμμον, ποῦ θά ἔκαμναν τήν εὐτυχία ἑνός ποιητοῦ.

Πνεύματα λευκά, γαλάζια, πράσινα, κόκκινα, αἱματόχροα. Πνεύματα ντυμένα μέ τήν ἄχνην ὅλων τῶν ἄυλων χρωμάτων τῆς ζωῆς καί τοῦ ὀνείρου. Τά πνεύματα ποῦ κινοῦν τήν ζωήν καί παίζουν μ’ αὐτήν καί τήν βασανίζουν καί τήν εὐτυχίζουν καί τώρα τήν κάμνουν σίχαμα, καί τώρα πλέον δυνατήν καί τώρα πτῶμα, καί τώρα τήν ἀνεβάζουν εἰς τούς Ἑβδόμους Οὐρανούς καί τώρα τήν κατεβάζουν εἰς τά Τάρταρα, καί τώρα τήν κάμνουν ἔρωτα καί τώρα μῖσος, καί τώρα ἀστειότητα καί τώρα παιγνίδι καί τώρα πάλιν μηδέν, τίποτε, σκιᾶς ὄνειρον. Ἔχουν ὀνόματα τά πνεύματα αὐτά; Ἀλλ’ ἄν γνωρίζωμεν μερικά μέ τό ὄνομά τους, ποῦ νά εὑρεθοῦν ὀνόματα γιά ὅλον αὐτόν τόν λαόν τῶν πνευμάτων, τά ὁποῖα ἑκατοίκησαν μέσα εἰς τά μυστηριώδη ἔγκατα, τά ὁποῖα προσπαθεῖ νά δροσίσῃ τώρα ὁ νυχτομπάτης;

Τά γνωρίζει, ἐν τούτοις, τά πνεύματα αὐτά ὁ ποιητικός μπεκρῆς, πού περιμένει ἐναγωνίως τήν μεγάλην ἡμέραν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τήν ἡμέραν τῆς νέας «κάνουλας». Τά γνωρίζει τό Ἀστυνομικόν Δελτίον. Τά γνωρίζει ὁ δυστυχισμένος μας ὕπνος. Τά γνωρίζει ἡ θλῖψις ποῦ ζητεῖ τήν παρηγορίαν καί τήν λήθην. Τά γνωρίζει ἡ ἀδυναμία ποῦ ζητεῖ μίαν ἀπόφασιν. Τά γνωρίζει ἡ φιλολογία καί ἡ τέχνη, ποῦ ἔχουν ἀνάγκην ἀπό μίαν τονωτικήν ἔνεσιν. Τά γνωρίζει ὁ δρόμος, ὁ ὁποῖος θά γεωμετρηθῇ εἰς τάς πρωινάς ὥρας ἀπό τόν μοιραῖον νυχτοπαρωρίτην. Τά γνωρίζει ὁ μικρός θεός, πού τά ἔχει εἰς τήν τακτικήν του ὑπηρεσίαν. Καί τά γνωρίζει, πρό πάντων, ὁ γειτονικός μου ταβερνάρης, ὁ ὁποῖος εἰδοποίησεν ἀπό τοῦδε τήν πελατείαν του ὅτι «ἕνεκα ἡ περίστασις, πενῆντα τό ἑκατοστάρι, κύριος!»

Ἐν τῷ μεταξύ τά ὡραῖα πνεύματα χορεύουν εἰς τό ἀκρογιάλι καί ἀναπαύονται ὀλίγον καιρόν, διά νά ξαναγυρίσουν εἰς τά ἔργα των. Δυστυχισμένη ζωή! Τί θά εἶχες καταντήσει χωρίς αὐτά; Αὐτά σκέπτεται ἕνας ποιητής σταματημένος μεταξύ τοῦ χάους τοῦ πελάγους καί τοῦ χάους τῆς βαρέλας, καί συνομιλῶν μέ τήν Σελήνην διά τά πράγματα τοῦ κάτω κόσμου καί τοῦ ἐπάνω. Ἄς τόν ἀφήσωμεν ἥσυχον. Ἴσως θά μᾶς δώσῃ τό ποίημα τῆς Βαρέλας, ποῦ ζητοῦμεν.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

Σάββατον, 2 Μαΐου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟ ΕΛΗΣΜΟΝΗΣΕ; Ἀποροῦμεν μέ τήν ἀφέλειαν τοῦ κ. Παπανδρέου, ὁ ὁποῖος ἔσπευσε νά διαψεύσῃ τήν εἴδησιν μιᾶς Ἀγγλικῆς ἐφημερίδος, περί τῆς παραγγελίας εἰδικοῦ ἀεριωθουμένου ἀεροπλάνου, διά τά βασιλικά ταξίδια: «Ἐκφράζω –εἶπε– τήν λύπην μου, διά τήν εἴδησιν, ἡ ὁποία εἶναι ἐντελῶς ἀνυπόστατος». Ἀλλά, πῶς τολμᾷ νά τά λέγῃ αὐτά, ἀφοῦ καί ὁ ἴδιος ὡμολόγησεν ἐπισήμως, κατά τήν πρωθυπουργίαν του τοῦ Δεκεμβρίου, ὅτι ἡ Κυβέρνησις τοῦ παρήγγειλε τό ἀεροπλάνον αὐτό, ἀντί 35 περίπου ἑκατομμυρίων δραχμῶν;… Μέχρι τοιούτου σημείου ἔχει χάσει τήν μνήμην του, διά τά πρόσφατα γεγονότα; ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝ. ΣΥΜΒ. ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΙ ΔΙΩΞΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΡΚΙΑΝ Τό Ἐθνικόν Συμβούλιον Ἑλληνίδων ἀπηύθυνεν εἰς τό Διεθνές Συμβούλιον Γυναίκων καί τά ἀνά τόν κόσμον ἐθνικά συμβούλια γυναικῶν ἔντονον διαμαρτυρίαν διά τάς διώξεις τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τόν ἀνήκουστον κατατρεγμόν τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τοῦ Πατριαρχείου. Καταγγέλλει τάς πράξεις αὐτάς ὡς καταφώρους παραβιάσεις τῶν ἀρχῶν τοῦ ΟΗΕ καί τῆς παγκοσμίου διακηρύξεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί ζητεῖ δικαίαν καί ἀνθρωπιστικήν μεταχείρισιν τοῦ Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Τουρκίας καί ἀπόλυτον σεβασμόν τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. * Ἐπειδή ἡ 3η Μαΐου 1964 ἦταν Κυριακή καί ἡ «Ἑστία» δέν εἶχε κυκλοφορήσει, σταχυολογοῦμε κείμενα ἀπό τό φύλλο τῆς προηγουμένης ἡμέρας, 2ας Μαΐου 1964.

Τό βρήκαμε τώρα: Γιά τά λάθη τῶν θεσμῶν φταίει ὁ «μηδενιστικός λαϊκισμός»!

Μανώλης Κοττάκης
Οἱ δικαστές κατηγοροῦν τούς πολῖτες ὅταν ἐκεῖνοι δέν καταλαβαίνουν τίς ἀποφάσεις τους – Τά κόμματα κατηγοροῦν τούς ἀντιπάλους τους ὅταν ἐκπίπτουν οἱ προσδοκίες πού καλλιεργοῦν

Ἡ ματαίωση ἑνός ταξιδίου

Εφημερίς Εστία
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΙ οἱ Τουρκολάγνοι ἀναλυτές γιά τά αἴτια τῆς ματαίωσης τοῦ ταξιδίου τοῦ Τούρκου Προέδρου Ταγήπ Ἐρντογάν στήν Οὐάσιγκτων.

Βιαία καταστολή καί συλλήψεις στά ἀμερικανικά πανεπιστήμια

Εφημερίς Εστία
Νέα Ὑόρκη.– Ἡ ἐπέκτασις τῶν διαδηλώσεων κατά τοῦ πολέμου στήν Λωρίδα τῆς Γάζας σέ ὅλο καί μεγαλύτερο ἀριθμό πανεπιστημίων στίς ΗΠΑ ἀνεκόπη μέ ἀστυνομικές ἐπιχειρήσεις, οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν σέ χίλιες ἑξακόσιες, μέχρι στιγμῆς, καθώς ἐπίσης καί στήν ἐκκένωση τῶν ἀκαδημαϊκῶν χώρων πού τελοῦσαν γιά μέρες ὑπό κατάληψιν.

Πρωτομαγιά στό ὑπερῶον τοῦ σοῦπερ μάρκετ

Δημήτρης Καπράνος
Πήραμε τό αὐτοκίνητο γιά νά κατέβουμε στό κέντρο. Ὁ καθένας εἶχε νά πάει στήν δική του δουλειά. Στήν Κάνιγγος, πρός τό Πασαλιμάνι, μᾶς κόβει μιά τροχονόμος.